Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2021

Ο Κονιάκος στο 1821: Επετεικό ημερολόγιο της Αδελφότητας Κονιακιωτών

Όλοι οι τόποι της πατρίδας μας, όλες οι πόλεις και τα χωριά της, τα βουνά και τα λαγκάδια της έχουν κάτι να μας πουν, κάτι να μας ιστορήσουν από το μεγάλο ξεσηκωμό του 1821, γιατί έδωσαν το παρόν τους στο ύψιστο εκείνο ιστορικό γεγονός του έθνους μας.
Ανήκε, λοιπόν, σε κάθε γωνιά της ελληνικής γης κάποιο μερίδιο δόξας και τιμής, άσχετα αν η συμμετοχή υπήρξε μικρή ή μεγάλη. Όλα τα γεγονότα και τα μικρά και τα μεγάλα έχουν την αξία τους και όλα μαζί συνθέτουν τον ιερό πανεθνικό αγώνα του 1821. 

‘Ετσι, και η δική μας γωνιά, ο τόπος μας, το χωριό μας έχει τη δική του συμμετοχή στην επανάσταση του 1821 και μερίδιο στη δόξα. Κουρνιασμένο εκεί ψηλά στα Βαρδούσια, ανεμοδαρμένο απ’ τούς βοριάδες και τα δρολάπια, προσήλιο και σκληροτράχηλο, ανέμισε τη γκλίτσα, την κάπα και τη φουστανέλα του με τους ευθυτενείς και ρωμαλέους στην ψυχή και στο σώμα τσελιγκάδες του. Σε ειρηνικούς καιρούς, δεν έμεινε -ούτε τώρα μένει—αμέτοχο στην πνευματική και κοινωνική ζωή του τόπου μας και έχει δώσει δυναμικά το παρόν στούς εθνικούς μας αγώνες. 

Υπό την σκέπη του Αι Γιώργη, του προστάτου των απανταχού Κονιακιωτών, τα τέκνα του Κονιάκου πολέμησαν και γύρισαν. Αποτελεί, λοιπόν, χρέος μας να τιμήσουμε και μείς και να στρέψουμε τη σκέψη μας, ιδιαίτερα τούτες τις μέρες που ο Ελληνισμός θα τιμήσει τα 200 χρόνια από τον ιερό αγώνα του ‘21, προς όλους εκείνους τους συγχωριανούς μας, γνωστούς και αγνώστους, που σήκωσαν τό γιαταγάνι και το καρυοφύλλι και ρίχτηκαν μαζί με τούς άλλους Έλληνες στη φωτιά του πολέμου. 

Θα αναφέρουμε μερικά γεγονότα, από εκείνα που η γραφίδα κάποιων και η παράδοση του χωριού μας διέσωσε, εις τιμήν και μνήμην της δαφνοστεφανωμένης φάλαγγας των συγχωριανών μας εθνικών αγωνιστών του 21, που, όπως και πλήθος άλλων Δωριέων συμπατριωτών μας και μάλιστα διακεκριμένων, φλογίστηκαν απ’ τα οράματα της φυλής, ζώστηκαν τ’ άρματα και εισήλθαν δυναμικά στο στάδιο των αρετών. 

Η κήρυξη της Επανάστασης στη Δωρίδα έγινε στις 28 Μαρτίου 1821 στο Λιδωρίκι απ ‘τον Δήμο Σκαλτσά και τους συμπολεμιστές, του Τριαντάφυλλο Αποκουρίτη και Θόδωρο Χαλβατζή και με σύμπραξη του Αναγνώστη Λιδωρίκη, του Παπαγιώργη Πολίτη, του Αναγνώστη Μαργέλου, του χωριανού μας Πιτροπούλα (Παπαδημητρίου) και άλλων προυχόντων της Δωρίδας. Εξουδετέρωσαν τους Τούρκους και έπιασαν τον Γιουσούφ Εφένδη, Τούρκο διοικητή Λιδωρικίου. ‘Ετσι το Λιδωρίκι προς στιγμήν ελευθερώθηκε. Το χαρμόσυνο και συγχρόνως αναστάσιμο τούτο μήνυμα ξαπλώθηκε σ’ όλα τα χωριά της Δωρίδας. Γενικός ξεσηκωμός επακολούθησε. Δοξολογίες, ενθουσιασμός, συσκέψεις
και εκδιώξεις ή συλλήψεις Τούρκων και αγάδων των χωριών έδιναν και έπαιρναν. 

