Τρίτη 6 Απριλίου 2021

Η ντοπιολαλιά του Λιδωρικίου και των χωριών του

ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΑΛΑΙΩΝ ΛΕΞΕΩΝ, ΦΡΑΣΕΩΝ, ΕΝΝΟΙΩΝ Κ.Λ.Π. 

του Λιδωρικίου Φωκίδος και των περιχώρων του 


Από μικρό παιδί στο Λιδωρίκι, άκουγα πολλές φορές από μεγαλύτερους  λέξεις κι εκφράσεις που συνθέτουν αυτό που αποκαλούμε ντοπιολαλιά ενός τόπου. Αυτές, είτε δεν τις ξανάκουσα στο πέρασμα του χρόνου, είτε λέγονται ακόμη στο Λιδωρίκι και στα χωριά του, είτε μερικές λέγονται ακόμη αυτούσιες ή παραλλαγμένες και σε άλλα μέρη της πατρίδας μας. Έκανα σιγά-σιγά, την παρούσα συλλογή από τέτοιες καθημερινές λέξεις κι εκφράσεις, αλλά πιθανολογώ ότι ίσως δεν κατέγραψα και κάποιες άλλες δεδομένου ότι  έφυγα το 1971 αρκετά μικρός από το Λιδωρίκι και έκτοτε δεν έχω συχνές επαφές με την κοινωνία του Λιδωρικίου και της άμεσης περιφερείας του, ή επειδή δεν έτυχε να τις ξαναακούσω. Για λόγους καθαρά πρακτικούς, χώρισα κατά το δυνατό τη συλλογή μου σε οκτώ (8) κεφάλαια κι έβαλα τις λέξεις ή εκφράσεις κατ’  αλφαβητική σειρά, ανάλογα με το είδος και τη σημασία τους. Γνωρίζω ότι υπάρχουν και άλλες ανάλογες και πολύ πιο πλούσιες συλλογές για Ρουμελιώτικες λέξεις κι εκφράσεις, όμως διαφέρουν σαφώς από το γλωσσικό ιδίωμα της περιφέρειας του Λιδωρικίου. Θεωρώ ότι η συλλογή μου θα είναι μια ευχάριστη έκπληξη για τους μεγαλύτερους σε ηλικία συμπατριώτες μου και ότι θ’  αποδειχθεί χρήσιμη στους νεώτερους σε ηλικία, αλλά και στους προσεχώς επερχόμενους. Περιορίσθηκα στις γλωσσικές και ετυμολογικές ερμηνείες μου και αφήνω την αποστολή αυτή στους ειδικότερους και σε όποιον επιθυμεί να ασχοληθεί. 


α) Ζώα-ερπετά-πουλιά-έντομα

β) Χαρακτηρισμοί

γ) Φρούτα-Φαγητά-Φαγώσιμα

δ) Εργαλεία-Αντικείμενα-Μέσα

ε)  Ενδύματα-Ρουχισμός

στ) Έννοιες Ρημάτων

ζ) Τοπικά επιρρήματα

η)  Διάφορα

Νέα Μουδανιά Χαλκιδικής, 20/03/2021

Γεώργιος Ι. Ριόλας

Αντιστράτηγος ΕΛ.ΑΣ. ε.α.

Ε-Mail: griolas@gmail.com     

……………………………………….


Οκτώβριος 1965, γυναικεία παρέα στο Κουπάκι

 

1.- Ζώα, ερπετά, πουλιά, έντομα:

Ο Αναβολιός = Ο Τυφλοπόντικας, που ζει μέσα στη γη. Την ύπαρξή του την προδίδει ο ίδιος, από τα χώματα που βγάζει στην επιφάνεια της γης, σχηματίζοντας μικρής έκτασης και ύψους λοφάκια, ή από τις τρύπες που ανοίγει απ’ όπου χάνεται άσκοπα το νερό, όταν λ.χ. ποτίζουμε το περιβόλι μας.              
Η Βερβέρα, ή η Βερβερίτσα = Το είδος μαύρου σκίουρου, με τη λευκή λωρίδα στο στήθος, που ζει στον Ελλαδικό χώρο.
Η Βροχαλίθρα = Η Σαλαμάνδρα, το σπανίως εμφανιζόμενο ερπετό. Είναι ένα είδος αργοκίνητης, παρδαλής και με λείο δέρμα σαύρας, που εμφανίζεται σε περιόδους μεγάλων βροχοπτώσεων. Ως βασικό χρώμα έχει το μαύρο και στο σώμα της φέρει διάσπαρτες μεγάλες κιτρινοκόκκινες βούλες. 
Η Καλιακούδα ή Κάργια = Είδος μαυρωπού κορακοειδούς πτηνού. Βλέπαμε ιδίως κατά τις χειμερινές περιόδους, πολύ ψηλά στον ουρανό, πολυπληθή σμήνη από Καλιακούδες/Κάργιες, να κάνουν κύκλους κράζοντας.
Τα Καραβέλια = Τα πουλιά Ψαρόνια, ή Μαυροπούλια, που συνήθως πετούν σε πολυπληθή σμήνη. Εμφανίζονται κυρίως κατά το φθινόπωρο και χειμώνα.    
Ο Κλάρας = Είδος ασπρόμαυρου Πελαργού, που κατά εποχές εμφανιζόταν στα μέρη μας κι έκανε μοναχικούς γύρους στον ουρανό.                
Ο Κομπόγιαννος = Το χαριτωμένο πουλάκι, γνωστό και ως Κοκκινολαίμης. Το λεγόμενο αηδόνι του χειμώνα. Είναι ο προάγγελος του χειμώνα. Στην Ελλάδα απαντάται μόνο κατά τη χειμερινή περίοδο.   Οι Κόνιδες = Τα αβγά από τις ψείρες, από τις οποίες υπέφεραν οι άνθρωποι κατά άλλες κακές εποχές ή οι στρατιώτες σε στρατώνες ή στο πολεμικό μέτωπο.    
Τα Μαρτίνια = Οι οικόσιτες κατσίκες ή προβατίνες, ή τα οικόσιτα αρνοκάτσικα.                                
Το Μουλντιράκι = Το Σαμιαμίδι, το μικρό και χαριτωμένο ερπετό - σαύρα που συνήθως απαντάται σε τοίχους σπιτιών.
Ο Μουσαφίρης = Είδος σχετικά μεγάλου μεγέθους γκριζωπού, χνουδερού και ακίνδυνου εντόμου, που όταν έμπαινε στο σπίτι μας θεωρούνταν ως προάγγελος κάποιας επίσκεψης. Όλως παραδόξως, αυτό συνέβαινε αφού κάποιος ερχόταν κάποια στιγμή την ίδια ημέρα σπίτι μας απρογραμμάτιστα.
Ο Μπάκακας ή το Μπακακάκι = Ο Βάτραχος, ή το βατραχάκι.                                       
Η Μπράσκα = Ο Βάτραχος Φρύνος. Πρόκειται για ένα σπάνιο είδος βάτραχου, πολύ μεγαλύτερου μεγέθους από τους γνωστούς - από τους κοινούς, με γκρίζο-καφετί χρώμα και σκληρό δέρμα, που κρύβεται σε τρύπες. Τα σάλια του έχουν τοξική επίδραση.                              
Ο Μπούμπζας = Το ιπτάμενο μαυρο-χρυσο-πράσινο έντομο, ο ακίνδυνος Χρυσοκάνθαρος που πετάει αργά, που τρυπάει και τρώει αχλάδια, μήλα, σύκα κ.ά. φρούτα. Λεγόταν και ως κοροϊδευτικός χαρακτηρισμός για κάποιο άτομο, ότι δηλαδή ήταν ανόητος, λ.χ. «άντε βρε Μπούμπζα, ή βρε τον Μπούμπζα…».         
Το Όρνιο = Είδος Γύπα, που κατά κανόνα τρεφόταν από ψοφίμια - νεκρά ζώα. Εδώ κι αρκετά χρόνια, έχει εκλείψει από την περιφέρεια του Λιδωρικίου.                                    
Το Σερσένι = Είδος κιτρινόμαυρης, ή κιτρινομαυροκόκκινης, ή και μαύρης Σφήκας. Είναι σαφώς πιο χοντρή από τις συνήθεις και φέρει κεντρί.             
Η Σοκολίδα = Το πουλί, γνωστό και ως η Σουσουράδα, που συχνάζει σε ρεματιές, ή όχθες ποταμών.   Ο Σκούρκος = Η μεγάλη - μακρουλή κιτρινομαυροκόκκινη και πολύ επικίνδυνη Σφήκα.                       
Οι Τουρκοπούλες = Οι Καρδερίνες.                                                            
Τα Τσιρτζάνια = Τα Σπουργίτια, (από το πολύ τσιρ - τσιρ).                                           
Ο Υφαντάκος = Η Αράχνη.                               

2.- Χαρακτηρισμοί

Ο Ανπάτης = Ο κουτσός άνθρωπος, που περπατώντας λόγω αναπηρίας, γέρνει πότε δεξιά και πότε αριστερά, που τραμπαλίζει κατά το βάδισμά του, που πατάει αναλόγως.
Ο Αντίσκαστος - η - ο = Ο ίδιος ακριβώς, ο ολόιδιος, το άλλο μισό που ταιριάζει απολύτως με το όλον, πριν σκάσει ή χωρίσει σε δύο μέρη. λ.χ. λέγαμε ότι «αυτός είναι αντίσκαστος με τον πατέρα του».
Ο Αντισμένος - η - ο = Ο δαιμονισμένος, αυτός που έχει καταληφθεί, ή πειραχθεί από δαιμόνια, από πνεύματα του κακού, λ.χ. αερικά, εξωτικά. Ίσως προέρχεται από τη λέξη ραντισμένος από το πνεύμα του κακού.
Ο Απόδετος - η - ο = Ο ξυπόλητος, που δεν φορά ή δεν έχει υποδήματα.
Το Ανταμκό = Κάτι που είναι ή κατέχεται ή διαχειρίζεται εξ αδιαιρέτου, από δύο ή και περισσότερα άτομα.
Ο Αρόγιαγος = Ο άντρας που τριγυρνά εδώ κι εκεί, σαν να μην έχει σπίτι ή οικογένεια για να επιστρέψει εκεί. Για διάφορους ανάλογους τύπους, λεγόταν και η κοροϊδευτική φράση «γυρίζει σαν αρόγιαγο γελάδι».
Ο Ατσίγγανος - η - ο = Αυτός που είναι συστηματικά ανόρεκτος, που δεν τρώει όπως πρέπει και είναι αδύνατος.
Ο Αχαμνός - η - ο = Ο αδύνατος άνθρωπος ή ζώο.
Ο Βουρλισμένος - η = Ο έντονα θυμωμένος.
Ο Γκαϊδός - η= Ο αλλήθωρος άνθρωπος.
Ο Γκαβός - η = Ο τυφλός, ο στραβός άνθρωπος, ή και ο αλλήθωρος.
Ο Γκαρόψυχος - η = Ο κακόψυχος. Παραπέμπει σε γάιδαρο, που γκαρίζει.
Το Γιοργό = Το Γοργό. Έτσι λεγόταν λ.χ. το γρήγορο, το άξιο άλογο, μουλάρι, γάιδαρος, διότι υπάρχουν και αργοκίνητα ζώα. Αντίθετό του, το οκνό.
Το Γκριντάλι = Το υψηλόσωμο και πολύ δυνατό παλληκάρι, ή το ανάλογο κριάρι.
Τα Διαβατάρικα. Εκ του διαβαίνω. Παράγωγο ο διαβάτης, δηλαδή ο περαστικός = Αναφερόταν στα κοπάδια ζώων που διάβαιναν - περνούσαν από το Λιδωρίκι, την άνοιξη προς τα ορεινά χωριά ή το φθινόπωρο προς την Αττική κ.α. Αφορά και τα διαβατάρικα κοπάδια - σμήνη πουλιών.
Ο Διάτανος = Ο διάβολος, ο έξω απ’ εδώ.
Ο Ζουμπάς = Ο αρκετά κοντός άνθρωπος.
Ο Ζουρζουβούλης = Το πειραχτήρι. Λεγόταν ιδίως για κάποιο παιδί που πείραζε τα άλλα παιδιά.
Ο Θράσιος - α - ο = Αναφερόταν με λυπητερή έννοια σε κάποιον άνθρωπο ή και ζώο που χάθηκε άδοξα, άδικα, που αδικήθηκε στη ζωή.   
Κακοφάγανος - η - ο = Αυτός που δεν τρώει όλα τα φαγητά, ή ό,τι κι ό,τι.
Το Καραφούνταλο = Λέξη με ταυτόσημη έννοια με το Καραχούφταλο και μερικώς με το Ρούπιτο. Λέγεται για κάποιο πολύ γερασμένο κι ετοιμόρροπο άτομο, που μόλις στέκεται στα πόδια του.  
Ο Κάργας = Αυτός που παριστάνει τον παλληκαρά, τον πολύ δυνατό.
Ο Καρλαύτης = Αυτός που έχει χαρακτηριστικά μεγάλα αυτιά, που στρίβουν - εξέχουν προς τα έξω - προς τα εμπρός.
Ο Κατσαγάνης = Ο εριστικός. Λεγόταν ιδίως για κάποιο ανάλογο παιδί.
Ο Κατσικοπόδαρος = Αυτός που η παρουσία του προαναγγέλλει ή που φέρνει κακοτυχία, ο γρουσούζης, ο γκαντέμης.
Ο Καψερός = Ο κακόμοιρος, ο δύστυχος, κακότυχος κλπ.
Ο Κωλοπετσωμένος - η - ο = Ο πολύ άξιος, ο πολύ επιδέξιος. Αλλά και αυτός που ανταποκρίνεται σε δύσκολες καταστάσεις ή που πετυχαίνει τους σκοπούς του με υψηλή ευφυΐα, θράσος, πανουργία κλπ.   
Η Κορακαηδόνα= Αναφέρεται με κοροϊδευτικό, σκωπτικό, μειωτικό περιεχόμενο,  κυρίως για γυναίκα ότι είναι ανόητη, επιπόλαιη κλπ. Λέξη με μεταφορική έννοια και σύνθετη από το Κοράκι και το Αηδόνι, αφού δεν μπορεί να υπάρξει κοράκι που θα λαλεί σαν αηδόνι. Λέγεται σπανιότερα και για κάποιον ανάλογο άνδρα, ως Κορακαηδόνης.
Ο Κορακοζώητος = Ο μακρόβιος, αυτός που ζει περισσότερα χρόνια από τον μέσο όρο ζωής των άλλων ανθρώπων. Υπάρχει η δοξασία ότι τα κοράκια ζουν πάρα πολλά χρόνια.
Ο Κουρούνης - α - νικο = Ο αξιολύπητος, ο ταλαίπωρος άνθρωπος.
Ο Λάιος ή Λάγιος - α = Το μαύρο πρόβατο, ή σκύλος ή κάποιο άλλο ζώο. Μεταφορικά ο πολύ μελαχρινός άνθρωπος.
Ο Λέλεκας = Ο αρκετά ψηλός άνθρωπος, που έχει ύψος πάνω από το συνηθισμένο. Παράγωγο του Λελεκιού, του Πελαργού.
Ο Λιάρος - α - ο = Το παρδαλό ζώο, το δίχρωμο, ή και με περισσότερα χρώματα.
Ο Μερέλης = Ο ανόητος, αμελής, παράλυτος. Εξ’ ου και η λέξη «Μερέλιασα», δλδ χάζεψα, παρέλυσα.
Ο Μουνουχημένος = Ο ευνουχισμένος. Λεγόταν και Τσοκανισμένος.
Ο Μούρκης = Ο σκύλος με μαυρωπό πρόσωπο, που μοιάζει σαν να είναι  μουτζουρωμένο. Λεγόταν και για πολύ μελαχρινό άνθρωπο.
Ο Μουσκουφός - η = Ο παράξενα εσωστρεφής, ο  κρυψίνους, ο πονηρός άνθρωπος. Ίσως προέρχεται από το μισοκουφός, από τον πονηρό που παριστά ότι δεν ακούει.
Ο Μπουνιασμένος = Ο άνθρωπος που είναι πολύ εκνευρισμένος, θυμωμένος, αγανακτισμένος, που έχει μαυροκοκκινίσει το πρόσωπό του κι έχει αγριέψει η ματιά του. Λεγόταν και η φράση «είμαι νευριασμένος μέχρι τα μπούνια».
Ο Οκνός - η - ο = Ο οκνηρός, ο τεμπέλης, ο αργοκίνητος άνθρωπος, ή κάποιο ανάλογο ζώο. Αντίθετό του: ο Γιοργός.
Το Ρούπιτο = Ο ρημαγμένος, κουρελής, αξιολύπητος, σε ελεεινή, σε τρισάθλια κατάσταση. Το ετοιμόρροπο άτομο, που μόλις στέκεται στα πόδια του. Πιθανόν προέρχεται από το ερείπιο.
Το Σάψαλο = Το ερείπιο, αυτό ή αυτός που είναι σε κάκιστη κατάσταση.
Ο Σιατλός = Ο ανίκανος, αδέξιος, ανεπρόκοπος.
Ο Τρυγόνης - α = Ο αξιολύπητος, ο ταλαίπωρος. Αντίστοιχο του Κουρούνης κ.ά.π.
Ο Τρόχαλος = Ο Χαλιάς, το κατηφορικό μέρος με τις πάρα πολλές πέτρες.
Ο Τσιούλος = Αυτός που έχει πολύ μικρά αυτιά.
Η Ξομπλιάστρα = Η γυναίκα που σχολιάζει με κακόβουλο τρόπο, που κοροϊδεύει άλλους, που κουτσομπολεύει, που ασχολείται με τις υποθέσεις άλλων.
Ο Φλέτρας = Αυτός που τρέχει πάρα πολύ γρήγορα και ανάλαφρα, σαν να έχει φτερά στα πόδια του.
Ο Χλεμπονιάρης = Ο κιτρινιάρης, ο χλωμός, ο αρρωστιάρης.

3.- Φρούτα - Φαγητά - Φαγώσιμα      

Η Αγ(ου)λιά = Η ψίχα, ο καρπός, το εσωτερικό, λ.χ. του καρυδιού ή του αμύγδαλου.
Το Αγγούρμαστο = Το μη ώριμο φρούτο. Μεταφορικά και το παιδί - τον έφηβο.
Η Βιταλιά = Είδος παραδοσιακής χωριάτικης Λαγάνας- κουλούρας. Είδος χωριάτικης πίτσας. Οι νοικοκυρές την έφτιαχναν με ζυμάρι που κρατούσαν, όταν επρόκειτο να ψήσουν ψωμί - καρβέλια στον ξυλόφουρνο. Την έριχναν να ψηθεί τελευταία επάνω στις καυτές πλάκες της εισόδου του φούρνου. Τρωγόταν πάντοτε ζεστή, με ελιές, τυρί, ντομάτα, μαρούλι και με ό,τι άλλο είχε ή προτιμούσε ο καθείς. Το Βουδέλο = Το βοδινό κρέας. Εκ του Βους.
Το Καθάριο = Έτσι λεγόταν ο άρτος, το ψωμί που κατασκευαζόταν από αλεύρι σιταριού, προς διάκριση από το Κριθαρένιο ή το Καλαμποκάλευρο (Μπομπότα).
Τα Καπρολάχανα = Τα λάχανα που φυτεύαμε σε κήπους, με τα ανοικτά και σκουρόχρωμα και χοντρόφλουδα φύλλα, που συνήθως τρώγονται βραστά. Η Μάπα λέγαμε το λάχανο με τα κλειστά, με τα ανοικτόχρωμα και ψιλόφλουδα φύλλα, που τρώγονται είτε ως ψιλοκομμένη σαλάτα, είτε σε λαχανοντολμάδες.
Η Κλάστρα, ή Κουλάστρα = Η γαλατόπιτα από το πρώτο, το πιο πηχτό γάλα των νεογεννημένων προβάτων ή γιδιών, δηλαδή αφού γεννήσουν, από το πρωτόγαλα των 2-3 ημερών.  
Τα Κοκόσια = Τα καρύδια, ιδίως τα μικρά και με σκληρό κέλυφος.
Το Κοκοφίνι = Η γαλατόπιτα που γινόταν από το πρωτόγαλα των νεογεννημένων προβάτων ή γιδιών, με την προσθήκη λίγου καλαμποκάλευρου ή αλευριού.  
Το Κουσιμάρι = Γίνεται από  φρεσκοπηγμένο και ελαφρώς ξυνισμένο τυρί, με την προσθήκη λίγου καλαμποκάλευρου ή αλευριού. Μαγειρεύεται στο τηγάνι, όπου ανακατεύεται συνεχώς επί αρκετή ώρα, μέχρι το μείγμα να γίνει σαν αλοιφή και να ξεροψηθεί. Είναι τύπου σαγανάκι, αλλά με κατά πολύ ανώτερη γεύση. Μεγάλη λιχουδιά, αλλά και πολύ παχυντική.
Τα Μπαρδάκια = Τα καφέ δαμάσκηνα.
Τα Νταουσάνια = Τα μαύρα δαμάσκηνα.
Οι Παπαδέλες = Οι ψητοί σπόροι καλαμποκιού που ψήναμε στις καυτές πλάκες του τζακιού. Ήταν σχεδόν παρόμοιο με το ποπ κορν.
Τα Πιπιτσένια = Τα αμύγδαλα με το αφράτο κέλυφος, που για να φάμε τον καρπό, δλδ την αγουλιά τους, τα σπάζαμε και με τα δόντια μας.
Προσφάι, προσφαγίζω = Τρώω κάποιο πρόχειρο τρόφιμο ή το τρώω λίγο-λίγο, με πολλή οικονομία, όπως κάναμε με το τυρί.
Το Ταΐνι = Το φαγητό, η τροφή. Λεγόταν η φράση «ήρθε, ή το κάνει για το ταΐνι».
Η Τριψιάνα = Το βρασμένο πρόβειο ή γίδινο γάλα, που το τρώγαμε αλατισμένο και με ψωμί, κομμένο - τριμμένο σε κομματάκια. Σε άλλα μέρη λέγεται Παπάρα.
Η Τσαγαλιά - Τα Τσάγαλα = Η Αμυγδαλιά - τα χλωρά αμύγδαλα.
Το Χαμοκούκι = Μπομπότα (χυλός καλαμποκάλευρου) που ψηνόταν στην καμένη πλάκα του τζακιού. Συνήθως χυνόταν επάνω σε φύλλα καστανιάς ή πλάτανου και για να ψηθεί σκεπαζόταν με τη μεταλλική γάστρα, η οποία καλυπτόταν με αναμμένα κάρβουνα.
Το Χάσικο = Το αφράτο λευκό σιταρένιο ψωμί, του αρτοποιείου, που το τρώγαμε λες και ήταν γλυκό, επειδή είχαμε βαρεθεί τη μπομπότα (από καλαμποκάλευρο) ή το «καθάριο ψωμί», (από σιτάλευρο), δηλαδή το χωριάτικο ψωμί, που ψηνόταν στους παραδοσιακούς ξυλόφουρνους. Λεγόταν έτσι επειδή μάλλον το τρώγαμε σαν να ήταν γλυκό, οπότε χανόταν πολύ γρήγορα.

