Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

Το κάστρο της Ουριάς

Κάστρο της Ουριάς (Ωριάς) ονομαζόταν παλιά στην περιοχή μας το κάστρο του Βελουχιού (Καλλίου). Αυτή την προσωνυμία είχαν και έχουν και άλλα κάστρα της πατρίδας μας.


"Ήταν", λέει η παράδοση, "δύο αδέρφια και ήθελαν να φέρουν το νερό από το Νεζερό. Ο Νεζερός είναι η λίμνη της Θεσσαλίας. Και αποφάσισαν ο ένας να φέρει το νερό και ο άλλος να φτιάσει το κάστρο της Ουριάς στο στενό του Λιδωρικίου. Ήθελαν για γυναίκα τους την Ουριά. Και κείνη τους είπε ότι όποιος τελειώσει γρηγορότερα το έργο, αυτός θα γίνει άντρας της.
Άρχισαν ο καθένας τη δουλειά του. Αυτός που έχτιζε το κάστρο, το τελείωσε, του έλειπε όμως ένα λιθάρι και έκατσε να ξαποστάσει. Και τότε έφτασε το νερό από το Νεζερό. Και εκείνος που έφερε το νερό άρπαξε το μάρμαρο που έλειπε για να τελειώσει το κάστρο και το πέταξε στο Μαλαντρίνο και είναι ακόμη σήμερα εκεί. Και εκείνος που έφερε το νερό πήρε την Ουριά για γυναίκα.
Λένε ότι όταν έφτασε στις Μιξάτες αυτός που έφερε το νερό, κάτω από τη γη, κοίταξε σε ένα σημείο και εκεί πετάχτηκε νερό. Το ίδιο συνέβη και στο Σμόκοβο. Από κει έφτασε στη Μουσουνίτσα στο βουνό του Αϊ-Ηλιά και κοίταξε να ιδή το δρόμο του νερού και τότε πετάχτηκε πάνω πάλι το νερό. Και από και από τα Βαρδούσια έφερε στο Στενό το νερό που σήμερα λέγεται Βελούχοβο".
 
Αυτά λένε οι τοπικές παραδόσεις - μύθοι για το κάστρο της Ωργιάς και για την πηγή του Βελούχοβου. Σύμφωνα με πολλούς ερευνητές η ιστορία του "Κάστρο της Ωριάς", που έγινε και τραγούδι, ανάγεται στα μέσα του 9ου αιώνα και τη σχετίζουν με την άλωση του Αμορίου της Φρυγίας της Μ. Ασίας από τους Άραβες το 838, επί αυτοκράτορος Θεόφιλου (829-842). Η εκκλησία κατέταξε μεταξύ των μαρτύρων τους 42 "πρώτους" των αγωνιστών του Αμορίου και τιμά την μνήμη τους στις 6 Μαρτίου.
Από τότε πολλά κάστρα ονομάστηκαν "Κάστρα της Ωργιάς".


Το σχετικό τραγούδι που άδεται στα χωριά μας (μόνον οι παλιοί πλέον ίσως το θυμούνται) είναι το ακόλουθο:
Όλα τα κάστρα τα είδα και όλα τα καστριά,
σαν της Ωργιάς το κάστρο δεν είδα πουθενά.
Σαράντα οργιές του ψήλου και δώδεκα πλατύ
με πόρτες ατσαλένιες με αργυρό κλειδί.
Κανείς δεν το πατάει δίχως την προδοσιά
κι ένα καλογεράκι, ένας γενίτσαρος,
πάει στην πόρτα στέκει, βροντάει, παρακαλεί:
-"Κυρά βασίλισσά μου και κλειδοκράτισσα
έλ' άνοιξε το κάστρο και μέσα θε να μπω".
Γελάστηκε η κόρη το κάστρο άνοιξε.
Όσο ν' ανοίξει η πόρτα χίλιοι εμπήκανε
κι όσο να ματακλείσει γιόμουσε η αυλή
κι όσο να καλουκλείσει το κάστρο πάρθηκε.

Πηγή: εφημερίδα "Ο Κονιάκος"Αρ. Φ.95 (Οκτώβριος, Νοέμβριος, Δεκέμβριος 2015)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.