Πολλά διασώθηκαν γι’αυτές τις ημέρες, που φανερώνουν και τον ενθουσιασμό των πρώτων αναστάσιμων ημερών, μα και το φόβο των αμάχων, που ύστερα από λίγο άρχισε να πλανάται και τη φυγή τους σε σπηλιές και φυσικές αποκλείστρες με όλα τα δυσμενή επακόλουθα, όπως οι «Διπλές Σπηλιές» στο Ζίτσι, η λεγόμενη σπηλιά της Μαργάρως και η Ασκητότρυπα. 

‘Οσοι δεν ήταν ήδη ενταγμένοι σε κάποιο καπετάνιο και μπορούσαν, έτρεξαν κοντά στους δοκιμασμένους οπλαρχηγούς και ατρόμητους πολέμαρχους να ενταχθούν και να πολεμήσουν τον δυνάστη. Το όραμα της λευτεριάς άρχισε να ροδίζει. ‘Ολα, όσα προφήτευαν οι απλοϊκές λαϊκές διηγήσεις, όσα τα δημοτικά τραγούδια υπενθύμιζαν, το κρυφό σχολειό και οι δάσκαλοι του Γένους δίδασκαν, όσα η Εκκλησία κράτησε και δίδαξε επί τέσσερις αιώνες, άρχισαν να γίνονται πραγματικότητα. Το «πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θάναι» φλόγισε το νου και την καρδιά των Ελλήνων και τούς οδήγησε σε ηρωισμούς και αυτοθυσίες άφθαστου μεγαλείου. 


  ‘Ετσι μέσα στο γενικό ξεσηκωμό και στη φωτιά του πολέμου της Ρούμελης, πού απετέλεσε τον κυματοθραύστη των κατερχομένων προς νότο βαρβάρων, βρέθηκαν και οι αείμνηστοι συγχωριανοί μας. 

1. Ιωάννης Μπαλατσούρας Αξιωματικός της Φάλαγγος (ΦΕΚ 19/1848)
2. Γεώργιος Ι. Μίχος ή Μιχογιαννόπουλος Υπαξιωματικός - Μπουλούκμπασης (Πιστοποιητικό εις Εθνική Βιβλιοθήκη)
3. Γεώργιος Αναγνώστης Παπαδημητρίου ή Πετροπούλας Υπαξ/κος Β΄ (Πιστοποιητικό στο τμήμα χειρογράφων εις Εθνική
Βιβλιοθήκη.)
4. Σπύρος Αποστολής Στρατιώτης (Φρουρά Λιδωρικίου,1830)
5. Γεώργιος Βώττας Στρατιώτης (Σώμα του Ιωάννου Νοταρά,1825)
6. Αθανάσιος Βώττας Στρατιώτης (κατά την Παράδοση)
7. Γεώργιος Κουμπάρος ή Κρεκούζας Στρατιώτης (κατά την Παράδοση)
8. Κωνσταντίνος Λιάπης Στρατιώτης (κατάσταση αγωνιστών Δήμου Σκαλτσά)
9. Χαράλαμπος Λιάπης, αδ. Ιωάννη Στρατιώτης (Σώμα Δήμου Σκαλτσά)
10. Γεώργιος Μάρκος Στρατιώτης (Σώμα οπλαρχηγού Τόλιου Λάζου, 1828)
11. Ιωάννης Μίχος Στρατιώτης (Πιστ. εις Εθν. Βιβλ.)
12. Αθανάσιος Μπαλατσούρας Στρατιώτης (Σώμα Γ. Τόλια 1828)
13. Γεώργιος Κ. Μπούτσικος Στρατιώτης (Σώμα Γ. Καραϊσκάκη, Πιστ. εις Εθν. Βιβλ.)
14. Αυγέρης Παπαγιαννόπουλος Στρατιώτης (Σώμα οπλαρχηγού Θεοχάρη,1832)
15. Παναγιώτης Σταμ. Φόρος ή Φόρου Στρατιώτης (Σώμα Γ. Τόλια,1828)
16. Σπύρος Α. Φωλιάς Στρατιώτης (Σώμα Ανδρίτσου Σιαφάκα)
17. Νικόλαος Α. Φωλιάς αδ. Σπύρου Στρατιώτης (Σώμα Ανδρίτσου Σιαφάκα)