 4.- Εργαλεία - Αντικείμενα - Μέσα

Τα Αγγειά ή Αγγεία =  Τα αγγεία του σώματος, αλλά και τα διάφορα δοχεία, λ.χ. φώναζε ο Γανωτσής: «Ο Γανωτσής! Ελάτε κυράδες, γανώνω όλα τ’ αγγειά σας κλπ». Έτσι λέγονταν μεταφορικά και τα ανδρικά γεννητικά όργανα. λ.χ. λεγόταν η φράση «μπήκε στ’ αυλάκι ή στο ποτάμι κλπ και το νερό έφτασε μέχρι τα αγγειά του».
Η Αγγίδα = Ένα μυτερό, μικρό και λεπτό κομματάκι ξύλου.
Η Βαριά = Το μεγάλο και βαρύ σφυρί, με το μακρύ στειλιάρι, που χρησιμοποιούμε για σπάσιμο βράχων, ή σχίσιμο κορμών.                                                        
Η Βεδούρα = Έτσι λέγεται το μικρό στρογγυλό, συνήθως κέδρινο, ξύλινο αγγείο (δοχείο), όπου συνήθως οι κτηνοτρόφοι και οι νοικοκυρές έπηζαν γιαούρτη. Οι παλιές, οι αυθεντικές Βεδούρες κατασκευάζονταν με σανιδάκια από κέδρο, τα οποία δένονταν εξωτερικά και αριστοτεχνικά με ξύλινα κλαδιά, με στενόμακρες φέτες κέδρου.                                 
Το Δεμάτι = Αποτελούνταν από 10-15 χερόβολα που τοποθετούνταν αντικριστά - εναλλάξ μεταξύ τους, επάνω σε μια μεγάλη ζώνη που κατασκευαζόταν από μακριά στελέχη, δηλαδή από καλαμιές σίκαλης και κατά το δέσιμο στρωνόταν στη γη.  Τα στελέχη της σίκαλης βρέχονταν ώστε να μην σπάσουν κατά την πλέξη τους και κατ’ αυτό τον τρόπο κατασκευαζόταν μια μακριά ζώνη. Όλες οι ζώνες βρέχονταν συχνά ώστε να είναι μαλακές  προκειμένου να μην σπάσουν κατά το δέσιμο του κάθε δεματιού.  Ακολούθως, 4-6 δεμάτια φορτώνονταν σε κάθε άλογο ή μουλάρι. Σε παλαιότερες εποχές  μεταφέρονταν και συγκεντρώνονταν σε αλώνι. Το αλώνι ήταν καλιγωμένο (στρωμένο) με πέτρες - πλάκες. Όλη η επιφάνειά του και πριν το άπλωμα των σιτηρών, καλυπτόταν από ένα στρώμα νερουλιασμένης κοπριάς γελαδιών, που δημιουργούσε μια παχιά στρώση. Αφού μετά από 5-6 μέρες στέγνωνε η στρώση, κοβόταν κάποια κατάλληλη ημέρα η κάθε ζώνη και αρκετά δεμάτια και τα χερόβολα απλώνονταν γύρω - γύρω στην επιφάνεια του αλωνιού. Κατ’ αυτόν τον τρόπο  αλωνίζονταν τα απλωμένα σιτηρά με το πάτημα 5-8 δεμένων στη σειρά αλόγων, μουλαριών που περπατούσαν, που περιστρέφονταν γύρω - γύρω από έναν πάσαλο, τον λεγόμενο στρίαλο, που ήταν μπηγμένος στο κέντρο του αλωνιού. Κατά διαστήματα μαζεύονταν και απομακρύνονταν οι τριμμένες καλαμιές και ο καρπός και απλώνονταν στο αλώνι και άλλα δεμάτια και χερόβολα. Ο καρπός λιχνιζόταν την ίδια ημέρα (εφόσον υπήρχε κατάλληλος αέρας), ή κάποια άλλη ημέρα, προκειμένου να ξεχωρίσει ο καρπός από τα άχυρα κ.λ.π. ξένα σώματα. Πολλή μεγάλη διαδικασία και ταλαιπωρία. Απ’ εκεί βγήκε και η παροιμιώδης φράση «θέρος, τρύγος, πόλεμος». Σε νεώτερες εποχές, τα δεμάτια μεταφέρονταν με τα ανάλογα ζώα σε κάποιο από τα τρία  θημωνοστάσια του Λιδωρικίου, όπου τα δεμάτια κτίζονταν σε σωρό, τη λεγόμενη θημωνιά, προκειμένου να αλωνιστεί η καθεμιά από την αλωνιστική μηχανή, που πήγαινε εκεί προκειμένου να αλωνίσει με σειρά όλες τις θημωνιές.
Το Δερμάτι = Το δέρμα κάποιου σφαγμένου ζώου, ο ασκός ή το ασκί.                                            
Το Δικέλι = Ήταν το μακρύ ξύλινο ή σιδερένιο γεωργικό εργαλείο με δύο κυρτά δόντια στην άκρη του. Μ’ αυτό οι αγρότες λίχνιζαν στις παλιές εποχές, δηλαδή ανασήκωναν στο αλώνι, στον αέρα τα άχυρα κατά τον αλωνισμό με τα αλογομούλαρα.                                 
Το Δικούλι = Ήταν το μακρύ ξύλινο ή σιδερένιο γεωργικό εργαλείο με περισσότερα κυρτά δόντια στην άκρη του. Έμοιαζε με μεγάλη πιρούνα. Με το εργαλείο αυτό οι αγρότες μάζευαν πιο εύκολα τα κομμένα χόρτα.
Το Δικράνι = Ήταν το μακρύ ξύλινο ή σιδερένιο γεωργικό εργαλείο με κυρτή διχάλα στην άκρη του. Μ’ αυτό οι αγρότες λίχνιζαν παλιά στο αλώνι, δηλαδή ανασήκωναν στον αέρα τα άχυρα κατά τον αλωνισμό με τα αλογομούλαρα.
Το Δριμόνι = Το συνηθισμένο - το κανονικό κόσκινο, με το αραιό πλέγμα.
Το Κανναβίδι = Το λεπτό στριφτό σκοινί του εμπορίου, που κατασκευαζόταν από στελέχη κάνναβης.   Η Καπιστράνα ή το Καπίστρι = Το χαλινάρι του αλόγου, μουλαριού ή γάιδαρου, που το κρατάει δέσμιο - δεμένο, ή που του κόβει την ταχύτητα. Μεταφορικά λέγεται και για κάποιον που έχει ξεφύγει, που έχει τρελαθεί, ότι «έχει κόψει το καπίστρι».
Τα Κόπλα = Τα μικρά κλαδάκια που μαζεύαμε στη φύση ως προσάναμμα για ν’ ανάψουμε πιο εύκολα φωτιά.
Κορώνα - Τσέλια = Το παλαιό και κατά πολύ τυχερό παιχνίδι που το λέγαμε και «Στριφτό». Το κοινώς λεγόμενο «Κορώνα - Γράμματα», που διενεργούνταν με δύο κέρματα, που πετιούνταν μαζί στον αέρα κι έπρεπε να έχουν την ίδια πλευρά/όψη όταν έπεφταν στο έδαφος. Κορώνα εννοείται η πλευρά του νομίσματος που φέρει την αναπαράσταση της κεφαλής κάποιου επισήμου προσώπου. Τσέλια ή Γράμματα η πλευρά που φέρει γράμματα, αριθμούς, ή άλλες παραστάσεις.   
Τα Κοτρώνια και τα Τσάκνα = Κοτρώνια λέγαμε με συνωμοτικό τρόπο, όταν βρίσκαμε μια φωλιά κάποιου πουλιού, που είχε αυγά. Τσάκνα λέγαμε επίσης με συνωμοτικό τρόπο όταν η φωλιά είχε πουλάκια. Τα λέγαμε έτσι, κατά τις παλιές δοξασίες, για να μην μας ακούσουν τα φίδια και καταλάβουν ότι βρήκαμε φωλιά που είχε αυγά ή πουλάκια, ώστε να μην πάνε και τα φάνε. Έτσι λέγαμε ότι η φωλιά έχει Κοτρώνια, ή ότι έχει Τσάκνα. Επίσης Τσάκνα (ή Κόπλα) λέγαμε και τα μικρά κλαδιά που συγκεντρώναμε για προσάναμμα. Από τους πιο ηλικιωμένους μας δινόταν η εντολή: «φέρτε τσάκνα, ν’ ανάψουμε φωτιά».      
Το Κουκουέρι = Η μικρού ύψους στήλη, το ορόσημο. Αποτελούνταν από 4-6 πλακερές πέτρες, που τοποθετούνταν η μία επάνω στην  άλλη. Στηνόταν για να δείχνει τα όρια κάποιου  χωραφιού, ή για  κάποιον άλλο λόγο, π.χ. να δείχνει το μονοπάτι, ή ένα συγκεκριμένο σημείο. Συχνά, ασπριζόταν με ασβέστη, για να είναι πιο εμφανής.                                    
Ο Κούτουλας = Το μικρό μεταλλικό μαγειρικό σκεύος, που είχε μακρύ χερούλι.
Η Κρικέλα = Ο μεγάλος ή και μικρός σιδερένιος κρίκος απ’ όπου μπορούμε να πιάσουμε ή να τραβήξουμε κάποιο αντικείμενο, έπιπλο κ.λ.π.                                        
Η Κρισάρα = Το ψιλό κόσκινο, με το πυκνό πλέγμα, με το οποίο συνήθως καθαρίζεται το αλεύρι από ξένα σώματα.
Το Κυβέρτι = Η κυψέλη, το σπιτάκι του σμήνους των μελισσών, ή και η φωλιά - η κουφάλα των σφηκών.
Η Λαήνα ή Λαγήνα = Το μεγάλο κεραμικό σκεύος στο οποίο παλαιότερα αποθήκευαν διάφορα φαγώσιμα.
Το Λεγένι = Η μεγάλη αλουμινένια λεκάνη.                                                                
Οι Λελέντρες = Λουλούδια ανεμώνες, αλλά και στολίδια, χάντρες. Σχετική και η παροιμιώδης φράση «τώρα στα γεράματα γυρεύει-ζητάει παπούτσια με Λελέντρες».
Το Λιτσάρι = Ήταν η ξύλινη σκάφη, ή η φυσική γούρνα, όπου ο κτηνοτρόφος έχυνε το τυρόγαλο και τα σχετικά υπολείμματα που παράγονταν κατά την πήξη του τυριού, για να τα πιουν οι ποιμενικοί σκύλοι του. Λεγόταν και η φράση «μαλώνουν σαν τα σκυλιά στο Λιτσάρι», διότι δαγκώνονταν μεταξύ τους κατά την προσπάθειά τους ποιο θα πει πρώτο, ή πιο πολύ. Λεγόταν επίσης και για παιδιά ή και για μεγαλύτερους ανθρώπους, που μάλωναν με ανάλογο τρόπο.     
Η Λούρα ή ο Λούρος = Η αρκετά μακριά βέργα, που συνήθως είναι από τα φυτά Παλιούρι ή τον Μέλεγγο, με την οποία τινάζουμε τους καρπούς από τις καρυδιές και τις αμυγδαλιές.    
Το Λυτάρι = Το σκοινί, η τριχιά. λ.χ. λεγόταν η φράση «πάρε το λυτάρι και δέσε το άλογο στο παλούκι να βοσκήσει».    
Ο Μπότης = Πήλινο δοχείο για κρασί ή νερό.
Η Πλεξιάνα = Η πλεξούδα η οποία δημιουργείται από το αρμάθιασμα σκόρδων ή κρεμμυδιών. Το πλέξιμο σε κοτσίδα των γυναικείων μαλλιών.                                 
Το Ροΐ (εκ της ροής) = Ήταν το μεταλλικό δοχείο από το οποίο οι νοικοκυρές έρεαν ελαιόλαδο και λάδωναν (μετρημένα με το μάτι) τα φαγητά τους. Λεγόταν και η φράση: «με το ροΐ το λάδι, καλά και τα λαπαθόφυλλα», δλδ τα βρασμένα φύλλα των λάπαθων,  ενώ χωρίς ελαιόλαδο ήσαν άνοστα, με αρκετό ελαιόλαδο γίνονταν κι αυτά πολύ νόστιμα. Αυτό λεγόταν προς οικονομία, σ' εποχές που το λάδι σπάνιζε στα ορεινά ιδίως χωριά.        
Η Σιδηροστιά = Η τριγωνική μεταλλική κατασκευή όπου στηρίζεται - ακουμπά το μαγειρικό σκεύος και μαγειρεύει το φαγητό πάνω από τη φωτιά.
Το Σκιατζούρι (εκ του σκιάζομαι = φοβάμαι) = Επρόκειτο για κάποια σταθερή ή κινούμενη κατασκευή, φτιαγμένη  από παλιά ρούχα σε σχήμα ανθρώπου, την οποία τοποθετούσαν οι αγρότες στο αγρόκτημά τους, σπαρμένο συνήθως με καλαμπόκι, ή στην αυλή τους όπου περιφέρονταν τα πουλερικά τους, προκειμένου να φοβούνται τα επιβλαβή πτηνά, όπως τα κορακοειδή ή τα γεράκια. Είχε και παρεμφερείς έννοιες.                              
Τα Σόμπολα = Οι μικρές πέτρες με τις οποίες συμπλήρωναν οι οικοδόμοι τους πετρόκτιστους τοίχους, ή παραγέμιζαν την εσωτερική - την πίσω πλευρά τους. Λεγόταν και η φράση προς τον βοηθό τους: «παραγιέ, σόμπολα και λάσπη», δλδ φέρε υλικά.       
Ο Σοφράς = Το τραπέζι με τα πολύ κοντά πόδια - στηρίγματα. Παλαιότερα οι χωρικοί, ελλείψει καθισμάτων, συνήθιζαν να τρώνε στον Σοφρά, καθήμενοι γύρω του σταυροπόδι στο πάτωμα, ή επάνω σε στρωσίδια ή μαξιλάρια.
Η Τάβλα = Σημαίνει και το τραπέζι, εξ ου και «τα τραγούδια της τάβλας», δλδ τα δημοτικά-καθιστικά τραγούδια που τραγουδιόντουσαν χωρίς τη συνοδεία μουσικών οργάνων από μια παρέα που καθόταν και έτρωγε, έπινε κλπ γύρω από το τραπέζι. Επίσης έτσι λέγεται και η σανίδα. λ.χ. οι τάβλες του κρεβατιού, ή θα πάρω μια τάβλα και θα σε χτυπήσω.  
Το Τριβέλι = Το τρυπάνι.                                                      
Η Τσίτσα = Ξύλινο δοχείο για το κρασί.
Το Τυλιγάδι = Το αντικείμενο επάνω στο οποίο τυλίγουμε ή τυλίξαμε ως ρολό ύφασμα ή νήματα.        
Το Φκάρι = Το θηκάρι, η θήκη μέσα στην οποία φυλάσσουμε ένα μεγάλο μαχαίρι.                     
Η Φούρκα = Το διχαλωτό ξύλο που χρησιμοποιείται ως στήριγμα κάποιου φυτού ή κορμού.
Ο Φώλος = Το πραγματικό ή το ψεύτικο αυγό, που συνήθως κατασκευαζόταν από γύψο. Ένα τέτοιο αυγό έπρεπε να βρίσκεται στις φωλιές του Ορνιθώνα, ώστε να παρακινούνται οι κότες και να γεννούν μέσα σ’ αυτές το αυγό τους κι όχι σε άλλα σημεία, με τους ανάλογους κινδύνους.               
Το Χλιάρι = Το κουτάλι. Ό,τι απέμεινε από την αρχαία λέξη το Κοχλιάριον. Λεγόταν και η φράση «40 Βλάχοι (τρώνε) μ’ ένα Χλιάρι».  

5.- Ενδύματα - Ρουχισμός

Η Βελέντζα = Είδος πλεκτής μάλλινης και σχετικά βαριάς κουβέρτας, που πλεκόταν στον αργαλειό και είχε διάφορα σχέδια - κεντίδια και χρώματα. Χρησιμοποιούνταν κυρίως ως σκέπασμα κατά τον χειμώνα.
Το γνέμα = Το νήμα. Κατασκευαζόταν με το στρίψιμο του μαλλιού με τη ρόκα, για υφαντά του αργαλειού κ.λ.π.
Η Κάπα = Αρκετά βαρύ και μεγάλου μήκους παλτό. Κατασκευαζόταν μόνο από γίδινο μαλλί - νήμα, το λεγόμενο «Τράγιο» και υφαινόταν στους παραδοσιακούς αργαλειούς. Χρησιμοποιούνταν ιδίως από κτηνοτρόφους, που είτε τη φορούσαν για να ζεσταίνονται, είτε την άπλωναν στο έδαφος ή επάνω σε θάμνους, ή στο κρεβάτι της καλύβας τους και ξάπλωναν επάνω της. Ήταν και αδιάβροχη λόγω της πυκνής πλέξης και του πάχους της.
Η Καπότα = Ανάλογο παλτό, αλλά ελαφρύτερο, κοντύτερο, που έφερε και κουκούλα. Χρησιμοποιούνταν ιδίως από κτηνοτρόφους.                                                       
Η Καραμελωτή = Είδος βαμβακερής κουβέρτας, σχετικά ελαφριάς, που έφερε διάφορα σχέδια - κεντίδια και χρώματα. Χρησιμοποιούνταν ως κάλυμμα κρεβατιών, ή ως ελαφρύ σκέπασμα στον ύπνο.
Η Μαρούδα = Το συνήθως πολύχρωμο υφαντό σακούλι, με το οποίο οι χωρικοί μετέφεραν φαγώσιμα και άλλα πράγματα. Το ταγάρι. Στις γωνίες του επάνω μέρους της είχε ραμμένο και πλεκτό κορδόνι, με το οποίο κρεμόταν στον ώμο ή σε κάποιο άλλο σημείο.    
Η Πατατούκα = Το χοντρό πανωφόρι, ένα είδος παλτού.                                      
Το Τουλουπάνι = Το συνήθως βαμβακερό λεπτό ύφασμα με την πυκνή πλέξη που χρησιμοποιούνταν ως σουρωτήρι, για φιλτράρισμα κάποιου υγρού, όπως το γάλα, το νερό κ.ά.
Το Τράστο = Το συνήθως πολύχρωμο υφαντό, μικρού μεγέθους σακούλι - ταγάρι. Είχε και πλεκτό κορδόνι, με το οποίο κρεμόταν στον ώμο ή σε κάποιο άλλο σημείο.      
Η Τριχιά = Το λεπτό ή και χοντρό πλεκτό σκοινί, που κατασκευαζόταν από τις σκληρές τρίχες γιδιών, αλόγων ή μουλαριών.                                                  
Το Τσόλι = Το ευτελές, το μικρής αξίας ύφασμα, ή το τριμμένο, ή παλιό ύφασμα.
Το Χράμι = Το υφαντό στρωσίδι, χαλί.

6.- Έννοιες Ρημάτων

Αβγαταίνω = Αυξάνω, πολλαπλασιάζω με ενέργειές μου μια ποσότητα, ή κάτι άλλο, όπως συμβαίνει με την κότα, με τα πουλιά ή με τα ψάρια κ.λ.π., που με τα αβγά τους πολλαπλασιάζουν το είδος τους.
Αλαλιάζω = Φωνάζω δυνατά και προκαλώ ζάλη, σύγχυση. «Ήρθε και μας αλάλιασε με τις φωνές του...».
Αναβελάζω = Κλαίω και σκούζω δυνατά και ταυτόχρονα.
Αναχαράζω = Μηρυκάζω. Η διαδικασία αναμάσησης της βοσκημένης ενωρίτερα τροφής από τα μηρυκαστικά ζώα, λ.χ. πρόβατα, γίδια, γελάδια, που συμβαίνει όταν αυτά ξεκουράζονται.
Απλογιέμαι = Αποκρίνομαι σε κάποιον που με καλεί, που με φωνάζει.
Αραδίζω = Περνώ συχνά από κάποιο μέρος. Σημαίνει και ότι είμαι σε σειρά. Γνωστή και η παροιμία «Αν είσαι και παπάς, με την αράδα σου θα πας».
Αστόχησα = Είχε την έννοια και του «το ξέχασα, το λησμόνησα». Έτσι λ.χ. λέγαμε: «αστόχησα το παλτό, το βιβλίο στο σπίτι», ή «αστόχησα να σου πω Χρόνια Πολλά» κ.ά.π.
Ζαλώνομαι = Φορτώνομαι στην πλάτη μου και μεταφέρω κάποιο βαρύ φορτίο, λ.χ. ένα δεμάτι με καυσόξυλα, ένα σακί με αλεύρι κ.ά.π.
Κακάρωσε = Απεβίωσε, Πέθανε.
Καλιγώνω = Πεταλώνω ένα άλογο ή μουλάρι. Επίσης στρώνω κάποιον δρόμο με πλάκες, με κυβόλιθους.
Καλοσκεράω - Καλοσκέρισα = Φέτος τρώω κάποιο φρούτο για πρώτη φορά, με το που ωρίμασε. Λέγαμε λ.χ. «φέτος δεν καλοσκέρισα κεράσια», δηλαδή δεν έφαγα ακόμη κεράσια. Πρόκειται για σύντμηση του «Καλώς όρισα».
Καργάρω = Δένω ή σφίγγω κάτι πολύ δυνατά, πολύ έντονα.
Κεντρώνω = Μπολιάζω κάποιο δένδρο να παράγει φαγώσιμους καρπούς, λ.χ. μια αγκορτσιά, μια ελιά, μια συκιά.
Κένωσε = Σημαίνει «σερβίρισε, βάλε φαγητό στο πιάτο μας, γέμισέ το». Προέρχεται από το εκκενώνω - αδειάζω.
Κλοπακάω, Κλοπάκισμα = Ο χαρακτηριστικός ήχος των υγρών (νερό, γάλα, κρασί) που κάνουν, όταν μετακινούνται μέσα στο δοχείο τους, όταν αυτό έχει κάποιο κενό, όταν δεν είναι πλήρες.
Κομποθιάζω - Ο Κομποθιασμένος = Δένω κάτι, δημιουργώντας κόμπους. Μεταφορικά σημαίνει είμαι σαν πιασμένος, σαν μπλεγμένος σε σκοινιά ή κλωστές.
Κοτάω = Τολμώ, ξεκινώ να κάνω κάτι. Λέγαμε φράσεις, όπως λ.χ.: «αν κοτάς, ξαναπέρνα απ’ εδώ», ή «δεν κοτάω ούτε και να το σκεφτώ», ή «κάνει τόσο πολύ κρύο που δεν κοτάω να ξεμυτίσω έξω», κ.ά.π.
Κουτουπώνω = Πιάνω κάποιον με σιγουριά, τον θέτω υπό τον πλήρη έλεγχό μου, ή τον βάζω κάτω, τον σκεπάζω με το σώμα μου και δεν μπορεί να μου ξεφύγει.
Κρένω = Μιλάω - Ομιλώ. Λέγαμε σε κάποιον λ.χ. «σου κρένω, δεν μ’ ακούς;», ή «κρίνε του, να βγει. Θέλω να του πω κάτι» κ.ά.π.
Κωλομουντρίζω = Αναβάλλω, μεταθέτω σε άλλο χρόνο, καθυστερώ, δεν κάνω ό,τι επιβάλλεται, αν και είναι στην ευχέρειά μου.
Λαβάτωσα, με λαβάτωσες κλπ = Τρόμαξα από κάτι, λ.χ. από κάτι άσχημο ή κακό, ή από κάτι απρόσμενο  που άκουσα στα ξαφνικά.
Μαλάζω = Πιάνω ή ακουμπώ κάτι με τα χέρια μου.
Ματσιαλάω = Μασάω-ώ κάποια τροφή. Λεγόταν λ.χ. και η ειρωνική φράση «ματσαλάει λ.χ. το φαγητό του ή μαστίχα, σαν να ’ναι κατσίκα».
Μεριάζω = Παραμερώ - παραμερίζω.
Ξεσβερλιάσθηκε = Εξαφανίσθηκε κάποιος, ξεριζώθηκε, χάθηκε ολοσχερώς ως άτομο ή ως γένος.
Ξεσφαγιάσθηκα = Σφάχθηκα, ξεσχίσθηκα, πληγώθηκα πάρα πολύ, πέφτοντας ή περνώντας από κάπου.
Ξετσιαουλιάσθηκα = Μου εξαρθρώθηκε το σαγόνι (τσιαούλι) μου, λ.χ. από τα πολλά γέλια ή από το έντονο χασμουρητό.
Ξεχάραξε = Αφορά αποκλειστικά την πουλάδα (κότα) που από το λειρί της (που μεγάλωσε και κοκκίνισε), φαίνεται ότι ωρίμασε και είναι σε φάση παραγωγής αβγών.
Ορμώνω - Όρμωσα = Τακτοποιώ, τακτοποιώ, βάζω σε τάξη, σε σειρά κάτι, λ.χ. ζώα κλπ. Λεγόταν λ.χ. η φράση «αφού όρμωσα τα πρόβατα, κάθισα να φάω, να πάω σπίτι μου κλπ». Λεγόταν και ως απειλή, λ.χ. «κάτσε καλά, γιατί θα σε ορμώσω», ή «του έκανε πολλά, αλλά την όρμωσε».
Παντυχαίνω = Προσδοκώ κάτι.
Παραγκωμιάζω = Επινοώ κάποιο ψευδώνυμο, ή κοροϊδευτικό όνομα με το οποίο αναφέρομαι σε κάποιον, ή τον περιγράφω σαν κάτι παραπλήσιο.
Παραντάλιασα = Διαλύθηκα, σκόρπισα κ.λ.π. από πολλή κούραση.
Πάτσιασμα, πατσιασμένος = Κάτι πολύ πατημένο, ζουλισμένο.
Πεδικλώνομαι, Πεδικλώθηκε (Λεγόταν και πιδικλώνομαι, πιδικλώθηκε κ.λ.π.) = Μπερδεύονται τα πόδια μου από κάποιο αντικείμενο ή πέτρα και ξύλο και παραπατώ ή πέφτω στο έδαφος.  
Πισωμίσθηκα (Λεγόταν και π’στουμίσθηκα) = Μπερδεύτηκα και έπεσα προς τα πίσω, ή κάπου, ή απογοητεύθηκα πάρα πολύ και λ.χ. «π’στουμίσθηκε η καρδιά μου», απ’ αυτό που μου συνέβη.  
Πιλαλάω (π’λαλάω) = Τρέχω. Λ.χ. λέγαμε «πλαλάει σαν λαγός».
Προκάνω = Προλαβαίνω να κάνω, ή να πιάσω κάτι, ή να πάω κάπου.
Ρέκαξα = Κραύγασα, έσκουξα από πόνο ή απελπισία. λ.χ. σε περίπτωση θανάτου κάποιου πολύ προσφιλούς ατόμου.
Ρουπώνω, Ρούπωσα κ.λ.π. = Χορταίνω από κάτι, επήλθε κορεσμός.
Σγαρλάω = Ανασκαλεύω, σκαλίζω το χώμα ή κάτι άλλο υλικό, ή μεταφορικά επανεξετάζω κάποια  υπόθεση.
Συμπάω = Αφορά τη φωτιά και συγκεκριμένα το μάζεμα των μισοσβησμένων δαυλιών και το φύσημα με το στόμα μας των αναμμένων κάρβουνων, για να μη σβήσει ή για να ξαναφουντώσει η φωτιά.  
Σινάω (ίσως παραφθορά του κινάω - κινώ) = Παρακινώ, δίνω εντολή - σήμα στον σκύλο μου, με κάποιο χαρακτηριστικό σφύριγμα, ή λέξη, να ξεκινήσει, να ορμήσει  προς κάποιο άτομο ή στόχο, να επιτεθεί, λ.χ. λέγοντάς του «όρμα, άντε».
Σκαπέτησα = Έφυγα μακριά, χάθηκα από το οπτικό πεδίο κάποιου, δεν φαίνομαι μετά από κάποια μακρινή στροφή.
Στομώνω = Σταματώ, εμποδίζω κάτι να κόψει, να προχωρήσει, λ.χ. το κοπάδι να μην πάει σε μέρος που δεν θέλει ο βοσκός, να κάνει μια αγροζημιά κλπ. Λεγόταν και η φράση «στόμωσε το μαχαίρι».
Στραβοτζάνιασα = Με πόνεσε ο λαιμός, ή ο σβέρκος μου από το πολύ στρίψιμο για να δω κάτι. Επίσης σήμαινε τον τρόπο με τον οποίο θανατώνω ένα πουλί, ή μια κότα με το στρίψιμο του λαιμού της.
Στρέγγαξα = Κραύγασα, έσκουξα από πόνο ή απελπισία. Ανάλογο ρήμα του Ρέκαξα. Αναφερόταν πιο πολύ σε ζώα. Λεγόταν και η φράση «Στρέγγαξε σαν γίδα». Αυτό συμβαίνει όταν η γίδα πιαστεί κάπου, ή όταν τραβηχτεί από το πόδι της απότομα,  ή δυνατά και πονέσει, οπότε βγάζει χαρακτηριστική κραυγή.
Τανυέμαι = Τεντώνομαι σε ύψος, τεντώνω το σώμα και τα χέρια μου, λ.χ. για να ξεμουδιάσω ή για να φτάσω κάτι.
Τένιασα =  Εξαντλήθηκα σωματικώς, είμαι πάρα πολύ κουρασμένος. Αυτό ίσχυε συνήθως μετά από  μια πολύ δύσκολη και διαρκείας χειρονακτική εργασία που έκανε κάποιος, ή μετά από μεγάλη και κοπιαστική πεζοπορία.  
Τσαγκουρνίσθηκα = Γρατσουνίσθηκα από κάποιο ξύλο - κλαδί, ή βάτο κλπ.
Χουχτάω = Κραυγάζω δυνατά, βγάζοντας άναρθρη κραυγή, για να με ακούσουν κάπου κοντά ή μακριά, λ.χ. για να εκφοβίσω τους λύκους.

7.- Τοπικά επιρρήματα   

Αδεδώ ή εδωδά = Εδώ ακριβώς, στο σημείο αυτό.
Αδεκείθε = Σ’ εκείνο το σημείο, εκεί πέρα. «Πήγαινε εκεί πέρα».
Αδαπάν = Εδώ επάνω, στο σημείο αυτό. «Έλα εδώ πάνω».
Δώθε = Από εδώ, προς τα εδώ, έλα εδώ.
Καταΐ = Στο έδαφος, στη γη (από το καταγής)
Κατάνακρα ή Κατανακρίς = Εντελώς στην άκρη ενός σημείου, επίπλου κλπ.
Κατάχαμα = Κάτω στο χώμα, επάνω στη γη. Κάθομαι κατάχαμα στο έδαφος.
Κει απάν = Εκεί επάνω.
Κει κάτ’ = Εκεί κάτω.
Ολούθε = Παντού, σε όλα τα σημεία του ορίζοντα, ή προς όλους τους ανθρώπους.  
Παρακατούλια = Λίγο πιο κάτω.
Παραπάν = Παρά πάνω, πιο πάνω.
Παραπανούλια = Παραπάνω, πιο πάνω.
Παρεκούλια = Πιο πέρα, παραπέρα.
Σιαδώ = Προς τα εδώ, έλα προς εδώ, προς το μέρος μου.
Σιακεί και Σιακείθε = Προς εκείνο το σημείο κ.λ.π.
Σιακάτω = Προς τα κάτω. Έλα ή πήγαινε προς τα κάτω.
Σιαπέρα = Παραπέρα αορίστως, κατά εκεί. Λεγόταν και η ειρωνική - σκωπτική φράση «σιαπέρα δουλειές» δλδ δουλειές-ασχολίες χωρίς ουσία, χωρίς αποτέλεσμα, ή χωρίς κέρδος - όφελος.
Σιαπίσω = Προς τα πίσω.
Σιαπού = Προς τα πού;

8.- Διάφορα

Αβέρτα = Συνεχώς. Λ.χ. φέρε αβέρτα ξύλα, δηλαδή μη σταματάς.
Αδελφομοίρι = Το κληρονομικό μερίδιο ενός αδελφού, το ποσοστό επί της κληρονομιάς εκάστου αδελφού, που θα μοιρασθεί με τον άλλο ή τα άλλα αδέλφια του.
Το Αλύχτημα = το γάβγισμα των σκύλων.
Ο Άμπουλας ή Άμπλας = Η πηγή νερού που στερεύει το καλοκαίρι. Συνήθως στην εκροή της σκαβόταν μια λακκούβα, όπου συγκεντρωνόταν το νερό της και απ’ όπου, ξεδιψούσαν γονατίζοντας ή σκύβοντας, οι διερχόμενοι άνθρωποι, αλλά και τα ζώα και πουλιά της φύσης.
Ο Αναφακάς = Η τύχη, η μοίρα, το πεπρωμένο του ανθρώπου. Λεγόταν η ευχή «άιντε και καλό αναφακά», δλδ σου εύχομαι να έχεις καλή τύχη.  
Το ανεμοτούρλιαγμα = Μεγάλο και έντονο ανακάτωμα, σύγχυση, ταραχή, σκόρπισμα. λ.χ. μπήκε στο κοτέτσι, κυνήγησε τις κότες, που ανεμοτούρλιαξαν, δηλαδή για να ξεφύγουν πετούσαν, ή έτρεχαν προς όλες τις κατευθύνσεις.
Αντιπροψές = Κάτι που συνέβη, που έγινε παραπροχθές, δηλαδή πριν δύο ημέρες.
Το Απολειφάδι = Ό,τι απέμεινε από κάποιο πράγμα, λ.χ. από μια πλάκα σαπουνιού.
Το Άργασμα = Η διαδικασία κατεργασίας δέρματος κάποιου ζώου. Γινόταν με χτυπήματα, ή τρίψιμο, ή και με χημικά μέσα, ώστε να μπορεί να είναι έτοιμο για διάφορες χρήσεις.
Η Βαζούρα = Ο έντονος και κουραστικός θόρυβος, ή βουή.
Ο Βαρκός, ή το Βαρκό = Ο υγρός τόπος, όπου αναβλύζει ή διαχέεται λίγο νερό και φυτρώνουν βούρλα.  Ο Βιρός = Ο αρκετού βάθους λάκκος νερού που σχηματιζόταν στο ποτάμι, συνήθως κοντά στη ρίζα λ.χ. ενός πλάτανου, όπου φώλιαζαν ποταμόψαρα και νερόφιδα. Συνήθως ως παιδιά κάναμε το μπάνιο μας σε Βιρούς της Μπελεσίτσας ή του Κώστεβου (παραπόταμοι του Μόρνου). Ίσως είναι παραφθορά του βυθού.
Η Βοϊδαγλυψιά = Το χαρακτηριστικό τοπικό και μικρού πλάτους στρίψιμο του τριχωτού της κεφαλής, που παρατηρείται σε μερικά κοντοκουρεμένα αγόρια είτε στο εμπρός μέρος, είτε πίσω, στην κορυφή της κεφαλής. Λέγεται έτσι επειδή μοιάζει ότι έγινε από κάποιο βόδι. Σε μερικά αγόρια παρατηρείται και διπλή Βοϊδαγλυψιά, οπότε λέγαμε κατά τις τότε δοξασίες, ότι «το παιδί αυτό, θα παντρευτεί δύο φορές». Παρατηρείται και σε κορίτσια, αλλά δεν είναι ορατή επειδή συνήθως έχουν μακριά μαλλιά.
Ο Βούλιαγκας = Ο αρκετού βάθους και έκτασης λάκκος νερού που σχηματιζόταν στο ποτάμι, όπου γινόταν δίνη (περιστροφή) του νερού και φοβόμασταν μην βουλιάξουμε και πνιγούμε.
Η Βούζα = Η μεγάλη κοιλιά κάποιου ανθρώπου. Το προκοίλι. Λεγόταν και Μπάκα.
Η Γδούρα (παράφραση της εκδοράς) = Η εσωτερική πλευρά του δέρματος ζώου, δηλαδή η εξωτερική επιφάνεια - η στοιβάδα του σώματος, του κρέατος, που όταν σφαχθεί το ζώο, πρέπει να ξεκολλήσει - διαχωριστεί με την παροχή αέρα, ώστε το ζώο να γδαρθεί εύκολα, χωρίς να κακοποιηθεί το κρέας του.
Η Γενησταριά = Η Γενέτειρα, ο τόπος γέννησης, η ιδιαίτερη πατρίδα κάποιου. Σε κάποιον ξενιτεμένο που ερχόταν για λίγο στο Χωριό του, λεγόταν με ικανοποίηση από τους συγχωριανούς του η φράση «Καλώς ήρθες. Χαίρομαι που δεν ξεχνάς τη γενησταριά σου».
Το Γιούρτι = Το περιφραγμένο και καλλιεργούμενο χωράφι που βρισκόταν εντός Οικισμού, όπου έβοσκαν ή παρέμεναν τα οικόσιτα ζώα, ή χρησιμοποιείται για καλλιέργεια περιβολιού - κήπου. Σήμερα λέγεται και οικόπεδο.
Το Γούπατο = Έτσι ονομάζεται  το φυσικό βαθούλωμα - λεκάνη, το κοίλωμα της γης σε κάποιο βουνό, που είναι  σαν ένα είδος κρατήρα ή ομαλού γηπέδου.  Συνήθως είναι μήκους 30 - 100 μέτρων και ανάλογου πλάτους. Η λέξη προέρχεται από τις ομηρικές λέξεις «γη» και «πάτος».    
Η Δέση = Το σημείο του ποταμιού όπου κοβόταν μια σημαντική ποσότητα νερού, το οποίο παροχευόταν σε αυλάκι και οδηγούνταν σε νερόμυλο ή στα κατά μήκος του αυλακιού ποτιστικά χωράφια. Όμως η δέση χαλούσε συχνά, λ.χ. κατά μια νεροποντή κι αυτό αποτελούσε διαρκή πονοκέφαλο και φόβο για τον μυλωνά ή τους αγρότες. Έτσι, υπήρχε και η  παροιμιώδης έκφραση «ο καθένας με τον πόνο του κι ο μυλωνάς με τη δέση».
Τα Διπλάρικα = Τα δίδυμα. λ.χ. η προβατίνα γέννησε διπλάρικα, δηλαδή δύο αρνιά.
Το Δρολάπι = Το σοβαρό καιρικό φαινόμενο, κατά τη διάρκεια του οποίου φυσάει και πέφτει ταυτόχρονα με δύναμη χιονόνερο.
Για Έχα = Το έχω, το κρατώ, το προορίζω για διατήρηση, για να το έχω. Λεγόταν η φράση «αυτό το αρνί - κατσίκι, το κρατώ  για έχα».
Οι Ζοχάδες = Οι αιμορροΐδες. Επειδή τσούζουν και πονούν, προκαλούν και εκνευρισμό. Έτσι λεγόταν για κάποιον νευρικό κ.λ.π. ότι έχει τις ζοχάδες του, ή ότι είναι ζοχαδιασμένος.
Η Θραύση = Η επιτυχία σε κάποιο τομέα ή επιδίωξη. λ.χ. γνώρισε μεγάλη θραύση στις γυναίκες, στο εμπόριο, στο κυνήγι κ.α.
Το Καθάριο = Το σιταρένιο ψωμί. Αυτό το είδος ήταν σπανιότερο σε παλιές εποχές που οι χωρικοί έτρωγαν καλαμποκίσιο (μπομπότα) ψωμί ή κριθαρένιο ψωμί.
Το Κάλιασμα = Η ευτυχής ή τυχαία σύμπτωση. λ.χ. πήγα για ψώνια και κάλιασε να βρω έναν παλιό φίλο μου.   
Η Καλομάνα = Η γιαγιά. Λεγόταν μάλλον έτσι επειδή τα εγγόνια της καλοπερνούσαν κοντά της, επειδή τους έκανε θελήματα, ό,τι της ζητούσαν. Λέγαμε «της Καλομάνας το παιδί, δυο φορές παιδί».
Καλοπίχειρα = Κάνω ή πετυχαίνω κάτι με ευκολία.
Τα Καματερά = Το ζεύγος των ζώων με το οποίο οι αγρότες εκτελούσαν διάφορες γεωργικές εργασίες, λ.χ. τα οργώματα. Αυτά ήσαν τα βόδια ή τα μουλάρια.
Καταλαχού = Κατά τύχη. Έτσι έλαχε. Επάνω στην ώρα.
Το Κάρακλο ή Καύκαλο = Το κρανίο ενός ανθρώπου ή ζώου. Και το όστρακο της χελώνας.
Κασκαρίκα = Το πάθημα ή το αδέξιο αστείο ή πείραγμα σε βάρος κάποιου.
Ο Καταρράκτης = Η καταπακτή, η θυρίδα που συνέδεε με σκάλα το ανώγειο με το ισόγειο (κατώι), ή το ισόγειο με το υπόγειο μιας παλαιού τύπου χωριάτικης οικίας. Κατασκευαζόταν στο ξύλινο πάτωμα, στην άκρη του δωματίου και άνοιγε -  σηκωνόταν όταν θέλαμε να κατεβούμε στο υπόγειο ή στο ισόγειο.
Κιαπέ; = Σήμαινε και μετά και ύστερα, τι έγινε;
Το Κλαμούρι ή η Κλαμούρα = Το φουντωτό κλαδί, κλωνάρι.
Οι Κοδέλες = Οι συνεχείς, οι διαδοχικές στροφές κάποιου δρόμου, που υπάρχουν σε μια πλαγιά, οι λεγόμενες και «φουρκέτες».
Ο Κόθρος =  Ο καλοψημένος γύρος του καρβελιού, ή του κόσκινου
Το Κολάι = Κάνω κάτι με ευκολία, άνεση, επειδή λ.χ. βρήκα το μυστικό του, το κόλπο του.
Το Κορδοπάτημα = Η εγωιστική ή ανόητη υπερηφάνεια, που είναι χωρίς περιεχόμενο, ουσία και βάση.
Ο Κόρφος = Η περιφέρεια του ανθρώπινου στήθους. Εκεί ως παιδιά κρατούσαμε, ή κρύβαμε λ.χ. διάφορα φρούτα, ξηρούς καρπούς κλπ. Επίσης μερικές γυναίκες φυλάσσουν ή κρύβουν στον στηθόδεσμό τους χρήματα ή διάφορα μικροαντικείμενα.  
Τα Κριτσοτόπια = Τα πολύ ορεινά, βραχώδη, δύσβατα μέρη.
Το Κυττάρι ή  Ύστερο = Ο αμνιακός σάκος, ο πλακούντας, που αποβάλλεται μετά τον τοκετό από προβατίνες, κατσίκες κ.ά. ζώα.  
Τα Λιμπά = Οι Όρχεις, που θεωρούνται και εξαιρετικό φαγητό. Μάλλον προέρχεται από τη λέξη τα λοιπά, διότι αναφέρονταν έτσι και εννοούνταν ως υπόλοιπα, επειδή προφανώς απέφευγαν από σεμνοτυφία τη ρητή αναφορά τους.
Τι λογιά είναι; = Φράση με την οποία ρωτάμε τι ακριβώς είδους, τι ακριβώς μέρους λόγου είναι, τη μορφή έχει κάποιο αντικείμενο, κάποιο άτομο κ.λ.π.
Τα Λόϊδα = Οι συνήθως στριμμένες τούφες μαλλιών που κρέμονταν στα μέτωπο των κοριτσιών.
Η Λούζα = Η μικρή κατηφορική και σχετική ομαλή κοιλάδα.
Τα Μάγγανα = Οι καυγάδες, οι φιλονικίες. Οι παλαιοί Λιδωρικιώτες έλεγαν την παροιμιώδη φράση «γυναικεία είν’ τα μάγγανα κι ανδρίκια τα συμφέρια». Ότι δηλαδή οι γυναίκες ιδίως απασχολούνται ή προσφέρονται για λόγια, κουτσομπολιά και φιλονικίες, ενώ οι άνδρες απασχολούνται ιδίως με τα συμφέροντα, με τις οικονομικής φύσεως υποθέσεις.
Η Μαρμάρα = Η στείρα γίδα ή προβατίνα, αυτή δηλαδή που δεν γέννησε καθόλου, ή που έπαψε να γεννάει.
H Μελά = Το φυτό που φυτρώνει και αναπτύσσεται ως παράσιτο επάνω ιδίως στα έλατα και λιγότερο στα κέδρα και στις βελανιδιές. Είναι γνωστό και ως Ιξός ή Γκυ. Ανεβαίναμε ψηλά στα έλατα και σπάζαμε τα κλωνάρια του, για να ταΐσουμε τα αιγοπρόβατα, δεδομένου ότι θεωρείται μεγάλης διατροφικής αξίας.
Το Μονοβράκι = Λεγόταν η κατάσταση που κατά τη θερινή περίοδο τα αγόρια τριγύριζαν στο χωριό σχεδόν γυμνά (πιθανόν και για λόγους οικονομίας, ευκολίας ή άνεσης), φορώντας μόνο το σώβρακό τους που ήταν κάτι σαν κοντό παντελονάκι, που συνήθως ήταν μαύρου χρώματος. Λεγόταν «ήρθε η εποχή για μονοβράκι».
Τα Μούσκλια = Είναι τα βρύα και οι λειχήνες που αναπτύσσονται επάνω σε δένδρα, αλλά και σε πέτρες ή τοίχους. Από τα αιγοπρόβατα και από τα μεγαλύτερα ζώα τρώγονται μόνο αυτά που αναπτύσσονται και κρέμονται σαν μαλλιά επάνω σε έλατα και κέθρα.
Η Μούτελη = Η λάσπη, το ίζημα, το κατακάθι του λαδιού ή του κρασιού.
Μουτλάκ = Σήμαινε παρά ταύτα, εν τούτοις, οπωσδήποτε.
Η Μπάκα = Η μεγάλη κοιλιά κάποιου ανθρώπου. Το προκοίλι. Λεγόταν και Βούζα.
Η Μπαντανία = Η λεπτή υφαντή κουβέρτα ή το ύφασμα που σκέπαζε για πρακτικούς ή αισθητικούς λόγους την πλευρά ενός τοίχου στο εσωτερικό των σπιτιών, συνήθως παραδίπλα από ένα κρεβάτι ή το τζάκι. Είχε διάφορες ωραίες παραστάσεις π.χ. από την ιστορία ή μυθολογία, ή ωραία κεντίδια.
Τα Μπούλτσα - Το Ξεμπούλτσιασμα =  Το περίβλημα, οι φλούδες - τα φύλλα του ώριμου καρπού του  καλαμποκιού και η αφαίρεσή τους, που γινόταν μ’ ένα ξύλινο σουβλί, με το οποίο αφαιρούνταν τα φύλλα και αποκαλυπτόταν ο καρπός. Το εσωτερικό, η βάση του καρπού, λεγόταν Κότσιαλο. Τα ξερά καλαμπόκια μεταφέρονταν μέσα σε σακιά στην αυλή των σπιτιών και σωριάζονταν σε κάποια άκρη. Το ξεμπούλτσιασμα γινόταν συνήθως ομαδικώς και καταγής. Αποτελούσε σημαντική δραστηριότητα σε μια γειτονιά και μεγάλη χαρά για τα μικρά παιδιά, που είτε συμμετείχαν στη διαδικασία, είτε έπαιζαν πηδώντας επάνω στο σωρό των φύλλων, είτε γεύονταν διάφορα εύκολα γλυκά, (όπως ο σιμιγδαλένιος και καβουρδισμένος χαλβάς), που έφτιαχναν η σπιτονοικοκυρά ή οι γειτόνισσες.
Ο Μπουχός = Αυτός που εξαφανίσθηκε σαν καπνός. Ίσως προέρχεται από τον Μπόχαρη, δηλαδή την καμινάδα - την καπνοδόχο.  
Η Νυφαδιά = Η Νύφη.
Νερομπούλια = Έτσι λεγόταν κάποιο φαγητό που ήταν πολύ νερουλό και άνοστο.
Το Ξάγι =  Το δικαίωμα, ή το ποσοστό, που παρακρατούσε σε είδος και αντί αμοιβής,  λ.χ. ο μυλωνάς όταν άλεθε το σιτάρι, καλαμπόκι κ.λ.π. κάποιου πελάτη του.
Το Ξάγναντο = Το ξέφωτο, το ανοικτό μέρος - με θέα.
Ξαργού = Κάνω κάτι ή πάω κάπου επίτηδες, επί σκοπώ. λ.χ. «πήγα ξαργού να τον μαζέψω, να πάρω, να τον δω».
Η Ξελάστρα = Το άγονο, το χέρσο χωράφι.
Το Ξίκικο = Το λειψό, το ελλειποβαρές.
Όντα = Σήμαινε ότι είμαστε ίδιας ηλικίας, ή ίδιου ύψους. Λεγόταν λ.χ. «Είμαστε όντα με τον Νίκο».
Τα Πάκια = Η περιοχή των γοφών - λεκάνης και οι πέριξ σπόνδυλοι. Σε περίπτωση μεγάλης κούρασης ή μετά από άρση μεγάλων βαρών λεγόταν η φράση «πέσανε τα Πάκια μου», ή μου «τράβηξαν τα Πάκια μου». Αυτό συνέβαινε στην περίπτωση όπου κάποιος άλλος ενεργούσε χειροπρακτικά, τραβώντας τους μύες της εν λόγω περιοχής, ή τραβούσε τους σπονδύλους της, ώστε ο πάσχων να ανακουφισθεί.
Το Παραγκώμι = Το ψευδώνυμο, το λεγόμενο και παρατσούκλι, το κοροϊδευτικό όνομα με το οποίο αναφερόμαστε σε κάποιον. Αυτό επινοείται συνήθως κατά την παιδική ή εφηβική ηλικία κάποιου από παιδιά ή εφήβους αντίστοιχης ηλικίας.
Παραδέ = Σήμαινε προπαντός.
Το Παρασπόρι = Ο απόγονος κάποιου.
Παράωρα = Σημαίνει αργά, εκτός χρόνου, μετά τα μεσάνυχτα, ή ακατάλληλη ώρα.
Η Πελάντρα = Λέξη που υποδηλώνει ότι οι πόρτες, ή τα παράθυρα ήσαν ή ξεχάσθηκαν ορθάνοικτα. λ.χ. «Πήγα σπίτι και τα παιδιά είχαν αφήσει πελάντρα τα παράθυρα».  
Ο Πέτακας = Ο μεγάλου βάθους ή ύψους απότομος γκρεμός, που μας προκαλεί δέος, ή φόβο όταν τον βλέπουμε από το πιο ψηλό σημείο του, όπου νιώθουμε ικανοί να πετάξουμε σε περίπτωση που θα είχαμε φτερά.
Τα Πέταυρα = Τα ίσια και χονδρά σανίδια της σκεπής.
Το Πίγκωμα = Η μεγάλη στενοχώρια, η αίσθηση βάρους, ή πνίξιμου.
Το Πιπιρίνι = Η αυτοσχέδια σφυρίχτρα που φτιάχναμε ως παιδιά από κλωνάρι μέλεγγου, στο οποίο αφαιρούσαμε σ’ ένα σημείο, προς την άκρη, τη χλωρή φλούδα κι ανοίγαμε τρυπούλα.
Ο Πιστικός = Ο εργαζόμενος επ’ αμοιβή ως βοσκός σε ξένο κοπάδι. Αυτός στον οποίο εμπιστευόταν η συνοδεία, επιτήρηση κ.λ.π. του κοπαδιού.  
Η Πλαμούτσα = Η μεγάλου μεγέθους, η φαρδιά ανθρώπινη πατούσα.
Η Πλεξιάνα = Η αρμαθιά που αποτελείται από κρεμμύδια ή σκόρδα, που δημιουργείται από το πλέξιμο των φύλλων τους.
Οι Πρέκνες = Οι φακίδες του προσώπου, που παρατηρούνται μέχρι την εφηβεία.
Πρόχει =  Σημαίνει με εξυπηρετεί, με βολεύει ή δεν με εξυπηρετεί, δεν με βολεύει. Αναλόγως με τι θέλαμε να εκφράσουμε.
Το Προτσάλισμα-προτσαλάω= Η προκαταρκτική χαρακτηριστική διαδικασία προσέγγισης που εκδηλώνει ο τράγος ή το κριάρι πριν από το ζευγάρωμα με το θηλυκό, κατά την οποία το πλευρίζει, ή το καταδιώκει, βγάζοντας χαρακτηριστικούς ήχους.   
Η Προχάλα = Η μικρής πυκνότητας, διάρκειας και έντασης βροχόπτωση.
Το Ροδάμι, ή ο Ροδαμός = Ο ανθός, οι ανοιξιάτικοι και τρυφεροί βλαστοί του πουρναριού κ.ά. δένδρων.
Τώρα το έκαμες ρόϊδο (ρόδι) = Φράση που λεγόταν με διφορούμενη και μεταφορική έννοια για κάποιον αδέξιο που κατέστρεψε κάτι, που το σκόρπισε προς όλες τις κατευθύνσεις σαν το ρόδι που πετάχτηκε και έσπασε σε τοίχο,  σκορπίζοντας τα σπόρια του παντού. Για κάτι απογοητευτικό, που διέψευσε τις προσδοκίες μας.
Σάματις = Σημαίνει μήπως.
Το Σεργιάνι = Ο περίπατος, η βόλτα σε κάποια κατοικημένη περιοχή ή στο ύπαιθρο.
Το Σουπάκι = Ο ξυλοδαρμός. λ.χ. τον βρήκε και του έριξε κι ένα σουπάκι γι’ αυτό που είπε ή έκανε, δηλαδή τον έδειρε.
Το Σούρουπο = Το διάστημα της μέρας μετά τη δύση του ήλιου που σκοτινιάζει, πριν νυχτώσει, το Λυκόφως.
Σουρτάρα = Το ομαδικό τρέξιμο, συνήθως σε ευθύ μέρος ή σε κατηφοριά και επί αρκετή απόσταση, ενός κοπαδιού ζώων, λ.χ. προβάτων ή γιδιών, που τρέχουν σέρνοντας τα πόδια τους, σηκώνοντας σύννεφα κουρνιαχτού - σκόνης. λ.χ. λέγαμε «είδα το κοπάδι να κατεβαίνει την πλαγιά σουρτάρα, ή το πήγα στο μαντρί σουρτάρα».
Σπολάκι = Σήμαινε μακάρι. Το λέγαμε και ειρωνικά, λ.χ. έχε χάρη…, πάλι καλά…, τι να κάνω με αυτό που μου έλαχε - έτυχε. λ.χ. «σπολάκι σου που δεν μπορούσα να κάνω διαφορετικά….».
Στάκα = Στάσου. Συνήθως λεγόταν ως φράση, λ.χ.: «για στάκα να σου πω...». Ή «τώρα που σε βρήκα, τώρα στάκα...».
Η Σταχταλίθρα = Η επικίνδυνη σπίθα που πετάγεται από τη στάχτη της φωτιάς, από ένα ξύλο που καίγεται.
Τάχα μ’ = Σημαίνει δήθεν.
Ταχιά = Σημαίνει αύριο.
Τέντα = Με τη λέξη αυτή εννοούνταν ότι οι πόρτες, ή τα παράθυρα ήσαν ή ξεχάσθηκαν ορθάνοικτα - τεντωμένα. Λεγόταν η φράση «άφησε, ή ξέχασε τέντα την πόρτα, ή τα παράθυρα».
Τόκα = Η χειραψία. Λ.χ. συναντηθήκαμε κατά τύχη και κάναμε τόκα.
Τσετσέλα - Τσετσελώνω = Βρίσκομαι ή πηγαίνω κάπου ιππαστί, καβάλα σε κάποιο ζώο, με ανοικτά τα σκέλη - τα πόδια μου. λ.χ. «τσετσέλωσε τον φράκτη και πέρασε στην αυλή, στο διπλανό χωράφι».
Τσιατ πατ = Σημαίνει κάπου - κάπου, ότι συμβαίνει κάποιες φορές, πάνω - κάτω.
Ο Τσιατμάς = Το παραδοσιακό χώρισμα - τοίχος που χώριζε σε παλαιότερες εποχές τα δωμάτια των χωριάτικων σπιτιών. Κατασκευαζόταν από ξύλα, χόρτα, ή καλάμια που καρφώνονταν σε δοκάρια. Ακολούθως ο τοίχος αυτός καλυπτόταν από λάσπη, που αποτελούνταν από χώμα και άχυρα και στη συνέχεια ασπριζόταν.  
Το Τσιάφι = Η πρωινή χειμερινή πάχνη, η λευκή παγωνιά που σκεπάζει χόρτα κ.ά. αντικείμενα.
Τα Τσιμάρια = Oι  χαρακτηριστικοί βραχώδεις σχηματισμοί, ή συστάδες βράχων, ή και μία σημαντικού πλάτους και ύψους βραχώδης έξαρση του εδάφους, που ξεχωρίζει από την πέριξ περιοχή.
Η Τσούκα = Η πιο ψηλή βραχώδης κορυφή μιας ορεινής περιοχής.
Το Τσοκανισμένο = Το αρσενικό ζώο που στειρώθηκε με μηχανικό τρόπο και μέσα, λ.χ. το κριάρι, ο  τράγος, το άλογο, ο γάιδαρος, το μουλάρι. Αλλού λέγεται μουνουχισμένο ή και διαφορετικά.
Ο Φιρός = Ο αραιός.
Οι Φούρλες = Οι επιτόπιες και εντυπωσιακές περιστροφές που έκανε ο πρωτοχορευτής του Τσάμικου.
Τα Χαλέπιτα = Τα ερείπια, τα χαλάσματα κτηρίων.                        
Η Χαμοκέλα = Η φτωχική, η απέριττη καλύβα.
Η Χανταβάρα = Ο πολύς και κουραστικός θόρυβος, η βουή, η έντονη φασαρία που προέρχεται από τις συζητήσεις, ή τις συγκεχυμένες φωνές ή διαφωνίες πολλών ανθρώπων που βρίσκονται σε κάποιο κλειστό χώρο. Αντίστοιχο της «Χάβρας των Ιουδαίων».
Η Χαραή = Η Χαραυγή, το χάραμα, το ξημέρωμα, το Λυκαυγές.
Η Χαψιά = Η μπουκιά. Γνωστή και η παροιμία «μεγάλη χαψιά φάε, μεγάλο λόγο μην πεις».
Το Χερόβολο = Έτσι λέγαμε μια δεσμίδα από καλαμιές σιτηρών, που τις έκοβε ο θεριστής με το δρεπάνι. Αφού έκοβε 3 - 4 χεριές καλαμιών, δηλαδή 30-40 στελέχη, έδενε το χερόβολο με μερικά στελέχη (καλαμιές) του ίδιου σιτηρού, που τα έστριβε γύρω - γύρω για εξασφάλιση, για δέσιμο της δεσμίδας, ώστε να μη σκορπίσει - να μη διαλυθεί.  15-20 χερόβολα αποτελούσαν ένα δεμάτι, το οποίο με άλλα δεμάτια, μεταφερόταν στο αλώνι ή στο θημωνοστάσι. Στο λήμμα «δεμάτι», αναφέρω περισσότερα. Λεγόταν και η παροιμιώδης φράση: «Κι εσύ κακό χερόβολο κι εγώ κακό δεμάτι», για κάποιον που μας φέρεται άσχημα, οπότε του φερόμαστε και εμείς το ίδιο.                           
Η Χλωρασιά = Τα χλωρά χόρτα, η χλόη, η πρασινάδα.
Χρονικίς = Κάτι που συμβαίνει, που ισχύει όλο τον χρόνο.
Η Χρυσή = Ο Ίκτερος.
Το Χωρατό = Έτσι λεγόταν κάποιο αστείο, κάποιο φραστικό πείραγμα. Κι όπως λέει κι η παροιμία «τα πολλά τα χωρατά, είν’ ακόνι του καβγά».
Το Ψιμάρνι = Το όψιμο, το εκτός συνήθους περιόδου γεννημένο αρνί.
Η Ψωμόλυσα = Η μεγάλη πείνα. 