Αλλά και συγγενείς άλλων σογιών που τότε ήσαν κάτοικοι Κάτω Μουσουνίτσας έλαβαν μέρος στην Επανάσταση, όπως ο Λουκάς Κολοβός ή Κολοβόπουλος, ο Χολέβας Παναγιώτης του Σταμάτη (Σταματόπουλος) και ο Γεώργιος Ιωαν. Κολοβός.
Οι περισσότεροι ήταν με το Σκαλτσοδήμο, όπως μαρτυρούν τα σχετικά πιστοποιητικά εκδουλεύσεών τους στον αγώνα, κατά την έναρξη της Επαναστάσεως στο Λιδωρίκι, άλλοι υπό τον Σιαφάκα, τον Καλύβα, τον Παπακώστα, τον Πανουργιά και άλλοι υπό τον αρχιστράτηγο Καραϊσκάκη. Σχεδόν σ’ όλες τις μάχες της Στερεάς Ελλάδας βρέθηκαν κάποιοι από τους παραπάνω και ασφαλώς και άλλοι συγχωριανοί μας, που μέχρι τώρα δεν μας είναι γνωστοί. Στο Μεσολόγγι, στη μάχη της Αθήνας, στα Βασιλικά, στη Γραβιά, στο Δίστομο, στη Ναύπακτο, στην Υπάτη, στον Αετό, στην ‘Αμπλιανη, στην Καλιακούδα κ.α. αγωνίστηκαν ηρωϊκά, έλαβαν παράσημα και τίμησαν το χωριό τους. Ο Γιάννης Μπαλατσούρας, που ζώστηκε τ’ άρματα, προτού αρχίσει ακόμα επίσημα ο αγώνας μαζί με τον Κρεκούζα, νεαρό στην ηλικία, βρέθηκαν υπό τον Παπακώστα στην πολιορκία και έξοδο του Μεσολογγιού.