 

Τ Ε Λ Ο Σ

    

*****


Σχετικές αναρτήσεις:


Δωρικές Παροιμίες 

Γλωσσικά κείμενα της Αρτοτίνας

Σύνοψη του βιβλίου "Παροιμίες και εκφράσεις της Δωρίδας" 

 




Πέμπτη 1 Απριλίου 2021

Η ζωή και η δράση του καπετάν Σαφάκα

 Καπετάν Σαφάκας

    Ο Καπετάν-Σαφάκας θεωρείται πρότυπο κλέφτη-αρματολού. Γεννήθηκε στην Αρτοτίνα της Φωκίδας το 1780 και το παρατσούκλι του «Σαφάκας» προέρχεται από την τουρκική λέξη «σαφάκ» που σημαίνει «αστραπή». Το πατρικό του όνομα ήταν Καραδήμος. Ακολούθησε τον Κλέφτικο βίο και αναγνωρίστηκε καπετάνιος στα Κράβαρα και το Λιδωρίκι. Υπηρέτησε πιστά τις κοινότητες της ορεινής κεντρικής Ελλάδας τον καιρό της επανάστασης 1821-1826. Πότε μαζί με την κεντρική διοίκηση των Ελλήνων (έμβρυο του ελληνικού κράτους), πότε μαζί με τους Τούρκους « κλείνοντας μαζί τους μυστικές συμφωνίες-καπάκια», αγωνίστηκε πάντα για τα συμφέροντα των τοπικών κοινοτήτων με γνώμονα τις υποδείξεις τους και ενάντια σε κάθε συγκεντρωτισμό. Έτσι κι αλλιώς δεν πίστεψε ποτέ σε κανέναν εθνικό αλυτρωτισμό. Συμμετείχε καταλυτικά στις μάχες του Αετού (Μάιος 1821), της Υπάτης (02 Απριλίου 1822) του Πλατάνου (Σεπτέμβριος 1823) και της Άμπλιανης. (14 Αυγ. 1824) , στην απελευθέρωση του Καρπενησιού (Ιανουάριος 1822). Εξοντώθηκε προδοτικά τo 1828 από τον σύντροφό του Σωτήρη Στράτο ή Τουρκοσωτήρη, που εκτέλεσε εντολές της κυβέρνησης των Ελλήνων, σε συνεννόηση με τον Κιουταχή.

Τετάρτη 31 Μαρτίου 2021

31 Μαρτίου 1821, ο Αρτοτινός οπλαρχηγός Κοντοσόπουλος κυρήσσει την Επανάσταση στην Λοκρίδα

Η ΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΣΤΗ ΛΟΚΡΙΔΑ ΤΟ 1821 


Γράφει ο Παναγιώτης Δημάκης,
υπεύθυνος ιστορικού αρχείου Αμφικλείας-Ελατείας 


Την Επανάσταση στην Λοκρίδα, κήρυξε κατ’ εντολήν του Διάκου, (έγγραφον 8763 στην Εθν. Βιβλ. τμ. Χειρογ.), ο υπαρχηγός και εξάδελφος του Διάκου, Αντώνης Κοντοσόπουλος - Αθανασίου ή Γεραντώνος, την 31η Μαρτίου 1821 στο Ταλάντι, οπλαρχηγός Αταλάντης. Ο ίδιος σε επιστολή του που απευθύνεται προς την επιτροπήν των αγωνιστών, με τα εύλογα παράπονα του, μας προσφέρει λιγοστά στοιχεία, περί τα δράσεως του αυτή την εποχή στην Αταλάντη, πρωτεύουσα της Λοκρίδας, αυτά είναι και τα λιγοστά τεκμήρια που σχηματοποιούν την προσωπικότητα του, επί του παρόντος.

Ο Αντώνης Κοντοσόπουλος δηλώνει είχε κατηχηθεί και ειδοποιηθεί εγγράφως από τον εξάδελφό του Διάκου, αρματωλό της Λεβαδίας, περί του Επαναστατικού κινήματός την 20η Μαρτίου, με συνθηματικά λόγια «σήμερον εμβαίνομεν εις το θέρος…» και αύριον αφού συνάξεις αμέσως όλα τα όπλα της επαρχίας τούτης αμέσως να πολιορκήσετε τους Τούρκους, …εγώ δε αυθημερόν… με χίλιους περίπου οπλοφόρους πολιορκήσαμεν τους εκείθε Οθωμανούς εντοπίους και Αρβανίτες και τους καταστρέψαμεν καθ’ ολοκληρίαν φέρων αποτελεσμα… Μάλιστα οι πολιορκητές προχωρώντας περισσότερο, εθανάτωσαν και την οικογένεια του γιατρού Κούρταλη, που θα συναντήσουμε αργότερα, να συντάσσεται με τους επαναστάτες Έλληνες, στον Αγώνα, παρ’ ότι ουδέποτε, ελησμόνησε την ενέργεια αυτή, των συμπατριωτών μας, μη δεχόμενος από τότε να τους γιατρέψει.

* Προς την Σεβαστήν εξεταστικήν επιτροπήν των αγωνιστών Δυνάμει προκηρύξεων σας παρουσιάζομαι δια της παρούσης μου κι εγώ ατυχέστατος πάντων των άλλων αρχαίων οπλαρχηγών ίνα εκθέσω υμίν τα παράπονα μου εν συντόμω και τας οποίας θυσίας προσέφερον εις τον ιερόν αγώνα και την Πατρίδα, αφ' ετέρου δε εις την οποίαν δυστυχίαν ευρίσκομαι μετά της ατυχούς οικογενείας μου.
Σεβαστή επιτροπή, εγώ προ του ιερού αγώνος επί τουρκοκρατίας εχρημάτισα οπλαρχηγός εις την επαρχίαν Αταλάντης περιοδεύων και άμα ήχησεν η σάλπιγξ της ελευθερίας, τουτέστιν η ημέρα εκείνη κατά την οποίαν εσηκώσαμεν τα όπλα κατά των Οθωμανών (καθότι ήμην κι’ εγώ κατηχημένος κατά την 29 Μαρτίου του 1821) και ειδοποιήθην εγγράφως παρά του εξαδέλφου μου Διάκου από την Λεβαδίαν λέγοντας μοι ότι δήθεν σήμερον εμβαίνομεν εις το θέρος και αύριον αφού συνάξης αμέσως όλα τα όπλα της επαρχίας ταύτης αμέσως να πολιορκήσετε του Τούρκους’ εγώ δε αυθημερόν χωρίς να διστάσω, κατέβαλον μυρίας προσπαθείας, τρόπους, κόπους και κινδύνους εσύναξα όλα τα όπλα της επαρχίας Αταλάντης εκουσίως και ακουσίως εν διαστήματι λέγω μιας νυκτός και παρευρέθην εις την πρωτεύουσαν με χιλίους περίπου οπλοφόρους και επολιορκήσαμεν τους εκείσε Οθωμανούς εντοπίους και Αρβανίτας ξένους και κατά συνέπειαν τους καταστρέψαμεν καθ’ ολοκληρίαν φέρων αποτέλεσμα. Καθώς δε έκαμεν ο Διάκος εις Λεβαδίαν, ο Πανουργιάς εις Άμφισσαν, ο Καλτσοδήμος εις Λιδωρίκιον, ο Γεροδυοβουνιώτης εις την Μποδονίτσαν και ο Μήτρος Κοντογιάννης, ο Γιολτάσης εις το Καλλίδρομον καθώς και εις την Δυτικήν Ελλάδα Μακρής, Ράγκος και λοιποί οπλαρχηγοί, ούτω κι ’ εγώ εις την Αταλάντην. 

Εν Αμφίσση την 2 Μαίου 1865

Α. Κοντοσόπουλος
25η Μαρτίου 1821.

Ετιμήθη με το αξίωμα του πεντακοσιάρχου στις 21 Φεβρουαρίου 1822, από τον Άρειο Πάγο και της αντιστρατηγίας, από το 1822, από την προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος. Αντισυνταγματάρχης της Φάλαγγας, (ΦΕΚ 14/1845 29η Μαΐου), με το ΦΕΚ 43/1858 έλαβε τον χρυσό σταυρό Τάγματος του Σωτήρος.




Πηγή: http://fthiotikos-tymfristos.blogspot.com/2016/04/21.html

Τρίτη 30 Μαρτίου 2021

Δενδροφύτευση Κερασιών στη Κερασιά



 Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Κερασιάς θέλει να ευχαριστήσει τον συγχωριανό μας, Κωνσταντίνο Χαλιορή για την ευγενική του προσφορά προς το χωριό του παππού του.

Ο Κωνσταντίνος  Χαλιορής είναι Οικονομολόγος – M.Sc και υποψήφιος Διδάκτωρ του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου. Είναι  Συντονιστής Γενικός Διευθυντής του Ολυμπιακού Αθλητικού Κέντρου Αθηνών “Σπύρος Λούης”και έλκει την καταγωγή του από το χωριό μας, Κερασιά – ΦΩΚΙΔΑΣ.

Είναι εγγονός του Κωνσταντίνου Σκουρή, υιός της Ελένης  Σκουρή και δείχνει  έμπρακτα  την αγάπη του για το χωριό του παππού του, προσφέροντας δέκα (10) δέντρα κερασιάς  και  αναλαμβάνοντας τα  έξοδα φύτευσης  και  περίφραξης των δέντρων αυτών.

Εις μνήμην του παππού του, Κωνσταντίνου  Σκουρή, προσέφερε  τις κερασιές,  ώστε  να  στολίζουν την  είσοδο  του  χωριού.

 



Πηγή: https://kerasia-fokidas.gr

 

Σάββατο 27 Μαρτίου 2021

Δημοτική Βιβλιοθήκη Άμφισσας



Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Άμφισσας ιδρύθηκε το 1957, και είναι μια από τις σημαντικότερες γενικές, επαρχιακές βιβλιοθήκες. Προσφέρει στους κατοίκους της πόλης, αλλά και εκτός των ορίων αυτής, δυνατότητες για πνευματική και καλλιτεχνική παιδεία και στους νέους συμπληρωματικές γνώσεις που θα τους βοηθήσουν στις σχολικές και πανεπιστημιακές τους εργασίες καθώς και την έρευνα κάθε μελετητή. Το δανειστικό τμήμα περιλαμβάνει περίπου 35.000 τόμους, όλων των κατηγοριών καθώς επίσης παιδικά και εφηβικά βιβλία. Το τμήμα αρχείων περιλαμβάνει αξιόλογο αριθμό φυλλαδίων, περιοδικών, εφημερίδων (τοπικό τύπο) καθώς και σπάνιο αρχείο χειρογράφων, όπως του Αλέξανδρου Δελμούζου, Κων. Κόντου, Κων. Σάθα, Βαλκανικών Πολέμων. Το τμήμα μελέτης της δωρεάς Βασίλη Λαχανά - Καλλιόπης Γιοτσαλίτου Λαχανά ταξινομημένο με το σύστημα Dewey, περιλαμβάνει 15.000 τόμους σπάνιες εκδόσεις, δερματόδετες, βιβλία με καλλιτεχνική βιβλιοδεσία και πολλά με συλλεκτική αξία. Η δωρεά του αείμνηστου, συντοπίτη μας δημοσιογράφου, Γιώργου Κ. Γάτου αποτελεί Παράρτημα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης, μη δανειστικό, που περιλαμβάνει περίπου 10.000 τόμους επιστημονικού περιεχομένου πρόσφατες χρησιμότατες εκδόσεις, επίσης ταξινομημένο με το σύστημα Dewey. Στη Βιβλιοθήκη λειτουργεί αναγνωστήριο στα πλαίσια του ωραρίου, υπάρχει δυνατότητα ασύρματης σύνδεσης στο διαδίκτυο και Η/Υ για το κοινό. Στο κείμενο που ακολουθεί ο Γιώργος Γάτος διηγείται γλαφυρά την απαρχή της.

«Η Δημοτική Βιβλιοθήκη της Άμφισσας γεννήθηκε, ύστερα από ατελείωτες συζητήσεις, θεωρήσεις, προτάσεις και αντιπαραθέσεις μέσα στις μικρές ή και μεγαλύτερες το συχνότερο ανεπίσημες, μαζώξεις φίλων και μελών της Φοιτητικής Ένωσης Φωκέων - ΦΕΦ- «Φευ και Αλίμονο» το παράφραζε σκωπτικά ο αξέχαστος εκείνος καθηγητής Θανάσης Σορόκος της μαθηματικής μας «παραπαιδείας» ο πρώτος και μοναδικός που έκανε αποκλειστικά τότε, στην Άμφισσα φροντιστήρια! Και εμείς νέοι, σε παρθενική επαφή με την πολύβουη και συχνά παράξενη Αθήνα, γεμάτοι ζωντάνια μα μαζεμένοι, με όνειρα, ιδανικά και φαντασιώσεις όλο και γυρνάγαμε πίσω, όλο και μας ακολουθούσε η πόλη, όλο και στήναμε το παραμύθι μας με την πόλη.


Έτσι ακριβώς ξεκίνησε η Βιβλιοθήκη. Το πρώτο μας βήμα στο μύθο του «εκπολιτισμού» έτσι το λέγαμε τότε: για τη «δημιουργία πνευματικών κέντρων στο νομό μας» για την «εξύψωση του μορφωτικού ηθικού επιπέδου του νομού», όπως έγραφε και το καταστατικό μας. 

Προπομπός της πρωτοβουλίας ο Κώστας Πριγγής που χτύπησε την πόρτα του Δημάρχου Δ. Λιανουλόπουλου, που μετέφερε και ανέπτυξε την κοινή ιδέα. Έτσι η απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου της Άμφισσας, Αρ. 203 στις 19 Οκτωβρίου 1955, άνοιγε το δρόμο για τη δημιουργία της Δημοτικής Βιβλιοθήκης την 17 Ιανουαρίου 1957, που στη συνέχεια δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 18/ 8 Φεβρουαρίου 1957 τεύχος Α΄ και τελικά κατοχύρωνε τη σύσταση και την λειτουργία της, τη θεσμική της υπόσταση ως «νομικό πρόσωπο». 

Το Μάρτιο του 1957 ορίζεται και το πρώτο Δ.Σ της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Άμφισσας: Πρόεδρος Δ.Σ, ο Δήμαρχος Άμφισσας Δημ. Λιανουλόπουλος, μέλη από το Δημοτικό Συμβούλιο οι Ευθύμιος Καπράλος και Παναγιώτης Γούναρης και οι ιδιώτες Ζαφείρης Ζαφειρόπουλος και Κώστας Πριγγής. Ο τελευταίος ορίστηκε μάλιστα και διευθυντής της. Πρώτη στέγη προσωρινή, μια αίθουσα κάτω από το Δημαρχείο, στην πλατεία Κεχαγιά, κολλητά με το μεγάλο καφενείο εκεί όποιος θυμάται, που στεγάζονταν οι Οδηγοί. Περιουσία : «5000 δρχ.» και «ολίγοι τόμοι βιβλία»… Και σίγουροι πόροι: «ετήσια δημοτική επιχορήγησις χιλίων δρχ.»

Η βιβλιοθήκη σήμερα στεγάζεται στον υπόγειο χώρο του Πνευματικού Κέντρου Άμφισσας, στην πλατεία Ησαΐα, αν και θα της άξιζε ένα δικό της κτήριο για να στεγάσει ανέτως τις συλλογές της και τα προγράμματα της. Μια καλή ιδέα θα ήταν η Οικία Κορδώνη…
 
 

Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021

Μήνυμα του Δημάρχου Δωρίδος για την επέτειο της 25ης Μαρτίου

                                                                                                               

25η Μαρτίου 1821  -  25η Μαρτίου 2021
200 χρόνια Ελευθερίας!
Δεν ξεχνάμε…

•    Το αίμα των ηρώων, αφανών και επιφανών, που θυσιάστηκαν στο μεγάλο ξεσηκωμό για να δώσουν στις επόμενες γενιές το ακριβότερο αγαθό, την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.
•    Το αίμα και όλων εκείνων που αγωνίστηκαν, πριν το 21’, αλλά δεν κατάφεραν να κερδίσουν τον άνισο αγώνα που έδωσαν. Ο ανθός της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ είναι καρπός και της δικής τους μάχης.
•    Τις βοήθειες των λαών ανά τη γη που στάθηκαν στο πλευρό των Ελλήνων δημιουργώντας το Κίνημα Φιλελληνισμού που αναπτύχθηκε και προσέφερε σημαντικές και πολύπλευρες υπηρεσίες στο αγώνα.
•    Τα λάθη που έγιναν, τις εμφύλιες αντιπαραθέσεις και τις συγκρούσεις για τη διαχείριση του Νέου Κράτους, πριν ακόμα αυτό σχηματιστεί, οι οποίες λίγο έλειψε να αποβούν μοιραίες για την έκβαση του Μεγάλου Αγώνα.
•    Την υποχρέωση όλων μας, σήμερα και πάντα, να υπερασπιστούμε με κάθε τρόπο τις αξίες και τα ιδανικά μας, την Ελλάδα και τον Ελληνισμό, από τους νέους κινδύνους.
Δεν ξεχνάμε τίποτα από όλα αυτά! Τα έχουμε πάντα στη σκέψη μας διότι η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ είναι αδιαπραγμάτευτη αλλά όχι και δεδομένη! Σήμερα γιορτάζουμε με τη θύμηση των αγώνων και των μηνυμάτων που αυτοί φέρουν, ενώ ταυτόχρονα στρέφουμε το βλέμμα στο μέλλον με στόχο να σταθούμε αντάξιοι των προσδοκιών, για μία Ελλάδα υπερήφανη που θα αντιφεγγίζει το σεβασμό όλων! Με παρακαταθήκη τις διδαχές του παρελθόντος και πίστη στις δυνάμεις μας, ενωμένοι θα τα καταφέρουμε!


Χρόνια Πολλά Ελλάδα!
Χρόνια Πολλά Δωρίδα!


Το Μοναστήρι του μεγάλου Μακρυγιάννη στην Δεσφίνα...το ιερό τάμα και η Ελληνική Επανάσταση του 1821...

 
 
 
Η Παλαιά Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννου του Τιμίου Προδρόμου βρίσκεται σε απόσταση περίπου 6 χιλιομέτρων Ν.Α. της Δεσφίνας.
 

Τρίτη 23 Μαρτίου 2021

Η επανάσταση του ’21 ήταν πόλεμος της οικογένειας

 Τα πάθη των αμάχων μιας οικογένειας την περίοδο εκείνη


Στην επίσκεψή μας πριν λίγα χρόνια στο Παρίσι, μας προκάλεσε ιδιαίτερην εντύπωση, ανάμεσα στ’ άλλα, η αναγραφή στα υπέρθυρα των εξαίρετων μνημείων - κτιρίων του εμπνευσμένου απ’ τα κηρύγματα των Διαφωτιστών κεντρικού συνθήματος- τριπτύχου «Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφοσύνη» της Γαλλικής επανάστασης. Η επιμονή στη διατήρηση και προβολή της συμπυκνωμένης συλλογικής μνήμης, είναι μια συγκινητική, όσο κι αναγκαία ενέργεια/προσπάθεια που γεννά στενάχωρη, μελαγχολική διάθεση. Και είναι τέτοια λόγω της άγονης αναζήτησης κάποιων ανάλογων τέτοιων υπομνήσεων, σε Αθήνα, ή και Άμφισσα, για τη συντήρηση της μνήμης της Ελληνικής Επανάστασης. Αυτής που άρχισαν οι προεργασίες εορτασμού των 200 ετών απ’ την έναρξή της.

Προσπαθήσαμε να καταλάβομε τη λογική των διθυραμβικά εξαγγελθέντων σχεδιασμών. Δεν πεισθήκαμε ότι οι στοχεύσεις είναι σε αρμονία με τις από παλιά γνωστές απόψεις π.χ. του Σπ. Ασδραχά (‘‘Η Επανάσταση του ’21 είναι το μεγαλύτερο γεγονός της νεότερης Ελληνικής Ιστορίας, η μεγάλη τομή’’, εφημ. ‘‘Κ’’, 24/11/2002) ή του Γ. Σεφέρη, εκθειάζοντα την ‘‘παράδοση που μπήκε θριαμβευτικά στη συνείδηση του έθνους με την ελληνική επανάσταση. Ο αγώνας εκείνος ήταν ένα κοινωνικό, πολεμικό και πολιτικό γεγονός. Ήταν συνάμα και ένα πνευματικό γεγονός (...) η άποψη αυτή, η πιο αγνοημένη...’’ (‘‘Ένας Έλληνας-Ο Μακρυγιάννης’’, Δοκιμές, 1ος τ., Ε΄ έκδ., Ίκαρος, σ. 241). Επιφύλαξη και για τα επιλεγέντα πρόσωπα των Επιτροπών. Ας μην έχομε πια γεροΑγωνιστές. Από ό,τι διαθέτομε, θα μπορούσαμε να επαναλάβομε το: ‘‘Έτσι ήτανε μωρέ’’, του Γ. Βλαχογιάννη; Εκτός κάποιων προφορικών κρούσεων, ενημερώσεων σε τοπικό επίπεδο, δεν έχομε εικόνα προθέσων - σχεδιασμών για τα καθ’ ημάς. Χωρίς καθόλου μαξιμαλιστικές προσδοκίες, θα ευχόμαστε να μην απλώσουν οι όποιες σχεδιαζόμενες εκδηλώσεις - δραστηριότητες σε περιγραφές μαχών κι αφηγήσεις αγιογραφίες αγωνιστών, ή τοπικιστικές αδικαίωτες εξάρσεις υπερκερασμού της προσφοράς άλλων πόλεων – περιφερειών, πάνω στα οποία είχε φτιαχτεί το αφήγημα του 20ού αι. Θα προτιμούσαμε/ εισηγούμαστε σε ένα περιεκτικό κεντρικό προγραμματισμό: ανάδειξη του έργου (με την αυτοσυνειδησία που περικλείει) του συμπατριώτη μας στρατηγού Μακρυγιάννη και της ουσιαστικής συνεισφοράς του τόπου σε επίπεδο λαϊκής βάσης, στο Μεγάλο Ξεσηκωμό, όπως είχε οραματισθεί και μας άφησε παρακαταθήκη ο Ευθ. Σταθόπουλος.

Σαν μια τέτοια μικρή εισαγωγή στο κλίμα της 200ετίας, που δεν μας χρειάζεται για τη συχνότατη ενασχόληση, με κάθε λόγο αναδρομής στο ’21, είναι το σημείωμα που ακολουθεί. Προσπαθήσαμε να εξαρθεί το ενδιαφέρον από την αποτύπωση αναμνήσεων των κακουχιών που υπέστησαν τα άμαχα μέλη μιας επιφανούς οικογένειας, η γυναίκα, η πενθερά και τα μικρά ανήλικα παιδιά του Αθ. Λιδωρίκη. Κάτω απ’ τον μη προϊδεάζοντα τίτλο βιβλίου ‘‘Σελίδες τινές τῆς ἱστορίας τοῦ βασιλέως Ὅθωνος’’, έχουν καταγραφεί επιμελώς και μ’ ενάργεια τα βιώματα της ιδιαίτερα καλλιεργημένης και με έντονη, για γυναίκα του ελληνικού 19ου αι., προσωπικότητα, της Πηνελόπης Αθ. Λιδωρίκη - Παπαηλιοπούλου (1) (1831 -1904). Έχουν γίνει σημαντικές αναφορές στο βίο, τις δραστηριότητες και τα έργα της. Γεννήθηκε στην Άμφισσα και σπούδασε στην Αθήνα, στο Παρθεναγωγείο Χιλ και 4 χρόνια στο Αρσάκειο. Χρημάτισε κυρία των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας και 2α σύζυγος του Ηλ. Παπαηλιόπουλου. Ενδιαφέρθηκε για το ’21, πέραν των μνημών, γι’ αυτό που απέκτησε απ’ τη μητέρα της, συγγράφοντας και βιβλίο. Εστράφη και στη λογοτεχνία. Ο Τ.Λάππας βρήκε και 3 διηγήματά της, εκ των οποίων ‘‘Ο παράφρων’’, είναι μια αισθηματική ιστορία ενός Έλληνα με μια χανούμισσα, που εξυφάνθηκε κατά την πολιορκία του κάστρου των Σαλώνων το 1821 και ολοκληρώθηκε δραματικά στις Φαιδριάδες, ιστορία πιθανόν προερχόμενη από αφηγήσεις Σαλωνιτών.

Ο Αθ. Λιδωρίκης (1788-1868) ήταν έμπιστος γραμματέας (σφραγιδοφύλακας) του Αλή πασά, μέλος της Φιλικής Εταιρείας, με δράση στην Επανάσταση. Κατά τον Α. Γούδα, δεν είχε ένοπλη ανάμειξη. Παρείχε πολιτικές υπηρεσίες ενθάρρυνσης - υποστήριξης των αγωνιστών. Προήγγελλε την επιτέλους αναγκαστική ενίσχυση του Αγώνα της Ανεξαρτησίας απ’ τους Ευρωπαίους, με επιμονή και τάξη (Α. Γούδας, Βίοι Παράλληλοι, τ. Ζ΄, σ. 353). Κατέλιπε και ελλιπή απομνημονεύματα, που δημοσίευσε ο Τ. Λάππας (και ανάτυπο, τ. Δ΄ Ηπειρωτικής Εστίας, Ιωάννινα 1955, σσ. 17, 73).

Το παραπάνω βιβλίο, για το οποίο όταν κυκλοφορήθηκε στην Αθήνα το 1898, πολυσέλιδο, καλοτυπωμένο γραμμένο σ’ επιστολιμαίο τύπο (δηλ. σαν επιστολή που ο άγνωστος συγγραφέας έστελνε στο λόγιο Φίλιππο Οικονομίδη (2) - παροχή πληροφοριών για τη βιογραφία του Νικ. Α. Λιδωρίκη, είδος συνηθιζόμενο τότε), γράφτηκε σε αθηναϊκήν εφημερίδα της εποχής πως «εἶναι πόνημα φιλοσόφου τινός φιλαλήθους γέροντος, ὅστις ὡρμήθη ὑπό ἁγνῆς φιλοτιμίας νά χαράξῃ τάς ἀξιολογωτάτας τῶν ἀναμνήσεων τῆς νεανικῆς και ἀνδρικῆς αὐτοῦ ἡλικίας, διελθούσης διά μέσου τῆς ἱστορικῆς δίνης μιᾶς ὁλοκλήρου γενεᾶς ἀπό τῆς μεγάλης ἡμῶν ἐθνικῆς Ἐπαναστάσεως μέχρι τῆς μεταπολιτεύσεως τοῦ 1862». Βάσιμα εικάζεται ότι ο συγγραφέας προέρχεται απ’ την οικογένεια του Αθ. Λιδωρίκη, ή από στενά σχετιζόμενο μαζί της άνθρωπο, αφού τα αναφερόμενα περιστατικά είναι καθαρά οικογενειακά κι ελάχιστοι μπορούσαν να γνωρίζουν.

Είναι ένα ιστορικό ντοκουμέντο, καλογραμμένο με χάρη κι αφέλεια καμιά φορά, με παρατηρητικότητα, αντικειμενικό κι ενίοτε αυστηρό. Περιέχει άγνωστες από αλλού ιστορικές πληροφορίες. Επεισόδια - πρόσωπα γνώριμα κι άγνωστα, που έλαβαν χώραν, ή έδρασαν σε δύσκολες στιγμές, μια σειρά εικόνων,ανόθευτων με φυσικότητα, απλά κι ανεπιτήδευτα αποτυπωμένων. Όσα περιστατικά δεν τα έζησε η συγγραφέας, μα άκουσε να τα διηγούνται οικείοι της, τα παρουσιάζει με πειστικότητα και ζωντάνια, που ο αναγνώστης θαρρεί πως ήταν αυτόπτης. Ξεκινά απ’ την Επανάσταση και φθάνει στην Οθωνική εποχή, φανερώνοντας πολλά άγνωστα περιστατικά για τους πρώτους βασιλείς και τους αυλικούς. Εκεί είχαν εστιάσει οι παλαιότεροι το ενδιαφέρον κι ο Τ. Λάππας, που πρώτος είχε αναδείξει κι αξιοποιήσει, απ’ τη δική του οπτική, το βιβλίο (Πηνελόπη Λιδωρίκη - Παπαηλιοπούλου, σε περ. ‘‘Στερεά Ελλάς’’, Φεβρ., τ. 37, σσ. 8-12, Μαρτ., τ. 38, σσ. 11-15 & Απρ., τ. 39, σσ. 26-29 &38 του 1972).

Ο εκδότης Κάρλ Μπεκ (1855-1934) γερμανικής καταγωγής, γεννήθηκε στην Αθήνα, πήγε και δούλεψε για κάποιο διάστημα σε βιβλιοπωλείο στη Γερμανία και γυρνώντας πίσω, εργάστηκε αρχικά σε βιβλιοπωλείο κι ύστερα ίδρυσε δικό του εκδοτικόν οίκο, διευθύνοντάς τον ώς το 1902. Τότε συνεταιρίστηκε με τον Τ. Μπαρτ. Το 1910 αποχώρησε πωλώντας το μερίδιό του στον Κ. Ελευθερουδάκη. Ανάμεσα στα πολλά και σημαντικά έργα που εξέδωσε, ήταν κι η Ιστορία της Ελλάδος του Σπ. Λάμπρου. Στις ‘‘Σελίδες’’ εξηγεί, σε άτιτλο δισέλιδο Πρόλογο, ότι του περιήλθε το χειρόγραφο χωρίς άλλα στοιχεία για το συγγραφέα· με «τήν μορφήν ἀπομνημονευμάτων ἱστοροῦνται ἐπεισόδια τινα τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως». Έχει υπ’όψιν του ότι το αφήγημα περιστρέφεται γύρω από τον Νικ. Αθ. Λιδωρίκη (1817-18; ), γιο του Αθανασίου και πρεσβύτερο αδερφό της Πηνελόπης. Έχει εντοπίσει τις «παντοῖες κρίσεις καί γνῶμες-αὐστηρές ἐνίοτε- περί προσώπων καί γεγονότων κοινωνικῶν καί πολιτικῶν» αποφαινόμενος ότι το ἔκρινε «ἄξιον ἐκδόσεως διά τε τήν ἀφέλειαν τῆς διηγήσεως καί τήν ζωηρότητα ἐν ταῖς περιγραφαῖς τῶν περιπετειῶν, ἃς ὑφίσταντο κατά τούς χρόνους ἐκείνους αἱ φεύγουσαι τήν τουρκικήν ὠμότητα ἑλληνικαί οἰκογένειαι». Τέλος πληροφορεί για την εμπλοκή-ανεκτέλεστη (λόγω θανάτου) πρόθεση επιμελημένης έκδοσης του χειρογράφου, απ’ το λόγιο καθηγητή Φιλ. Οικονομίδη. Αφού κάτι τέτοιο δεν συνέβη, δηλώνει ότι προχώρησε στην έκδοσή του με τον «εν τη προμετωπίδι τίτλον», χωρίς καμία παρέμβαση στο κείμενο, τη μορφή, ή τη διάταξη της ύλης. Το βιβλίο υπάρχει στον διαδικτυακό τόπο ‘‘Ανέμη’’ από όπου το μελετήσαμε.
 
Η 14σέλιδη Εισαγωγή σε 2 ενότητες, ξεκινά με την αναπόληση της κρυπτόμενης συγγραφέως: α) γεγονότων φιλοπατρίας, β) μαθητικών στιγμών και αλησμόνητου δασκάλου, γ) της αφίξεως στον Πειραιά «μέ μίαν Γαλαξιδιώτικην μπρατζέρα», για μόνιμην εγκατάσταση στην Αθήνα, της οικογένειας του Αθ. Λιδωρίκη το 1836, ύστερα από 4ετή παραμονή τους στα Σάλωνα-Άμφισσα. Εκεί παρατίθενται ενδιαφέρουσες εικόνες της Αθήνας, των πρώτων χρόνων της ως πρωτεύουσας του νεοελληνικού κράτους. Οι αναπολήσεις εκδιπλώνονται στο πώς μεγάλωναν τα παιδιά (αγόρια-κορίτσια) προεπαναστατικά και το πώς γίνονταν οι γάμοι την περίοδο του Μεγάλου Ξεσηκωμού. Έντονη αντίθεση με την έξοδο-ζωή αργότερα στη δυτικήν Ευρώπη «τόν πολιτισμένον κόσμον, τόν τακτοποιημένον πρό αἰώνων, τόν βίον τόν ὡρολογοποιημένον». Και οι μνήμες των ηρωικών χρόνων παρέμεναν και δεν ξέφτιζαν, αξεθώριαστες.