0 Παπακώστας Τζαμάλας, ιερωμένος και ύστερα οπλαρχηγός, είχε μαζί του στο Μεσολόγγι και την οικογένειά του. Ως γνωστόν στις -10 Απριλίου 1826 έγινε η ηρωική ‘Εξοδος της Φρουράς του Μεσολογγίου μαζί μετά επιζήσαντα και σκελετωμένα απ’ την πείνα και τις κακουχίες γυναικόπαιδα. Η ηρωική φρουρά διέσπασε τον κλοιό των Τούρκων, άλλα έπαθε μαζί με τα γυναικόπαιδα μεγάλη καταστροφή. Και όταν μετά τη διάσπαση τον κλοιού και την απομάκρυνση απ’ τον εχθρό, καθένας ζητούσε τον δικό του, ο Παπακώστας είδε. ότι η οικογένειά του είχε αποκοπεί και είχε μείνει μέσα. Οι στιγμές τόσο γι’ αυτόν, όσο και για τους υπόλοιπους, γιατί όλοι είχαν χάσει κάποιον, ήταν τραγικές και η ψυχική συντριβή και η απόγνωση μεγάλη. Σώπα, του λέει ο Μπαλατσούρας, μόλις τον είδε χωρίς την οικογένειά του. Αν ζουν, εγώ θα τους σώσω! Και χωρίς να χάσει καιρό έσυρε το γιαταγάνι του και όρμησε ξανά μέσ’ την κοσμοχαλασιά για να μπει πίσω στην πόλη. ‘Ύστερα από ομηρική πάλη και υπεράνθρωπο αγώνα έφθασε στο σπίτι, όπου βρισκόταν η οικογένεια του Παπακώστα.
Μπαίνει μέσα — οι Τούρκοι δεν είχαν φθάσει ακόμη και σύμφωνα με την παράδοση που διέσωσαν οι απόγονοί του και ένα απ’ τα παιδιά του Παπακώστα, που αργότερα έγινε αξιωματικός, λέει στη γυναίκα, που έντρομη κρατούσε τα δύο παιδιά της. Σήκω να φύγουμε! Εσύ θα κρατάς με το ένα σου χέρι το ένα παιδί (τα παιδιά ήταν δύο) και με το άλλο σου χέρι να πιαστείς απ’ το ζουνάρι της φουστανέλας μου και μόνο, αν σου το κόψουν θα τ’ αφήσεις ! Εγώ θα πάρω το άλλο παιδί (τον Παναϊτάκη) με το να χέρι και με τ΄ άλλο θα κρατώ το γιαταγάνι. (Αυτό το γιαταγάνι χάθηκε απ’ το σπίτι του εγγονού του Γιάννη Μπαλατσούρα μετά το 1940, με τις αλλεπάλληλες εκκενώσεις του χωριού).

‘Έτσι βγήκαν απ’ το σπίτι, ανεμίζοντας το γιαταγάνι και σκορπίζοντας το θάνατο στους εφορμώντας Τούρκους και Αιγύπτιους, διέσχισε τις τάξεις τους και μέσα απ’ τη γενική σύγχυση, την οχλαγωγία, τον τρόμο και το θάνατο, βγήκε κατατραυματισμένος, πλην σώος αυτός και η οικογένεια του Παπακώστα και έφθασαν στο ελληνικό στρατόπεδο.

Δεν ξέρω πόσα τέτοια ηρωικά γεγονότα υπήρξαν και μπορούν να συγκριθούν με τούτο, που δείχνουν παράτολμο θάρρος, πνεύμα αυτοθυσίας, παλληκαριά, περιφρόνηση της δύναμης του εχθρού. Αναμφίβολα είναι πολλά. Αυτά είναι το ‘21! Τούτο το γεγονός, που αποτελούσε την πλέον προσφιλή αναφορά του αείμνηστου Παπαμάρκου, όταν δονούμενος από συγκίνηση, έβγαζε λόγο κάθε 25η Μαρτίου στην εκκλησία του χωριού μας μέσα σε πυκνό και παλλόμενο από ανάλογα συναισθήματα ακροατήριο, το διέσωσε, όπως είπαμε, ο Παναγιώτης Παπακώστας που αργότερα έγινε αξιωματικός του ελληνικού στρατού και οι απόγονοι του Γέρο Μπαλατσούρα. Αλλά και στην Ακρόπολη των Αθηνών πολέμησε έχοντας ευθύνη σε ιδιαίτερο τομέα (Κούλια - Μπαλατσούρα) και επέδειξε απαράμιλλο ηρωισμό. Μετά την απελευθέρωση πήρε το βαθμό του Ανθυπολοχαγού της Φάλαγγος και στο κίνημα του 1835 βγήκε με τον Παπακώστα στο κλαρί. Τότε, το1835 ήταν που ήρθε ο Παπακώστας στο χωριό να τον βρει και μάλιστα πήγε στα Παλιόμαντρα, που ο Μπαλατσούρας είχε τα γίδια και του ζήτησε να τον ακολουθήσει σ’εκείνο το κίνημα. Εκείνος τον ακολούθησε λέγοντας: «Δε βαριέσαι και τούτοι να φύγουν (εννοώντας την τότε κυβέρνηση) άλλοι θά ρθουν και θάναι οι ίδιοι. Εμείς τσοπάνηδες θα είμαστε». Λόγια πουν εκφράζουν την πίκρα και την απογοήτευση των αγωνιστών, που μετά την απελευθέρωση ξεχάστηκαν απ’ το επίσημο κράτος. Εκείνοι, όμως, έκαμαν το καθήκον τους και θα έχουν την αιώνια ευγνωμοσύνη του έθνους των Ελλήνων. 