Πρώτη αναφορά στον Αλή Πασά και τα Γιάννενα, πώς η πόλη έμενε στα σκοτάδια της αμάθειας, μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, στο οποίο ο Αθ. Λιδωρίκης ήταν Σύμβουλος της Επικρατείας. Και στη 2αν ενότητα της εισαγωγής αναμνήσεις, αναπολήσεις και συγκρίσεις, μαθητικά χρόνια και έγνοιες, «Δωρικοί ἀστεϊσμοί», δηλ. το ρουμελιώτικο πνεύμα- χιούμορ του Νικ. Λιδωρίκη και περιγραφή των προεπαναστατικών συνηθειών όσον αφορά σε επισκέψεις, κοινωνικές επαφές προσώπων, υποδοχή και περιποιήσεις στο σπίτι, με σκιαγράφηση των ρόλων άντρα και γυναίκας στο πατριαρχικό περιβάλλον. Η συγγραφέας προοιωνίζεται τις αλλαγές σε εργασία και μόδα απ’ την έναρξη του αγώνα των γυναικών για ισότητα στην Ελλάδα. Μνήμες των επαφών του Αθ. Λιδωρίκη με τους παλιούς φίλους του, σεβασμίους πια γέροντας «φέροντες ἐπ’ ὤμου τό οἰκοδόμημα τῆς ἀναγεννηθείσης Ἑλλάδος (…) ἡ συνομιλία περιωρίζετο εἰς τέσσερας λέξεις, τό πολύ ὀκτώ, κατόπιν ἐρρόφων ἡσύχως τόν καπνόν των τόν καφέ των καί ἀπήρχοντο (…) αὐτοί μέ τά τέσσερα λόγια τό ἔφτιαξαν τό ρωμέικο, ἡμεῖς μέ τά χίλια τέσσερα τό ξεφτύσαμε» (σσ. 9-10).

Αποδύεται κατόπιν σ’ έναν ύμνο του ήθους των παλιών αγωνιστών. Κάνοντας λόγο για το σπίτι των Λιδωρίκηδων στην οδό Αδριανού (Πλάκα), μιλάει για τα σπίτια της παλιάς Αθήνας, με τη μεγάλη αυλή και την εθιμοτυπία των ανταλλαγών-κοινωνικών επισκέψεων. Ξανά οι σχέσεις των δύο φύλων, «οἱ σύζυγοι τότε, καί μέ ὅλην τήν ἀγερωχίαν τοῦ χαρακτῆρος των και τά σατραπικά ἤθη των, πρός τάς γυναῖκας τους ὅμως ἐφέροντο μετά σεβασμοῦ». Επαινούνται οι Ηπειρώτες για τα νοητικά και επιχειρηματικά τους επιτεύγματα. Για το Νικ. Λιδωρίκη γράφεται ότι ήταν «ἐπιτυχές κρᾶμα ἀνατροφῆς Ἠπειρωτικῆς μετά ἀγερωχίας καί ὑψηλοφροσύνης Δωριέως». Το παιδί απ’ τη μητέρα του βοηθείτο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και του πατριωτικού του φρονήματος. Παρά τις υποχρεώσεις ανατροφής 4 μικρών παιδιών, με αναφορές σε Πλούταρχο και ιστορικά γεγονότα, όπως η μάχη των Θερμοπυλών-επεισόδια του Αγώνα, φρόντιζε επισταμένως να κοινωνικοποιεί τη νέα γενιά και να τα εμπλουτίζει με ακριβές μνήμες της Επανάστασης.

Και το Α΄κεφάλαιο ξεκινά με αναφορά στο Νικ. Λιδωρίκη και μια εύστοχη κρίση για τους πολιτικούς ηγέτες που δεν ανταποκρίθηκαν/ονται στα συναισθήματα του λαού. Καταγράφεται συνοπτικά η ιστορία του Αθ. Λιδωρίκη, που μικρός πήγε όμηρος στον Αλή Πασά, σπούδασε κοντά στον περίφημο δάσκαλο Αθανάσιο Ψαλίδα και ανεδείχθη έμπιστος γραμματέας-σφραγιδοφύλακας του Αλή Πασά. Νυμφεύτηκε στην Άρτα την Βασιλική, κόρη ενός πλούσιου άρχοντα, του Ντέμου. Παρασιωπάται το γεγονός της πρόσληψης του νεώτατου Μακρυγιάννη, ως επιστάτη του απουσιάζοντα στα Γιάννενα αφεντικού του. Για τις πρώτες περιπέτειες της οικογένειας, που διαδραματίζονται στην περιοχή της Άρτας, πηγή συσχέτισης – επιβεβαίωσης των γραφομένων, είναι ο Στρατηγός. Όντας μέλος της Φιλικής Εταιρείας, ο Αθ.Λιδωρίκης συνελήφθη απ’ τους Τούρκους, με κίνδυνο απώλειας της ζωής του, στην έκρηξη της Επανάστασης. Ευεργετηθείς απ’ την ένοπλη επέμβαση του Χασάν μπέη (ανιψιού του Ομέρ Βρυώνη), κατέφυγε στο στρατόπεδο του Γώγου Μπακόλα. Ο Χασάν πασάς της Άρτας όμως συνέλαβε για να οδηγήσει σκλάβα τη σύζυγό του. Ο Νικόλαος, αν και 4αετής, υπερασπίζεται την απειλούμενη μητέρα του, κερδίζοντας ακόμα και τη συμπάθεια του επικεφαλής αστυνομικού οργάνου. Με τη μεσολάβηση του Ι. Κωλέττη, η γυναίκα έμεινε σε κατ’οίκον περιορισμό στο σφραγισμένο σπίτι της.

Η σε προχωρημένη εγκυμοσύνη γυναίκα απελευθερώθηκε με την είσοδο των ελληνικών στρατευμάτων στην Άρτα, απ’ το Μακρυγιάννη (υποτακτικό - επιστάτη τους προεπαναστατικά) και μερικά παλικάρια Δωριείς (δηλ. αγωνιστές απ’ την επαρχία του Λιδωρικιού), που είχε στείλει επί τούτου ο Αθ. Λιδωρίκης. Αναφέρεται αναλυτικά στο στρατηγό-συγγραφέα των Απομνημονευμάτων, το ρόλο του, τη γενναιότητα και την ανθρωπιά του στην απελευθέρωση και ασφαλή διαφυγή της οικογένειας του πρώην αφεντικού του, που είχε προ μηνός αποκτήσει κι ένα καινούργιο μέλος. Το Μακρυγιάννη χαρακτηρίζει «ἁπλοῦν ἀκόλουθον αὐτοῦ διακριθέντα κατόπιν εἰς τό πεδίο τῶν μαχῶν, καί φθάσαντα δικαίως εἰς τόν βαθμόν στρατηγοῦ» (σ. 20). Μέσα στη σύγχυση έδρασε ο Μακρυγιάννης κι η ομάδα του, αιφνιδίασαν τον Τούρκο φύλακα και πήραν φεύγοντας μαζί τους τη γυναίκα, την πενθερά και την υπηρέτρια, με το 4χρονο αγόρι και το ενός μηνός νεογέννητο κοριτσάκι. Στην αστραπιαία φυγή, δε σκέφτηκαν να πάρουν χρήματα ή τιμαλφή (3), αλλά όπως ήταν, οι γυναίκες με φέσι στο κεφάλι «μέ μαργαρίτας καί χρυσά νομίσματα γύρωθεν» και κάποια ακριβά δαχτυλίδια στα χέρια.

Με δημευθείσα και αρπαγείσα την περιουσία στην Άρτα, η οικογένεια για 5 χρόνια προσποριζόταν τη διατροφή της απ’ τα χρυσά νομίσματα στο φέσι και τα δαχτυλίδια! Η πορεία τους μέχρι να φθάσουν σε ασφαλές μέρος, γινόταν με την εικόνα της Παναγίας στο κεφάλι της προπορευόμενης πενθεράς και τις παρακλήσεις-προσευχές του μικρού αγοριού. Ο Μακρυγιάννης ξέσκισε τη φουστανέλα του κι έδεσε μ’ αυτή τα ματωμένα απ’ την πορεία πόδια των γυναικών. Ασφαλής σταθμός ήταν το στρατόπεδο του οπλαρχηγού Τζόγκα. Εκεί τους περίμενε κι ο Αθ. Λιδωρίκης. Αυτός, όταν είχε απελευθερωθεί στην Άρτα, είχε διαφύγει στο στρατόπεδο του οπλαρχηγού Γώγου Μπακόλα, στενοχωρούμενος για την αφημένη πίσω οικογένειά του. Παρηγορείτο απ’ τα όνειρα που έβλεπε. Η συγγραφέας κάνει λόγο για τις αλληλεπιδράσεις στους συγχρωτιζόμενους μουσουλμάνους-χριστιανούς, των δερβισών-μοναχών, με ιδιαίτερην αναφορά στην «ὑπόληψιν καί πίστιν τοῦ θηριώδους Ἀληπασσᾶ πρός τόν χριστιανόν μοναχόν Πάτερ Κοσμᾶν» (τον Αιτωλό, σ. 24).

Καταγράφοντας μνήμες που είχεν αφηγηθεί ο Αθ. Λιδωρίκης, αναφέρεται η διαφορά στο πώς υπέμεναν τα μαρτύρια του Αλή, Έλληνες και Τούρκοι-Τουρκαλβανοί, με ιδιαίτερη μνεία στο μαρτυρικό τέλος του γενναίου Κατσαντώνη. Παρατίθενται ακόμη η εξήγηση από ένα δερβίση ενός ονείρου του Αθ.Λιδωρίκη, αφ’ενός για την απελευθέρωση της Ελλάδας κι αφ’ετέρου για τη μακροβιότητά του. Έτσι ολοκληρώνεται μια 6σέλιδη παρέκβαση. Μετά από ολιγοήμερη παραμονή στο στρατόπεδο του Τζόγκα, ακολουθώντας το Μακρυγιάννη η οικογένεια, με τα κατάλληλα πέδιλα στα πόδια, πήγε στο Μεσολόγγι, το 2ο σταθμό της περιπλάνησής της. Εκθειάζεται η φιλοξενία των Μεσολογγιτισσών, που πρόσφεραν διακριτικά και με λεπτότητα ψάρια και θηράματα (λαγούς-ζαρκάδια), αλλά και είδη ρουχισμού στα κατατρεγμένα μέλη της οικογένειας Λιδωρίκη. Σα να μην έφθαναν αυτά, κόλλησαν και ψείρες απ’ τους στρατιώτες. Για αγορά φορεμάτων κι εσωρούχων τα πολύτιμα δαχτυλίδια τους δεν εύρισκαν αγοραστή, λόγω περιστάσεων. Έτσι οι γυναίκες αναγκάστηκαν να ξηλώσουν τα χρυσά σηράδια (4) απ’ τα φορέματα, τα έχυναν και όσο ασήμι έβγαινε απ’ αυτά, εχρησιμοποιείτο ως νόμισμα-αντίτιμο για αγορές τροφίμων. Τις προμήθειες έκανε ο 5χρονος Νικόλαος, αφού τότε δεν επιτρεπόταν η γυναίκα να βγαίνει από το σπίτι, απόντος του συζύγου…

Ο μικρός παρακολουθούσε και μαθήματα σε κοντινό σχολείο. Η υπηρέτρια τους εγκατέλειψε και γύρισε στον άντρα και τα παιδιά της. Με συγκινητικό τρόπο η συγγραφέας εκθειάζει την προσφορά των γυναικών του Αγώνα· «ἔργον εἶναι, ἡ καταπλήξασα τόν κόσμον ὅλον ἀπελευθέρωσις τοῦ Γένους ὑπό μιᾶς δρακός ἀνδρῶν τυχόντων τοῦ ἐξόχου εὐτυχήματος νά γεννηθῶσιν ἐξ αὐτῶν» (σ. 31). Η σύζυγος κι η πενθερά του Αθ. Λιδωρίκη, έχοντας ζήσει (και μέσα στη σκλαβιά!), σε περιβάλλον πλούτου, χλιδής κι ανέσεων, αν και βρέθηκαν απ’ τη μια στιγμή στην άλλη χωρίς τίποτα, στο δρόμο «δέν ἐδειλίασαν τό παράπαν, δέν ἐγόγγυσαν, ἀνεδέχθησαν μετά γενναιότητος καί ὑψηλοφροσύνης πάντα τά ἔργα τά ὑπηρετικά, ἐζύμωσαν, ἔπλυναν, ἐμαγείρεψαν, ἔρραψαν, ταῦτα ὅλα μέ εὐθυμίαν, μέ χαράν». (σ.32). Και όταν πήγαιναν στην εκκλησία, η ηρεμία κι η γαλήνη του προσώπου τους, τις έκανε να φαίνονται βασίλισσες και ας κακοπαθούσαν επί 7 χρόνια καταδιωκόμενες απ’ τους Τούρκους και περιπλανώμενες.

Έχοντας πληροφορίες για την επικείμενη α΄ πολιορκία του Μεσολογγιού (1822), ο Αθ. Λιδωρίκης έστειλε άνθρωπό του να τους παραλάβει και μεταφέρει στο νησί Κάλαμος (5) για ασφάλεια. Ένα 24ωρο κράτησε το ταξίδι με καΐκι και βάσανα απ’ τη θάλασσα και την απώλεια του πήλινου δοχείου με το πόσιμο νερό τους. Σκληρή, αφιλόξενη και περιοριστική η υποδοχή στο νησί (3ο σταθμό της περιπλάνησής τους) απ’ τους Άγγλους κυρίαρχους. Από κάποιους που αναγνώρισαν τις γυναίκες, όταν έμαθε ο διοικητής ποιες ήταν, στο ξύλινο παράπηγμα που κατέλυσαν τους έστειλε δώρα: ψωμί, κρασί και φρούτα. Μετά μια σύντομη, ενθαρρυντική επίσκεψη του Αθ. Λιδωρίκη, ενέσκηψε θανατηφόρος λοιμός στο νησί, απ’ τον οποίο προσβλήθηκε κι η σύζυγός του - μητέρα της συγγραφέως. Οι Άγγλοι γιατροί κι ένας Έλληνας, που είχε έρθει απ’ το εξωτερικό να προσφέρει τις υπηρεσίες του, φρόντισαν συγκινητικά τους αρρώστους και το μικρό Νικόλαο, που μόλις συνήλθε η μητέρα του, έπεσε αυτός απ’ την επίσης επικίνδυνη ευλογιά. Χωρίς τελειωμό τα βάσανα του πολέμου, έφεραν μετά, εντολή των Άγγλων να εγκαταλείψουν οι πρόσφυγες τον Κάλαμο σε σύντομο διάστημα, μαζί και τρομακτικές φήμες για νίκες και απειλές τουρκικές. Αδυναμία κάποιας επαφής με τον Αθ.Λιδωρίκη και μ’ ένα ψαροκάικο έφυγαν για το Γαλαξείδι. Ξανά δύσκολο ταξίδι κι έφθασαν στον 4ο σταθμό της περιπλάνησής τους. Η περίφημη ναυτική πολιτεία είχε υποστεί καταστροφήν, ως γνωστόν, το Σεπτέμβρη του ’21. Είχε ξαναχτιστεί και φέρει πίσω τους φιλοπάτριδες κατοίκους της. Γεμάτο ζωή, τροφή, ψάρια, αλλά κι αιγοπρόβατα απ’ τα γύρω βουνά, χωρίς όμως σχολείο. Η φήμη για ερχομό εκεί τουρκικής αρμάδας, το άδειασε από κόσμο, διακόπτοντας απότομα και τη διαμονή με εξασφαλισμένη τροφή, της οικογένειας Λιδωρίκη.

Η συγγραφέας στο σημείο αυτό συγχέει μερικώς τα ιστορικά στοιχεία περί του αρχαίου-λοκρικού Χαλείου, κατέχει τις οδυνηρές μνήμες των γνωστών απ’ το Χρονικό πειρατικών επιδρομών στην τουρκοκρατία και πιθανόν αστοχεί κάνοντας πρωθύστερα λόγο για τη ναυμαχία της Αγκάλης-Σκάλας των Σαλώνων (17/09/1827), όπου οι Έλληνες στη δυτική πλευρά του Κόλπου, με την ατμοκίνητη Καρτερία, 6 πλοία μιας ελληνοβρετανικής μοίρας, υπό την ηγεσία του Άγγλου ναυάρχου F.-A. Hastings κατεναυμάχησαν αγκυροβολημένη μοίρα 9 πλοίων των Οθωμανών στον Κορινθιακό.

Η περίοδος 1822-27 είναι μεγάλη για να διανυθεί σε Κάλαμο-Γαλαξείδι, κατά τα γραφόμενα στο βιβλίο. Επιδιώκοντας περισσότερην ασφάλεια και ησυχία, η σύζυγος του Αθ. Λιδωρίκη αποφάσισε να ανεβούν απ’ το Γαλαξείδι στα πατρογονικά και τους συγγενείς του συζύγου της, στο Παλαιοκάτουνο-Κροκύλειο. Η πορεία πεζή στα μονοπάτια των δύσβατων βουνών της περιοχής μας, «ὑπῆρξεν ὀδυνηροτάτη». Είχε προστεθεί και καινούριο, νεογέννητο μέλος στην οικογένεια. Οι βοσκοί που συνάντησαν καθ’ οδόν, ευσπλαχνίστηκαν τις οδοιπορούσες γυναίκες-παιδιά κι αλλάζοντας τη δική τους με τα ποίμνια πορεία, τις συνόδευσαν, φέρνοντάς τες κοντινότερα στο Λιδωρίκι. Από κει ειδοποιήθηκαν οι συγγενείς και τους έστειλαν μουλάρια να τις μεταφέρουν, γιατί πλέον δεν άντεχαν άλλο. Τα πρησμένα και καταματωμένα πόδια τους, οι βοσκοί, με τις πρακτικές γνώσεις τους, τα τύλιγαν με τα φύλλα απ’ το φυτό σαρκοτρόφι, για να γίνουν καλά.

Η φύση απ’ τη μια κι ο ήχος της φλογέρας με τους ήχους των κανονιών των ναυμαχούντων πλοίων απ’ την άλλη, επέτειναν την αγωνία των κινουμένων στα μονοπάτια των βουνών μας, για τη φίλιαν ή μη επικράτηση. Σε οικείο τους περιβάλλον οι βοσκοί, κάτω από ένα σκιερό έλατο, έφτιαξαν πρόχειρο κατάλυμα ανάπαυσης, ύπνου κι ενδυνάμωσης με άφθονο γάλα. Τρεις φύλακες τους πρόσεχαν, όσο να πάνε δυο παιδιά του τσέλιγκα στο Κροκύλειο, να φέρουν τους μεταφορείς εκεί με ζώα. Το Κροκύλειο-Παλαιοκάτουνο ήταν ο 5ος σταθμός της περιπλάνησής τους. «Ἡ διαμονή τῆς οἰκογενείας ἐν τῷ τερπνῷ ἐκείνω χωρίῳ ἦτο ὄασις ἐν τῇ ἐρήμῳ». Η συγγραφέας υμνεί τις φυσικές ομορφιές του χωριού και τον εξαίσιο ρυθμό του πατρογονικού σπιτιού. Ο Νικόλαος εκεί επανέλαβε τις σχολικές και συναφείς δραστηριότητές του. Το Α΄ Κεφάλαιο του βιβλίου τελειώνει με μια νέα παρέκβαση περί ιερέων –δασκάλων, παιδείας προεπαναστατικής και εκείνης του ελεύθερου κράτους, του είδους και της αξίας των γνώσεων, τεχνικών-ανθρωπιστικών και του κοινωνικού ρόλου του ιερέα, ιδίως στα χωριά, που θυμίζουν τις γνωστές απόψεις περί ελληνικότητας του Περικλή Γιαννόπουλου.

Το Β΄ Κεφάλαιο, όπου χωρίς να εξαντλείται, περιέχονται οι αναμνήσεις ώς την ολοκλήρωση της Επανάστασης, ξεκινά με την επίσκεψη του Αθ. Λιδωρίκη στο χωριό και το σπίτι του, όπου είχε καταφύγει η οικογένειά του. Είναι η περίοδος της ναυμαχίας στο Ναυαρίνο (20/10/1827), που αναπτέρωνε τις ελπίδες επιτυχούς έκβασης του Αγώνα, με σχέδια συγκρότησης κράτους, με την Πελοπόννησο «καί μέρους τῆς Στερεᾶς, συμπεριλαμβανομένης καί τῆς Δωρίδος». Κομίζοντας αυτές τις ενθαρρυντικές ειδήσεις στο χωριό του, οργανώθηκε εκεί γιορτή με φωτιές, κρασί, χορούς, ανάμνηση του ηρωισμού του Διάκου και των εγκλεισθέντων στο Χάνι της Γραβιάς, με παλιότερα και πρόσφατα δημοτικά τραγούδια.
 

Στη γεμάτη και ασφαλή εκεί ζωή, ο Νικόλαος ‘‘ὑπό τήν ἐποπτείαν τῶν ὠκυπόδων Δωριέων ἐξεπαιδεύετο εἰς τήν γυμναστικήν, ρίπτων τόν λίθον’’, η δε συγγραφέας μιλά για την περιοχή ‘‘Εἰς τήν Δωρίδα δέν ὑπῆρχον Τοῦρκοι. Εἰς τά ὀρεινά καί ὡραιότατα αὐτῆς χωρία ἔζων ἐν πλήρει ἀνεξαρτησίᾳ, μόνον αὐθέντην ἔχοντες τό μακρύ τουφέκι των, τό «καρυοφύλι»’’, απηχώντας τις γνωστές απόψεις για τον τόπον όπου γεννήθηκε το τελευταίο είδος του δημοτικού, το κλέφτικο τραγούδι, που εξυμνεί τα κατορθώματα εκείνων των αγωνιστών. Κι άλλη αναφορά στον Αθ. Λιδωρίκη και τη θητεία του κοντά στον Αληπασά, όπου μεταξύ άλλων (Pouqueville), εγνώρισε και τον προφανώς άστοχα μεταφερθέντα (ως Παπαρρηγόπουλο) απ’ το χειρόγραφο, Γεωργ. Παπαηλιόπουλο, ‘‘συνετόν καί νοήμονα, ἕνα ἐκ τῶν κυριωτέρων μοχλῶν τῆς ἱερᾶς ἐπαναστάσεως’’. Η συγγραφέας συνομολογεί την τάση συχνών παρεκβάσεων, παρεκκλινουσών του κυρίου συγγραφικού της σκοπού, αναφέροντας τους συμβούλους (6 γραμματείς) του Αλή, τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων τους και μια ιστορία με το δακτυλίδι του εκπτώτου (τότε) βασιλιά της Σουηδίας που επεθύμησε κι απόκτησε με παρενέργειες ο Αλής.

Την ήσυχη ζωή στο Κροκύλειο ήλθε ν’ αναστατώσει και διακόψει η εκ νέου είσοδος τουρκικών στρατευμάτων στην Ανατ. Ελλάδα. Αστοχεί και πάλι η μνήμη στη χρονολογική τάξη, αναμιμνησκόμενη και καταγράφουσα γεγονότα του 1826. Μάχη στην Αράχοβα (19-24/11/1826), διαδόσεις και γνώση τελικά του θανάτου του Καραϊσκάκη (23/4/1827), που ‘‘ἦτο φίλος λατρευόμενος ἐν τῇ οἰκογενείᾳ’’ και τον θρήνησαν με τα παραδοσιακά μοιρολόγια στο χωριό, οπότε ‘‘Ἐκ νέου ἡ οἰκογένεια ὤφειλε νά ἀπέλθῃ ἐκεῖθεν, μόλις ἡσυχάσασα’’. Η μάνα του Αθ. Λιδωρίκη αρνήθηκε να εγκαταλείψει το σπιτικό της, η πενθερά, η σύζυγος και τα παιδιά ‘‘ὤφειλον νά ὁδεύσωσι πρός Περαχώραν τῆς Κορινθίας κατά παραγγελίαν’’ του, ‘‘ὁπόθεν οὗτος ἠδύνατο νά τούς παραλάβῃ δεδομένης εὐκαιρίας’’. Με αφορμή την καινούργια αναστάτωση, η συγγραφέας πλέκει το εγκώμιο της Άμφισσας· ‘‘Οἱ Ἀμφισσεῖς, λαός ἐξέχων ἐν τῇ Ἀνατολικῇ Ἑλλάδι, ἐργατικός, νοήμων, ἀνδρεῖος, πολυμήχανος, κύριον μέρος λαβών ἐν τῷ ἀγῶνι, ἐκ τῶν πρώτων, πολυειδῶς καί πολυτρόπως κατέρριψε τήν ὀφρύν τῶν Τούρκων, καί διά τῶν ὅπλων και διά τῆς ἐπιτυχοῦς διπλωματικῆς ἐνεργείας τῶν προκρίτων. Οὗτοι γενναίως ἀντεστάθησαν...’’. Κι αφηγείται το και από αλλού γνωστό περιστατικό της ματαίωσης αρπαγής του ελαιώνα απ’ τον Αληπασά. Τους τελευταίους μήνες του 1819 είχε στείλει διαταγή στον βοεβόδα των Σαλώνων να παρουσιαστούν στα Γιάννενα οι πρόκριτοι Γ. Παπαηλιόπουλος και Α. Κεχαγιάς. Εκεί απρόσμενα τους ζήτησε να του υπογράψουν πωλητήριο έγγραφο μεταβίβασης του ελαιώνα. Αυτοί αρνήθηκαν λέγοντας ότι δεν έχουν τέτοιο δικαίωμα. Στις απειλές του είπαν ότι προτιμούν το θάνατο. Γλίτωσαν τελικά λόγω περισπασμών του με την Πύλη (Σπ.Αραβαντινός, Ιστορία του Αληπασά, 1895, σσ.610-611).

Στην πορεία απ’ το Κροκύλειο για Περαχώρα, πάλιν ‘‘Οἱ πόδες των ἐπηπειλοῦντο ὑπό νέων πληγῶν, καί ἡ φροντίς τῶν τέκνων ἐγίνετο μεγαλητέρα, διότι ὑπῆρχε καί ἄλλο νεογεννηθέν’’. Τα ‘‘καλά παληκάρια’’ που τους συνόδευαν, κουβαλούσαν στους ώμους τα μικρά παιδιά. Αν στην πορεία τους εύρισκαν κάποια σπηλιά, όπου άφοβα μπορούσαν να ξεκουραστούν, στάθμευαν για λίγο. Πρώτα εισερχόταν η εικόνα της Παναγίας, μετά άναμμα φωτιάς και λίγο λιβάνι, η πενθερά του Λιδωρίκη θυμιάτιζε την εικόνα και τη σπηλιά κι αμέσως μετά έψηναν καφέ, που ‘‘μεστά παραδεισίου ἡδονῆς ἐρρόφουν’’. Τα παληκάρια έπιναν ρακή κι έστηναν ξώβεργες να πιάσουν κανένα πουλί, για ψήσιμο σε ξύλινες σούβλες. Όταν έβρεχε, καθυστερούσαν ν’ αναχωρήσουν. Επανελθούσης της καλοκαιρίας και πριν την αναχώρηση, χόρευαν στην είσοδο της σπηλιάς, ή ‘‘ἠσκοῦντο εἰς τήν πάλην’’, ενώ ετοιμάζονταν τα παιδιά για την ‘‘πρόσω πορείαν’’. Ο Νικόλαος διέθετε πια τα δικά του άρματα και τον καμάρωναν, μητέρα και γιαγιά, περιμένοντας και τα δικά του ανδραγαθήματα στο άμεσο μέλλον. Η γυναίκα του Λιδωρίκη δεν είχε μόνο το επιπλέον βάρος του θηλασμού, αλλά και ‘‘νά διοικῇ καί τόν μικρόν στρατόν της, καί νά προνοῇ περί παντός’’ (σ. 56).

Έφθασαν στο Γαλαξείδι, αποχαιρετήθηκαν με τα παληκάρια ‘‘ἐπιστρέφοντα εἰς Δωρίδα, ὅπου τούς ἐκάλει ἡ ἐν κινδύνῳ πατρίς’’. Με μικρό καΐκι πέρασαν απέναντι στην Περαχώρα, 6ο σταθμό της περιπλάνησής τους. Η κωμόπολη, ‘‘ἄμορφος, μέ ἀλβανικόν πληθυσμόν 6 ... ἄξεστοι καί ἀμαθεῖς, οὔτε καί τό ἄλφα τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης γνωρίζοντες’’. Ασφαλείς εκεί, σε μια μικρή παραχωρηθείσα καλύβα, με λίγα πήλινα μαγειρικά σκεύη και τον μικρό Νικόλαο μεταβληθέντα σε αγρότη, καλλιεργητήν οσπρίων και εποχιακών λαχανικών στο περιβόλι που διεμόρφωσε και περιέκλεισε γύρω απ’ την καλύβα τους. ‘‘Μακρόν ἔτι χρόνον διήνυσαν ἐκεί ὡς ἐξόριστοι’’, χωρίς καμιάν είδηση απ’ τους δικούς τους. Οι άντρες του χωριού, κάθε εβδομάδα κατέβαιναν για τις εργασίες τους στην Κόρινθο, έφερναν νέα επιστρέφοντες και, με χαρακτηριστικές κινήσεις παντομίμας, προσπαθούσαν να τα μεταδώσουν στη φιλοξενούμενη οικογένεια. Για κακή τους τύχη, έλειπε κι ο παπάς της Περαχώρας, ο μόνος που μιλούσε ελληνικά, είχε φύγει να βρη τους πολεμιστές γιους του. Συγχρωτιζόμενος με συνομήλικα παιδιά, ο Νικόλαος είχε καταφέρει να γίνεται κι αυτοσχέδιος διερμηνέας. Η γυναίκα κι η πενθερά του Λιδωρίκη, ατενίζοντας τη θάλασσα, τον Κορινθιακό, πνίγονταν στη νοσταλγία, τραγουδούσαν για την πατρίδα τους την Άρτα, συγκινούσαν τις ντόπιες που ‘‘ἡ μία κατόπιν τῆς ἄλλης ἐκύκλωναν ἀσυνειδήτως τάς δύο γυναίκας, καί ὡς ἐν θεάτρῳ ὁ χορός, συνώδευον διά τῶν ὀδυρμῶν των τάς ξενιζομένας... ἑβδομάδες καί μῆνες διωλίσθαινον ἀδυσωπήτως’’ (σ. 61). Κακή ψυχολογική κατάσταση των γυναικών, ελπίδα και προσευχή του έφηβου πια γιού. Και κάποια μέρα επέστρεψε ο παπάς, ‘‘ὁ σύνδεσμος μετά τῆς λοιπῆς Ἑλλάδος, ἔπαυεν ἡ ἐρημία’’.

Αν και είχε βρει τους γιους του, ο γέροντας ιερέας, δεν είχε τίποτα ευχάριστο να τους πληροφορήσει, ως προς τα λοιπά «παντοῦ ἐρήμωσις και δυστυχία…ἐκ νέου εἴσοδος καί ὑπόταξις τῆς Ἀνατολικῆς Ἑλλάδος εἰς τόν Κιουταχήν…ἀναλγησία τῆς ἐπισήμου Εὐρώπης» και δραματοποιώντας την αφήγηση, η συγγραφέας αναφέρει την είσοδο στο Ναυαρίνο πολυάριθμου τουρκοαιγυπτιακού κ.λπ. στόλου. Τις βραδινές ώρες, που τα παιδιά κοιμούνταν, ο γέρων ιερέας παρηγορούσε τις γυναίκες, ενθαρρύνοντάς τες με απλές ιστορίες, γνωστές σε αυτόπτες, των μεγάλων γεγονότων που είχαν προηγηθεί, όπως εκείνη του Μεσολογγιού. Κατανυκτική παρακολούθηση κυριακάτικης Θείας Λειτουργίας με συμμετοχή στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και φθάσιμο ειδήσεων για τη ναυμαχία στο Ναυαρίνο, όπως την είχαν δει, απ’ τα βουνά της Αρκαδίας βοσκοί. Λίγο μετά, έφτασε εκεί, πάνω στο μουλάρι του, απεσταλμένος του Αθ. Λιδωρίκη, πληροφόρησε για τις πολύ καλές εξελίξεις μετά τη ναυμαχία, την απόφαση της σωτηρίας της Ελλάδος, και με γράμμα του ο Λιδωρίκης τους έλεγε ότι θα παραμείνουν εκεί ακόμα, μέχρι να οριστικοποιηθεί η κατάσταση και μετά θα τους έπαιρνε κοντά του.

Στο σημείο αυτό η συγγραφέας προβαίνει σε μια από τις πιο αξιοσημείωτες κρίσεις της, συσχετίζοντας τον από αλλού γνωστό πόλεμο της ανεξαρτησίας, με τα καθέκαστα που κατέγραψε και μεταφέρει αυτούσια «οὐδέν τῶν ἐθνῶν τῆς Εὐρώπης δύναται νά καυχηθῇ ὅτι περιεβλήθη δόξαν ὡς τήν τῆς Ἑλλάδος…ὁ πόλεμος τοῦ 21 ὑπῆρξεν ὁ μόνος δίκαιος, ὁ μόνος ἅγιος. Τετρακοσίων ἐτῶν δουλεία, καί ὁποία δουλεία! ἦτο ὁ πόλεμος τῆς οἰκογενείας, οὐχί τῶν στρατῶν πλέον, διά τοῦτο καί ἑκάστη οἰκογένεια ἐν τῇ ἐποχῇ ἐκείνῃ ἔχει τήν ἔνδοξον ἱστορίαν της» (σσ. 68-69). Εκλογή και άφιξη του Καποδίστρια κατόπιν και «πρῶτον μέλημα νά σπεύσῃ νά ἐλευθερώσῃ τήν Στερεάν». Ξαπέστειλε μυστικούς απεσταλμένους, μεταξύ τους και τον Αθ. Λιδωρίκη, σε όλες τις επαρχίες να αναθερμάνουν την Επανάσταση, στην Άμφισσα το Μαμούρη.

Ολοκληρώνοντας την αποστολή του ο Αθ.Λιδωρίκης, επέστρεψε στο Ναύπλιο ως Γερουσιαστής, εύρε όμως κατοικία στο Άργος, όπου και άλλοι προτιμούσαν να μένουν, και ο Μακρυγιάννης (Γενικός Αρχηγός της Εκτελεστικής δύναμης της Πελοποννήσου και της Σπάρτης, 1829-32). Τότε έστειλε ανθρώπους με άλογα στην Περαχώρα, να φέρουν την οικογένειά του, το Νίκο, την Κλεοπάτρα και τον Αριστομένη, με τη σύζυγο Βασιλική και την πενθερά του. Συγκινητικοί οι αποχαιρετισμοί με τους ντόπιους κι οι ευχές-κατευόδιά τους. Άλλο πράγμα τώρα το σπίτι τους, με ευρωπαϊκών προδιαγραφών εξοπλισμό, μέχρι και γραφείο για το Νικόλαο και γέρων διδάσκαλος ανέλαβε την εκπαίδευσή του, γιατί σχολείο δεν υπήρχε στο Άργος. Ο έφηβος πια Νικόλαος ήθελε να δει από κοντά και τον Κυβερνήτη κι απογοητεύτηκε δυσπιστώντας μέχρι τέλους, όταν του έδειξαν ‘‘τόν ἁπλοῦν καί ἀπέριττον τήν περιβολήν’’ Καποδίστριαν. Η Επανάσταση είχε τελειώσει!..

Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια (27/10/1831), για το φόβο των αναταραχών, ο Αθ. Λιδωρίκης έστειλε την έγκυο ξανά γυναίκα του στα Σάλωνα· ‘‘ἐν Ἀμφίσσῃ τότε εἶχον ἐγκαθιδρυθῇ αἱ ἀρχαί. Τοῦρκοι δέν ὑπῆρχον πλέον, καί ἐξ ἄλλων μερῶν εἶχον συρρεύσει πολλοίὡς μέρος ἀσφαλές. Ἀλλ’ οἱ πάντες ἦσαν ἐν πτωχείᾳ καί στερήσει διότι μόλις ἤρχισαν νά καλλιεργῶσι τούς ἀγρούς των καί νά ἀπολαμβάνωσι τῶν ἀγαθῶν τῆς τάξεως καί ἔρχονται ἀρωγοί εἰς τάς πρόσφυγας οἰκογενείας’’ (σ.81). Εγκαταστάθηκαν σε δικό τους σπίτι στην πόλη. Τέλη του 1831 η Βασιλική Λιδωρίκη γέννησε δίδυμες κόρες. Η μία τους ήταν η συγγραφέας μας, η Πηνελόπη. Ύστερα από 4χρονη παραμονή στην Άμφισσα,η οικογένεια μετακόμισε κι εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπως αναφέρεται στην εισαγωγή. Ο Νικ. Α. Λιδωρίκης έγινε στη συνέχεια υπάλληλος του υπουργείου Εσωτερικών και κατόπιν εισήλθε στο διπλωματικό σώμα, φίλος και γραμματέας του πρεσβευτή στη Βιέννη, βαρώνου Σίνα. Η μητέρα του, Βασιλική, σύζ. Αθ. Λιδωρίκη, πέθανε το 1880.

Η συγγραφέας ξετυλίγει κι άλλες αναμνήσεις της, που αυτές, σύμφωνα και με τον τίτλο του βιβλίου, θεωρούνταν παλαιότερα οι πιο σημαντικές. Για μας, οι παραπάνω αναφερθείσες αποσπασματικές, με προφανώς κάπου συγκεχυμένη χρονολογική τάξη, έχουν την αξία της μαρτυρίας των άφωνων ταπεινών προσώπων της ιστορίας, για να θυμηθούμε τον κορυφαίο μας ιστορικό, Σπ.Ασδραχά. Η καθολικότητα της συμμετοχής στην Επανάσταση, οι κατατρεγμοί, οι δοκιμασίες και περιπλανήσεις των αμάχων, αλλά και η διαφοροποίηση της μοίρας, εξαιτίας του κοινωνικού στάτους της οικογένειας, προεπαναστατικά και κατόπιν, τα βάσανα, η απουσία του πατέρα - συζύγου, με φροντίδα από μακριά, η πρόνοια του, κινούμενου στα υψηλά στρώματα κατεύθυνσης της Επανάστασης, αρχηγού της οικογένειας, το πάθος για ζωή, με τις αλλεπάλληλες γέννες παιδιών μέσα στις κακουχίες, η συνέχιση της ζωής εν μέσω του Αγώνα, στην ποιμενική της διάσταση, από τους βοσκούς Παρνασσίδας και Δωρίδας, η συναίσθηση της αξίας της παιδείας κι η επιδίωξη, ει δυνατόν, σε κάθε σταθμό περιπλάνησης, εκπαίδευσης του νέου Νικολάου. Τα ήθη στην αντιμετώπιση των κυνηγημένων αμάχων φυγάδων (Μεσολόγγι - Γαλαξείδι - Περαχώρα), στις αρχές της Επανάστασης, στην Άρτα, η σχέση Ελλήνων - Τούρκων, η κάλυψη από Τούρκους των κινδυνευόντων - φευγόντων, φιλίες που ξεπερνούν την εθνική σύγκρουση, ο συγκριτισμός στην απήχηση δερβισών - οθόδοξων μοναχών, η συνύπαρξη με Αλβανούς και ηγλωσσική δυσκολία συνεννόησης, το πλήθος των στοιχείων πολιτισμού που έχουν στις σελίδες του αποθησαυριστεί, όλ’ αυτά συνθέτουν ένα σκηνικό γύρω από την Επανάσταση που διέφευγε και διαφεύγει εν πολλοίς, απαραίτητον όμως για μια πιο αυθεντική και πιο πλήρη εικόνα - σύλληψη του μεγάλου γεγονότος.
 
 
(1) Για το ποιος μπορεί να είναι ο συγγραφέας του βιβλίου, βλ. Ηλιού - Πολέμη, Ελληνική Βιβλιογραφία 1864-1900, τ. Γ΄,σ. 3351, αρ. 1898.79.
(2) Διδάκτορα της Φιλοσοφίας, ανιψιό του Φίλιππου Ιωάννου (1796-1880), καθηγητή πανεπιστημίου κι ευεργέτη του 19ου αι.
(3) Αντίθετα ο Τ. Λάππας γράφει ότι παραγγέλλοντας ο Χασάν μπέης στη σύζυγο του Λιδωρίκη να πάει στο Αγγλικό Προξενείο της Άρτας για προφύλαξη, πήρε μαζί της όλα τα πολύτιμα πράγματα του σπιτιού, ακόμη και το ρουχισμό, ό.π., σ. 10. Όλα τα εκεί μεταφερθέντα, κατά την είσοδο των ελληνικών απελευθερωτικών σωμάτων, διηρπάγησαν ολοσχερώς...
(4) Πρόκειται για χρυσά σειρήτια, με μορφή σειράς, διακοσμητικά υλικά ενδυμάτων της εποχής, από πολύτιμη πρώτη ύλη (χρυσό - ασήμι), υλικό χρυσοκεντήματος, τιρτίρια λεγόμενα, κορδονάκια, ποδόγυρου στις παρυφές, μανικιών στις άκρες, μανδυών απ’ το λαιμό ως τα πόδια, ολόκληρων κεντημένων.
(5) Το μικρό νησί στο Ιόνιο, σε πολύ κοντινή απόσταση απ’ τη δυτική ακτή της Αιτωλοακαρνανίας, βρίσκεται ακριβώς απέναντι απ’ το χωριό Μύτικας. Σήμεραανήκει διοικητικά στο Ν. Λευκάδας. Υπήρξε καταφύγιο κλεφταρματολών κι αμάχου πληθυσμού. Στα χρόνια της Επανάστασης του ’21 ήταν έρημο. Μετά τη Μάχη του Πέτα (4/7/1822), όσοι δεν μπόρεσαν να καταφύγουν στο Μεσολόγγι, αποβιβάστηκαν στον αγγλοκρατούμενο, όπως όλα τότε τα Επτάνησα, Κάλαμο. Ο αρμοστής Τ. Μαίτλαντ θεώρησε ανεπιθύμητους τους επαναστάτες και τους έδιωξε, (Δημ. Φωτιάδης, Η Επανάσταση του ’21, τ. Β΄, σ. 291). Μετά τη στροφή της αγγλικής πολιτικής (G. Canning, 1823) έγινε επίσημο καταφύγιο κι απαραβίαστο άσυλο των επαναστατημένων Ελλήνων και των οικογενειών τους.
(6) Κωμόπολη υπαγόμενη σήμερα στο Δήμο Λουτρακίου - Περαχώρας, στο τμήμα του νομού Κορινθίας που ευρίσκεται στη Στερεά Ελλάδα, στις ΒΔ υπώρειες των Γερανείων, σε υψόμ. 300 μ. κι απέχει 22 χλμ. απ’ την Κόρινθο. Η πληροφορία της συγγραφέως για την εθνικότητα του πληθυσμού της κωμόπολης, έρχεται σε αντίθεση με όσες σχετικές πηγές έτυχε να δούμε. Να πρόκειται για αστοχία τους, ή συγκάλυψη;


Κυριακή 21 Μαρτίου 2021

Εργαστήριο για το μακροπρόθεσμο αγροτικό όραμα για τη Δωρίδα


Πρόταση στο συμμετοχικό εργαστήριο για το μακροπρόθεσμο αγροτικό όραμα από τον ανεξάρτητο δημοτικό συνδυασμό Όραμα για τη Δωρίδα

Συμμετοχή και κατάθεση πρότασης του συνδυασμού “Όραμα για τη Δωρίδα” στη διαβούλευση για το μακροπρόθεσμο όραμα για τις Αγροτικές περιοχές που διοργάνωσε ο Πολιτιστικός Σύλλογος Λιδωρικίου.

https://www.facebook.com/618390278198909/videos/679204719441302
 

Μακροπρόθεσμο όραμα για τις Αγροτικές περιοχές. Ορίζοντας 2040.
Περιοχή ενδιαφέροντος: Δήμος Δωρίδος
 

Για να μπορέσουμε να αναλύσουμε την περιοχή ενδιαφέροντος (Δήμος Δωρίδος) θα πρέπει να γίνει μια  σύντομη παράθεση των χαρακτηριστικών της περιοχής. Ο δήμος Δωρίδος είναι μια κατεξοχήν αγροτική περιοχή με ανάγλυφο που περιλαμβάνει θάλασσα, βουνά, πεδιάδες, οροπέδια, κατοικημένο νησί και μια μεγάλη τεχνητή λίμνη πόσιμου νερού. Αποτελείται από περισσότερες από 60 κοινότητες και οικισμούς διάσπαρτους σε μια γεωγραφική έκταση 1000 περίπου τχιλ., με πληθυσμό κατά τη μεγαλύτερη χρονική περίοδο του έτους σε κάθε κοινότητα από 2-3 κατοίκους ως 500-600 κατοίκους τα μεγαλύτερα χωριά. Οι άνθρωποι που δραστηριοποιούνται κυρίως στη περιοχή είναι συνταξιούχοι, αγρότες-κτηνοτρόφοι-αλιείς  και ο τουριστικός κλάδος (κυρίως καφεστίαση) με σεζόν 15ήμερο του Πάσχα και Ιούλιο-Αύγουστο, μιας και κατά μεγάλο ποσοστό επισκέπτες είναι οι καταγόμενοι από τα χωριά. Βασικό πλεονέκτημα της περιοχής η μη αξιοποίησή της. Βασικά μειονεκτήματα της περιοχής η απόσταση από τα αστικά κέντρα (άρα έλλειψη υποδομών υγείας, παιδείας, πολιτιστικών δράσεων), το κακό οδικό δίκτυο, η απουσία δικτύου ίντερνετ υψηλών ταχυτήτων από πάρα πολλά χωριά αλλά και το επίπεδο και το κόστος του παρεχόμενου (μονοπώλιο) σε κάποια άλλα, ο γερασμένος πληθυσμός και η έλλειψη προοπτικών απασχόλησης τόσο γενικά όσο και ειδικά σε κλάδους αιχμής με αποτέλεσμα την «μετανάστευση» των νέων σε αστικά κέντρα ή άλλες χώρες. Τέλος μεγάλο μειονέκτημα το νομοθετικό πλαίσιο σχετικά με τις δραστηριότητες γύρω από τη λίμνη του Μόρνου.