Ο Γιώργης Μίχος ή Μιχογιαννόπουλος, σύμφωνα με τα πιστοποιητικά εκδουλεύσεών του στον αγώνα του’21, έλαβε μέρος σε πολλές μάχες και μάλιστα ως μπουλουκτσής (υπαξιωματικός), οδηγών τμήμα από 60 αγωνιστές. Αξίζει εδώ ν’ αναφερθούμε σε μια απ’ αυτές, στη μάχη της Άμπλιανης, όπου πολέμησε με απαράμιλλο ηρωισμό και αυτοθυσία. Η μάχη αυτή έγινε στις 14 Ιουλίου 1824 και σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, που είχαν λάβει μέρος, κράτησε απ’ τις 9 το πρωί μέχρι που νύχτωσε. Οι Έλληνες, ανερχόμενοι σε τρεις χιλιάδες είχαν να αντιμετωπίσουν τριπλάσιο σε δύναμη εχθρό. ‘Έφραξαν, λοιπόν, με έλατα το δρόμο της ‘Αμπλιανης, που οδηγεί στην Άμφισσα και οχυρώθηκαν χωρισμένοι σε τρία τμήματα. Στο δεξιό και υπό τον Τζαβέλλα βρισκόταν και ο Γιώργης Μίχος με το τμήμα του. Στις 9 το πρωί πυκνά πυρά και από το τρία τμήματα καθήλωσαν τους επερχόμενους Τούρκους. Επακολούθησε σκληρός αγώνας με εκατέρωθεν επιθέσεις και γιουρούσια και κατά τις 6 το απόγευμα οι υπό τον Τζαβέλλα, με πρώτο το τμήμα του Γιώργη Μίχου έσυραν τα γιαταγάνια και ρίχτηκαν στους απέναντί τους Τούρκους η μάχη πλέον διεξήχθη σώμα προς σώμα οι Τούρκοι λύγισαν και σε λίγο η υποχώρησή τους μετετράπη σε άτακτη φυγή. Το παράδειγμα του τμήματος τούτου το ακολούθησαν και τα άλλα τμήματα και η άτακτη φυγή των Τούρκων, που εγκατέλειπαν τα πάντα για να γλυτώσουν, υπήρξε γενική. Άλλοι έπεσαν στο πεδίο της μάχης, άλλοι έπεσαν και κατακρημνίστηκαν από τα στενά πάνω στις χαράδρες και άλλοι απωθούνταν απ’ τους ίδιους τους συμπολεμιστές τους, που έφευγαν έφιπποι για να αποφύγουν την αιχμαλωσία, και έπεφταν από γκρεμούς. Η καταδίωξη που συνεχίστηκε και την άλλη μέρα υπήρξε σκληρή. Αργότερα για την ηρωική εκείνη πράξη του παρασημοφορήθηκε.

Τον αρχιστράτηγο Καραϊσκάκη είχε ακολουθήσει ο Γιάννης Μίχος και ο Γεώργιος Μπούτσικος. Ο Γεώργιος Μπούτσικος ήταν από τους πλέον έμπιστους του αρχιστρατήγου, λόγω της σωματικής του διάπλασης και ρώμης, τον είχε στην προσωπική του φρουρά. «Αντρία τσ’ Πέτρινας», τον έλεγαν στο χωριό, δηλ. αντρειωμένο. ‘Έλαβε μέρος στις μάχες της Αράχωβας, του Διστόμου και της Αθήνας και διακρίθηκε για το θάρρος του. Πολλές διηγήσεις άφησε για τις μάχες εκείνες και για τον Καραϊσκάκη. Ο Γιώργος Μπούτσικος είναι εκείνος που έπιασε στα χέρια του Καραϊσκάκη, όταν τραυματισμένος θανάσιμα, δυστυχώς, όπως φαίνεται όχι από εχθρικό βόλι, έπεσε απ’ τ’ άλογό του και τον μετέφερε στη σκηνή του. Άκουσε τα λόγια του αρχιστράτηγου εκείνη την τραγική στιγμή, ο οποίος υπαινίχθηκε αυτόν που τον πυροβόλησε και στη συνέχειά του το εκμυστηρεύτηκε. Εκτός απ’ τις παραπάνω μάχες έλαβε ακόμη μέρος και στις μάχες ‘Αμπλιανης, Αετού, Γραβιάς και Καλιακούδας. 