Πριν αναλύσουμε το Όραμα μας για την περιοχή της Δωρίδας με ορίζοντα το 2040 θα πρέπει να προβλέψουμε στο μέτρο του δυνατού τις τεχνολογικές και κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις. Έτσι βλέποντας το παρελθόν όπου πριν περίπου 20-25 χρόνια ήρθε το ίντερνετ με τις απλές αναλογικές συνδέσεις στην Ελλάδα και αντίστοιχα οι πρώτοι οικιακοί υπολογιστές και περίπου μια 10ετία που κυκλοφορούν τα smartphones, έχοντας ήδη μπει στη εποχή των ηλεκτρικών οχημάτων και  κάποιων οχημάτων χωρίς οδηγό, ξεκινώντας την εποχή του 5G ίντερνετ όπου η εποχή IoT (Internet of the Things) όπου όλες οι συσκευές θα συνδέονται μέσω ίντερνετ, θα δίνουν απεριόριστες πληροφορίες και θα μπορούν να διαχειρίζονται μέσω μιας εφαρμογής από απόσταση, ενώ και οι αυτοματισμοί και οι ρομποτικές συσκευές εξελίσσονται με ραγδαίους ρυθμούς και σε λίγα χρόνια θα αντικατασταθούν δευτερεύουσες και βοηθητικές εργασίες από αυτόματες μηχανές. Επίσης στον κοινωνικοπολιτικό τομέα όλο και περισσότεροι άνθρωποι ενδιαφέρονται για το περιβάλλον και το πώς θα το παραδώσουν στις επόμενες γενιές, για την κατασπατάληση φυσικών πόρων και την αειφόρο ανάπτυξη. Αυξάνονται οι πολίτες που θέλουν να αποχωρήσουν από τα αστικά κέντρα και να εγκατασταθούν στην ύπαιθρο όπου μέσω τηλεργασίας θα μπορούν να ασκούν τα επαγγέλματά τους απολαμβάνοντας ένα όμορφο περιβάλλον. Αυξάνεται ο τουρισμός των εμπειριών, όπου πλέον οι τουρίστες δεν θέλουν να δουν άλλη μια όμορφη παραλία, αλλά θέλουν να γευτούν αγνά τοπικά προϊόντα, να παρακολουθήσουν ή και να συμμετάσχουν στην παραγωγή τους, να διασκεδάσουν με αυθεντικά παραδοσιακά δρώμενα, να μάθουν την ιστορία κάθε περιοχής και να φύγουν με εμπειρίες που θα έχουν καλύψει όλες τις αισθήσεις τους αφή, όραση, όσφρηση, ακοή, γεύση.


Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψην θα μπορούσαμε να περιγράψουμε τις δράσεις που χρειάζονται για το Όραμα μας για τη Δωρίδα το 2040. Δημιουργία οδικού δικτύου που θα ενώνει με ασφάλεια και ταχύτητα το δήμο με τα αστικά κέντρα (βλέπε Διαγώνιος οδικός άξονας Λαμία-Άμφισσα-Αντίρριο), αλλά και βελτίωση του οδικού δικτύου που θα ενώνει την παραθαλάσσια με την ορεινή Δωρίδα. Δημιουργία βασικών υποδομών που η έλλειψή τους  εμποδίζει τις αναπτυξιακές προοπτικές, όπως αποχετευτικά δίκτυα και βιολογικοί καθαρισμοί με κυριότερα τον παραλίμνιο αγωγό πέριξ της τεχνητής λίμνης του Μόρνου, των  παραθαλάσσιων οικισμών του Κορινθιακού, δημιουργία μικρών κόμπακτ βιολογικών στα υπόλοιπα χωριά για να μην μολύνονται πηγές και καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Ήπια αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με προτεραιότητα στην βιομάζα (υπολείμματα καλλιεργειών, ζωικής παραγωγής, αξιοποίηση ξυλείας)  η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί και η τηλεθέρμανση τόσο για καλλιέργειες όσο και για θέρμανση σε σπίτια μειώνοντας το κόστος διαβίωσης, αλλά και σε αντλησιοταμιευτικά έργα και υδροηλεκτρικά και όχι τόσο σε ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά όπου λόγω κοντινών αποστάσεων των βουνών με τα χωριά είναι ενοχλητικά ορατές. Δημιουργία δικτύων ίντερνετ υψηλών ταχυτήτων σε ανταγωνιστικές τιμές ώστε να μπορούν να αξιοποιήσουν οι αγρότες-κτηνοτρόφοι νέες τεχνολογίες στην παραγωγική διαδικασία και οι αλιείς στην αλιεία, αλλά και τη δημιουργία ευκαιριών είτε για εγκατάσταση μόνιμων κατοίκων που θα εργάζονται μέσω τηλεργασίας αλλά και τουριστικά μέσω τεχνολογικών νομάδων που τους επιτρέπει η εργασία τους (προγραμματιστές κλπ) να μεταναστεύουν από περιοχή σε περιοχή. Δημιουργία εξειδικευμένων γραφείων ενημέρωσης και συμβουλευτικής όπου οι αγρότες-κτηνοτρόφοι θα μπορούν να κατευθύνονται με βάση το μικροκλίμα της περιοχής, τις τεχνολογικές εξελίξεις και τη ζήτηση της αγοράς, στις πιο προσοδοφόρες καλλιέργειες ή μορφές μεταποίησης των προϊόντων. Προγράμματα πιστοποίησης προϊόντων τόσο ποιοτικά (βιολογικά) όσο και γεωγραφικής προέλευσης, αναζητώντας και καταγράφοντας όλες τις ποικιλίες που ευδοκιμούσαν στην περιοχή, ώστε τα προϊόντα να αποκτήσουν υπεραξία αλλά και να γίνει παράλληλα διαφήμιση της περιοχής (πχ. Προϊόντα Δωρικής Γης). Εγκατάσταση αυτόματων συστημάτων ελέγχου πυρκαγιάς, μιας και λόγω τις γεωμορφολογίας και των αποστάσεων όσο πιο νωρίς γίνει αντιληπτή η ύπαρξη πυρκαγιάς τόσο πιο ασφαλής θα είναι η περιοχή μας με τα πλούσια δάση. Υλοποίηση αναδασμού καλλιεργήσιμων εκτάσεων με τα αντίστοιχα εγγειοβελτιωτικά και αρδευτικά έργα (όπως στην πεδιάδα του Μόρνου) αλλά και διανομή εκτάσεων του δημοσίου με μακροχρόνια παραχώρηση σε αγρότες και κτηνοτρόφους για αξιοποίηση.  Ενίσχυση συμπληρωματικών για αγροτική περιοχή δράσεων, όπως ο τουρισμός δίνοντας έμφαση σε εναλλακτικές μορφές όπως ο αγροτουρισμός, ο φυσιολατρικός δημιουργώντας μονοπάτια , ο αλιευτικός τόσο στη θαλάσσια περιοχή όσο και στη λίμνη του Μόρνου, δημιουργία χιονοδρομικού κέντρου, ο πολιτιστικός με την τεράστια επαναστατική ιστορία αλλά και παλαιότερης. Δημιουργία σύγχρονων ολοήμερων σχολικών συγκροτημάτων ώστε τα παιδιά να αποκτούν όλα τα απαραίτητα εφόδια και να μη  χρειάζεται να μετακομίζουν οικογένειες ή να χωρίζονται σε δύο κατοικίες, για να μπορούν τα παιδιά να πάνε σχολείο.   Δημιουργία κέντρων δια βίου εκπαίδευσης ή τηλεκπαίδευσης όπου οι κάτοικοι λόγω απόστασης από τα αστικά κέντρα θα μπορούν να εκπαιδεύονται στις νέες τεχνολογίες. Δημιουργία ιατρικών κέντρων παροχής τηλεϊατρικής σε κάθε κοινότητα ή ολοκληρωμένα μετακινούμενα ιατρεία όπου τακτικά, ιατροί ή νοσηλευτές θα μπορούν να εξετάζουν  σε μεγάλο εύρος ιατρικών θεμάτων, ή προσφέροντας πιο άμεσα τις πρώτες βοήθειες αξιοποιώντας τις  νέες τεχνολογίες. Υλοποίηση στοχευόμενων προγραμμάτων εξοικονόμησης  ενέργειας σε κατοικίες στην περιοχή οι οποίες λόγω μεγάλης εσωτερικής μετανάστευσης (περίοδος αστικοποίησης), τις προηγούμενες δεκαετίες, είναι παλαιές και σχεδόν εγκαταλειμμένες   και οι οποίες θα λειτουργήσουν και ως κίνητρο επιστροφής και επανεγκατάστασης σε παλαιούς αλλά και νέους κατοίκους. Υλοποίηση στοχευμένων αναπτυξιακών προγραμμάτων για επιχειρήσεις μετά από σωστή αξιολόγηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της περιοχής. Κίνητρα για δημιουργία «ενεργειακών κοινοτήτων», ανά κοινότητα με στόχο ουδέτερο αποτύπωμα άνθρακα ανά κοινότητα και κατ’ επέκταση και ο δήμος. Τροποποίηση υφιστάμενης νομοθεσίας για τις επιτρεπόμενες δραστηριότητες περιμετρικά της λίμνης του Μόρνου αλλά και για την ήπια τουριστική αξιοποίηση σύμφωνα με τις βέλτιστες εφαρμοζόμενες πρακτικές στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τη νομοθεσία στα υπόλοιπα κράτη μέλη.


Επιτυγχάνοντας τα παραπάνω το μακροπρόθεσμο Όραμα για τη Δωρίδα θα είναι η επανεγκατάσταση στις κοινότητες, πληθυσμού ικανού για να θεωρούνται «ζωντανές» με πληθυσμό τουλάχιστον 500 και πάνω κατοίκων σε κάθε κοινότητα, με μείωση του μέσου όρου ηλικίας του πληθυσμού (λόγω επιστροφής νέων), καθιστώντας τις μικροκοινωνίες  βιώσιμες οικονομικά και κοινωνικά, με απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον.




Κυριακή 14 Μαρτίου 2021

Μία παραδοσιακή φωνή του Λιδωρικίου σε σπάνια ηχογράφιση

Φωνές ενθύμησης εν μέσω πανδημίας.

Ο φίλος και συγχωριανός Θύμιος Καψάλης ψάχνοντας στο αρχείο του πατέρα του, Γιώργου, ανακάλυψε μια κασέτα ηχογραφημένη στα μέσα του 1980 με τη φωνή του Ηλία Κάππου, τότε 93 ετών, και ευγενικά μου τη παραχώρησε γνωρίζοντας την έρευνα που κάνω για τη χαρτογράφηση της μουσικής ζωής στο Λιδωρίκι και την ευρύτερη περιοχή. Η φωνή του γέρο-Κάππου συνοδεύεται από βιολί και κιθάρα. Δε γνωρίζω περισσότερα στοιχεία σχετικά με τους οργανοπαίχτες και τον τραγουδιστή. Όποιος μπορει να βοηθήσει, θα το εκτιμούσα πολύ.

Εδώ μπορείτε να ακούσετε ένα από τα τραγούδια της κασέτας:

 

 

Παρασκευή 12 Μαρτίου 2021

Ένας 99χρονος ταξίαρχος γράφει για τις γερμανικές αποζημιώσεις

Ο Ευθύμιος Β. Παπαπαναγιώτου, γεμάτος ενέργεια, σε ηλικία 99 ετών, δακτυλογράφησε στην παλιά χειροκίνητη γραφομηχανή του, την επιστολή αυτή, σχετικά με το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων.

 

ΕΥΘΥΜΙΟΣ Β. ΠΑΠΑΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
Ταξίαρχος ΑΕΡ. ε.α. – Νομικός.
Αδελφών Διδασκάλου 68 – Παπάγου 15669
Παπάγου, 16η Φεβρουαρίου 2018


Προς : - ΕΝΩΣΙΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΥΡΟΠΑΘΩΝ ΔΩΡΙΔΟΣ – Λιδωρίκιον.
- ΔΩΡΙΚΗΝ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ – Αθήνας
- Σύνδεσμο Λιδωρικιωτών Δωρίδος «Η ΓΚΙΩΝΑ»,
- Σύλλογο Λευκιωτών Δωρίδος
- Σύλλογο Πενταπολιτών Δωρίδος «Ο ΕΥΡΥΠΙΔΗΣ».

ΘΕΜΑ : Γερμανικές αποζημιώσεις – επανορθώσεις.
 

1. Εκφράζοντας εις όλους σας από καρδίας τους πατριωτικούς χαιρετισμούς και ευχές μου, σας γνωρίζω με την παρούσα επιστολή ότι από του παρελθόντος έτους 2017 (ίδετε προσηρτημένες δημοσιεύσεις της εφημερίδος ΕΣΤΙΑ) επανέφερε - κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων των Ολοκαυτωμάτων των ΑΝΩΓΕΙΩΝ και ΒΙΑΝΝΟΥ – ΚΡΗΤΗΣ ο αξιότιμος Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ.κ. Προκόπης ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ, το εκκρεμούν από πολλών ετών εθνικόν θέμα των Γερμανικών αποζημιώσεων – επανορθώσεων, προσδοκών την λήψιν πρωτοβουλιών της υπευθύνου Πολιτικής Ηγεσίας και της Βουλής των Ελλήνων!!


2. Ασχολούμενος προσωπικώς ως Λιδωρικιώτης και γιός του φονευθέντος κατά την πυρπόλισιν του Λιδωρικίου, την 29ην Αυγούστου 1944, αγαπημένου Πατρός μου ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, έκρινα σήμερον σκόπιμον και ωφέλιμον δια τους Δωριείς μας να υπομνήσω και σε Εσάς το σοβαρόν τούτο θέμα των αποζημιώσεων των συμπατριωτών μας.


3. Προς τούτο επανεκτύπωσα και σας αποστέλλω εσωκλείστως το εγκριθέν υπό Δικαστηρίου Αμφίσσης καταστατικόν της ΕΝΩΣΕΩΣ ΘΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΥΡΟΠΑΘΩΝ ΔΩΡΙΔΟΣ, συνοδευόμενον από σχετικές επιστολές και τίτλους εκδοθέντων σχετικών τευχών – συλλογών δημοσιευμάτων, που αφορούν στο άνω σοβαρόν θέμα, προς υπόμνησιν»!!!.


4. Πέραν τούτου ως υπερήλικας και μη δυνάμενος να συνεργασθώ και να βοηθήσω τα εκλεκτά Διοικητικά Συμβούλιά σας, προσωπικώς σας συνιστώ με πατρική προαίρεση να συνεργαστείτε από κοινού για τις απαιτούμενες εκάστοτε επεμβάσεις – υπομνήσεις στους πολιτικούς μας, ούτως ώστε να προωθηθεί το ανωτέρω εθνικόν θέμα (εκκρεμούν από ετών και εις τα αρχεία της Βουλής των Ελλήνων) προς επανεκκίνησιν, προώθησιν, επίλυσιν !!!

Ελπίζοντας σε ευμενή προώθησιν του θέματος
Διατελώ με πατρικά αισθήματα αγάπης και εκτιμήσεως

Ο γερο-Ταξίαρχος (99/ετής) Ε.Α. Ευθύμιος Βασ. Παπαπαναγιώτου,
επίτιμος πρόεδρος ΕΝΩΣΕΩΣ ΘΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΥΡΟΠΑΘΩΝ ΔΩΡΙΔΟΣ.

 

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΙΣ :
- Δήμαρχον Λιδωρικίου κ.κ.Καπεντζώνη
- Δικηγόρον Αικατερίνη Μιλτ.Μαργέλλου, …..ΑΘΗΝΑ
Προς γνώσιν
 ΑΠΟΔΕΚΤΑΙ :
-ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΕΝΩΣΙΣ ΘΥΜΑΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
Μερίμνη κ. Ιωάν. Μπαλατσούρη – Αθήνας.
-Πρόεδρο Συνδέσμου Αποστράτων Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας Φωκίδος,
Υποπτέραρχον ε.α. κ.κ. Παναγιώτην Παπαδάκην, Άλιμον, Αθήνας.
Προς ενημέρωσιν
 

ΣΥΝΗΜΜΕΝΑ :
Εις άπαντας εν γένει φωτοαντίγραφον του καταστατικού  της ΕΝΩΣΕΩΣ ΘΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΥΡΟΠΑΘΩΝ ΔΩΡΙΔΟΣ «Ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΙΑΚΟΣ».

 

Πηγή: Εφημερίδα Ο ΛΙΔΩΡΙΚΙΩΤΗΣ, 

ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΤΩΝ ΛΙΔΩΡΙΚΙΩΤΩΝ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ “Η ΓΚΙΩΝΑ”,  

AΡΙΘΜΟΣ ΦΥΛΟΥ 106 ΜΑΡΤΙΟΣ 2021

Δευτέρα 8 Μαρτίου 2021

Γυναίκες της Φωκίδας στην επανάσταση του 1821 της Μάντυ Δ. Δασκαλοπούλου

ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ "ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΦΩΚΙΔΑΣ"
με χρηματοδότηση από τον Ο.Π.Α.ΣΤ.Ε. (Οργανισμό Πολιτιστικής Ανάπτυξης Στερεάς Ελλάδας) 

 

Αντί προλόγου, στο βιβλίο αναφέρεται ο Αντιπεριφερειάρχης Π.Ε. Φωκίδας Γεώργιος Ζαχ. Δελμούζος και υπάρχει, επίσης, αναφορά της προέδρου του " ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΦΩΚΙΔΑΣ" Ευσταθίας Παπαγιαννακοπούλου. 

Παρακάτω, το εισαγωγικό κείμενο της συγγραφέως :
"Διαβάζοντας το βιβλίο της Κούλας Ξηραδάκη "Γυναίκες του ‘21", πριν από πολλά χρόνια, ένιωσα συγκίνηση και περηφάνια για το αγώνα που έδωσαν οι γυναίκες αυτές για την ελευθερία της πατρίδας μας.
Αυτή ήταν η αφορμή, που με ώθησε στην έρευνα με αγάπη και πάθος, για να ανακαλύψω, όσο ήταν εφικτό περισσότερες ηρωίδες του ’21 από την περιοχή μου.
Το θεώρησα χρέος μου να τις αναδείξω με σεβασμό και ευλάβεια ώστε να έρθει στο φως η προσφορά τους. Οι γυναίκες του ’21 έδωσαν τη ζωή τους για τον αγώνα, προστάτεψαν τα παιδιά τους, ανάστησαν τις οικογένειες τους, στάθηκαν δίπλα στους άντρες τους και πάλεψαν για την εθνική μας ανεξαρτησία. Προτίμησαν τον θάνατο από την ατίμωση και την δυστυχία. Αποτελούν σύμβολα δυναμισμού, πατριωτισμού και έμπνευση για τις επόμενες γενιές. Υποκλινόμαστε στο μεγαλείο τους!
Αυτό το βιβλίο είναι μια συμβολή στη γνώση μας για την επανάσταση του 1821 στη Φωκίδα. Αφιερώνεται σε όλες αυτές τις γνωστές και άγνωστες ηρωίδες, που σήκωσαν το ανάστημα τους πολύ ψηλά, για να αναπνέουμε εμείς ελεύθεροι σήμερα’’ 

 Το εξώφυλλο σχεδίασε η Βούλα Δασκαλόπουλου και είναι ζωγραφική μικτές τεχνικές, κολάζ.
Αναλυτικότερη παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει και στο πρώτο φύλλο για το 2021 της Εφημερίδας του Συλλόγου των Απανταχού Αμφισσέων "ΤΑ ΣΑΛΩΝΑ".

Δευτέρα 1 Μαρτίου 2021

Εγκρίθηκε η μελέτης διάνοιξης - διαμόρφωσης και σηματοδότησης δασικού μονοπατιού Δελφοί - Αρτοτίνα

Την Τρίτη 23 Φεβρουαρίου, εγκρίθηκε από τη Διεύθυνση Δασών Φωκίδας η δασοτεχνική μελέτη διαμόρφωσης & σηματοδότησης του μονοπατιού μήκους 96 χιλιομέτρων, μετά από πολύμηνες εργασίες της ομάδας Terra Pindus. Η διαδρομή Δελφοί - Αρτοτίνα αποτελεί τμήμα της 1ης ενότητας (Ρούμελη) του Pindus Trail 600km.

Το γεγονός αυτό φέρνει στο προσκήνιο μια ενιαία πεζοπορική διαδρομή σύνθεσης υφιστάμενων μονοπατιών (περίπου 60% άγνωστα, παλιά μονοπάτια διαβίωσης). Στο άμεσο μέλλον, δύναται να συνδέσει πεζοπορικά τον Παρνασσό, την Γκιώνα και τα Βαρδούσια με τα βουνά της Ευρυτανίας που εκτείνονται βορειότερα.

Η ικανοποίηση της ομάδας, καθώς και των αρμόδιων τοπικών φορέων που αγκάλιασαν την ιδέα και γνωμοδότησαν θετικά για την έγκριση του έργου, είναι μεγάλη και θεμελιώνει τη συνεργασία μας για καλή έκβαση του εγχειρήματος, καθώς και τη βιωσιμότητα του μονοπατιού! 

 

 

Η κοινωνική συνεταιριστική επιχείρηση Terra Pindus την οποία συστήθηκε πριν από δύο χρόνια, για να αποκτήσει το νόμιμο δικαίωμα εργασιών και συντήρησης σε δασικά μονοπάτια, δεν έχει κάποια εμπορική δραστηριότητα, ούτε έχει λάβει επαρκή χρηματοδότηση. Βασίζεται ακόμη σε ίδιους πόρους και μικρές δωρεές.

Συνεπώς, καθοριστικό ρόλο για την θετική αυτή εξέλιξη έπαιξε η ηθική και οικονομική ενίσχυση συμπολιτών, που ασπάστηκαν το πολύπλοκο και μακρόπνοο σχέδιο της χάραξης του Μονοπατιού της Πίνδου και προσέφεραν συμβολικά ποσά που ενίσχυσαν σημαντικά στην εκπόνηση της μελέτης.

Η ομάδα ευχαριστεί τους φίλους και τους συνεργάτες που έγιναν κομμάτι της προσπάθειας και ελπίζει σε κάτι δυναμικό και αρκετά ικανό να συμβάλλει στην ανάδειξη και προστασία της οροσειράς της Πίνδου!

 ***

*Προσεχώς: θα ανακοινωθεί η έναρξη των εργασιών κατά μήκος της διαδρομής και πιθανοί τρόποι ανοιχτής συμμετοχής των φίλων του μονοπατιού σε προγραμματισμένες δράσεις εθελοντισμού.

 Πηγή: https://www.terrapindus.gr/