Άλλος διακεκριμένος αγωνιστής απ’ το χωριό μας υπήρξε και ο Σπύρος Φωλιάς, ο οποίος μαζί με τον αδερφό του Νίκο Φωλιά είχε καταταγεί στο σώμα του καπετάν Σιαφάκα. Η οικογένειά του, προερχομένη από τη Φτέρη Φθιώτιδας, εγκαταστάθηκε στον Κονιάκο γύρω στα 1770. Υπηρέτησε και υπό τον Καραϊσκάκη, τον Σκαλτσοδήμο και Κ. Καλύβα και έλαβε μέρος σε πολλές μάχες. Πληγώθηκε τρείς φορές,μια στη μάχη τον Αετού και μια στη μάχη της Αθήνας και στην έξοδο του Μεσολογγίου. Γυναίκα του, η γριά Φωλιού , που τη θυμόταν λίγο η Λιαπονικόλαινα — η ηλικία της είχε ήδη υπερβεί τον αιώνα- καθώς και η αείμνηστη Παναϊτίτσα, αιωνόβια και αυτή, είχε διηγηθεί πολλά για τη δράση του Σπύρου Φωλιά. Κάμποσα πρόλαβε και διέσωσε ο γράφων απ’ τις παραπάνω, που επί σειρά δεκαετιών, κεντρίζοντας και ανιχνεύοντας τη μνήμη της αγαπημένης του και αξιοσέβαστης «γερουσίας» στο χωριό, καταγράφει την ιστορία και λαογραφία του τόπου. Η μικρή αυτή αναφορά στους εθνικούς μας αγωνιστές και με αφορμή του πανηγυρικού εορτασμού των διακοσίων ετών είναι για να τους τιμήσουμε επαναλαμβάνοντας το ψαλμικό «Εις μνημόσυνον αιώνιον».

Η Αδελφότητα Κονιακιωτών Δωρίδος «Άγιος Γεώργιος» εις ένδειξη ευγνωμοσύνης και αναγνώρισης της προσφοράς τους στην Πατρίδα και τιμής για τον τόπο μας ανακατασκευάζει το μνημείο των ηρώων.
Οι Κονιακιώτες δικαιούμεθα να είμαστε και εμείς υπερήφανοι για τους προγόνους μας, το χωριό μας και τη γενιά μας.

Κων/νος Ι. Μάρκος
Καθηγητής

Σημ. Σε κάθε μήνα του ημερολογίου τέθηκαν φωτογραφίες, από το αρχείο της Αδελφότητας, απογόνων αγωνιστών Κονιακιωτών, οι οποίοι ήταν ενταγμένοι σε κάποιο Καπετάνιο ή Οπλαρχηγό. Πέραν τούτων και άλλοι Κονιακιώτες, που δεν γνωρίζουμε, συμμετείχαν στην Επανάσταση.

Το ημερολόγιο επιμελήθηκαν
ο Πρόεδρος της Αδελφότητας Δημήτρης Χολέβας
και η Αντιπρόεδρος Καίτη Αντιπαριώτου- Δακουτρού.

Πηγή: https://l.facebook.com

 

Οι παρακάτω 12 φωτογραφίες συνοδεύουν τους αντίστοιχους μήνες του ημερολογίου













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.