Γενικά για τα βουνά υπάρχουν πλήθος μύθων και παραδόσεων που αναφέρονται σε διάφορες δοξασίες ή σε γεγονότα της ζωής που τα τύλιξε ο μύθος και μ΄ αυτή τη μορφή έφτασαν μέχρι σήμερα.
1 Διαδεδομένος μύθος που σε πολλούς ήταν πιστευτός, ήταν αυτός του καλογέρου που ασκήτευε στην κορυφή του βουνού, σε κάποια σπηλιά. Μύθος κοινός αναφερόμενος σε πολλά ελληνικά βουνά. Για τα Βαρδούσια αναφέρονται δύο τέτοιες τοποθεσίες. Μια κοντά στην κορυφή του Κόρακα, στην Ασκητότρυπα* και μία στο Μοναστηράκι, κοντά στην καρυά της Αρτοτίνας. Μύθος αναφέρεται ότι κάποιος καλόγερος που ασκήτευε εκεί και σε κάποιον χειμώνα πέθανε. Βρήκαν γραμμένα λοιπόν, τα εξής «ούτε από πείνα υπέφερα, ούτε από δίψα, παρά απ΄ τη βουή του βουνού».
2 Για τα Βαρδούσια υπάρχει και άλλος μύθος που που διηγείται το πως μοίράσαν το νερό υπογείως οι παλιοί κάτοικοι της Ανω Μουσουνίτσας και Βελούχοβου. Έβαλαν στον αγωγό της Ανω Μουσουνίτσας τραγόμαλλα που τα στούπωσαν και ετσι λιγόστεψε η ροή του νερού. Για το νερό αυτό γράφει ο Αθανάσιος Ευστ. Παπαγεωργίου στο βιβλίο του «Η κοινότητα Αθανασίου Διάκου (πρώην Άνω Μουσουνίτσα)»: το χωριό μας εχει πολλά νερά, τα οποία πηγάζουν από πολλές πηγές, μεγαλύτερη των οποίων είναι το Κεφαλόβρυσο.
Το νερό κατά τις αφηγήσεις φθάνει στο Κεφαλόβρυσο από ένα υπόγειο ποτάμι, το οποίο με διακλάδωσή του τροφοδοτεί το Βελούχοβο (Κάλλιο Δωρίδας). Οι συγχωριανοί μας σφηγούνται πολλά γι' αυτό το υπόγειο ποτάμι.
Βελούχοβο, πηγή: topoguide.gr |
3 Άλλος μύθος για τα Βαρδούσια λέει αναφερόμενος στα νερά του βουνού. Έρχονταν ξένοι να μετρήσουν τις πηγές. Όλη μέρα περπατούσαν και τις μετράγαν, αλλά μόλις νύχτωνε ερχόταν μια Λάμια και τους έτρωγε. Έτσι κανείς δεν μπορούσε να μάθει πόσες πηγές είχε το βουνό. Μια φορά ξεκίνησαν δύο μαζί και τη νύχτα κοιμήθηκαν ανάποδα, το κεφάλι του ενός στα πόδια του άλλου. Όταν τους είδε η Λάμια είπε: «Σαράντα πηγές φυλάω και εκατό βρυσούλες, τέτοιο τέρας με δύο κεφάλια πρώτη φορά βλέπω». Δεν τους πείραξε. Έτσι έμαθαν τις πηγές των Βαρδουσίων.
Πηγή: Εφημερίδα Κονιάκος ΑΦ 117 (ΑΠΡ-ΜΑΙ-ΙΟΥΝ 2021)
***
* Σε σχέση με το δημοσιευόμενο στο υπ’ αριθμ. 117/2021 φύλλο της εφημερίδα μας κείμενο, με τον τίτλο «ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΑ ΒΑΡΔΟΎΣΙΑ», εκθέτω τα ακόλουθα:
Αναφορικά με την αναφερόμενη στο δημοσίευμα αυτό «Ασκητότρυπα», αυτή δεν είναι παρά η Καλογηροσπηλιά, η οποία βρίσκεται σε υψόμετρο 2000 μέτρων περίπου κάτω από τη θέση «πάτημα» της Πέρα Κλεισούρας των Βαρδουσίων. Εκεί εμόνασε ένας καλόγηρος, αγνώστου επωνύμου, από την Κάτω Μουσουνίτσα. Τον τροφοδοτούσαν οι κτηνοτρόφοι της περιοχής και τα μέλη της πατρικής του οικογένειας. Αλλά οι καιρικές συνθήκες κατά χειμώνα σε αυτό το ύψος του βουνού είναι ανελέητες. Η θερμοκρασία κατεβαίνει στους μείον 40ο βαθμούς, η οποία διαρκεί, με αποτέλεσμα ο άτυχος καλόγερος να μη μπορέσει να αντέξει και να αποβιώσει μάλλον από πνευμονία. Ως «η βουή του βουνού» εννοεί ο καλόγερος αυτό το ελαφρό αεράκι του βουνού που κάνει τα έλατα να θροΐζουν και να μεταφέρει έντονα την παγωνιά εντός της απροστάτευτης Σπηλιάς. Σημειωτέον, ότι στην πατρική οικογένεια του Καλογήρου αποδόθηκε ακολούθως το όνομα «Καλογήρου» ως παρωνύμιο, το οποίο καθιέρωσαν μέλη της οικογενείας αυτής και ως επώνυμο. Ένας από τους τελευταίους απόγονους των Καλογήρου ήταν ο Ιωάννης Καλογήρου, συνταξιούχος αυτοκινητιστής, ο οποίος νυμφεύτηκε από τον Κονιάκο την Ελένη Αθαν. Λιάπη (Βαΐα), την αποκαλούμενη «Καραγκούνα» και κατοικούσε στην Καλλιθέα επί της οδού Ανδρομάχης.
Όσον αφορά τους μύθους των Βαρδουσίων, αυτοί είναι αρκετοί. Κατά την 10ετία του 1920 ο Μανίκας (Γεώργιος Δ. Μάρκος) και ο Παπαδάκης (Γεώργιος Ιων. Κολοβός) έβοσκαν τα καλοκαίρια τα προβατοποίμνιά τους στην πέρα Κλεισούρα (Κοτρώνα) των Βαρδουσίων. Διηγήθηκαν αυτοί ότι ένα καλοκαίρι τα μεσάνυχτα ερχόταν επί πολλές νύχτες μουσική με κλαρίνα από το νότο, την Αγράδα και το Μιχαίϊκο, συνέχιζε στα Ζηρέλια και κατέληγε απέναντι στη Νεραϊαδότσουμα. Μάλιστα ο Κολοβός επέμενε ότι άκουγε δυνατά την μουσική αυτή, δεν τον πίστευαν οι Κονιακίτες και τον κορόιδευαν.
Για την Νεραϊδότσουμα, ρώτησα μικρός τσοπάνηδες της Κλεισούρας γιατί τη ράχη αυτή την λένε έτσι και η απάντηση ήταν, ότι την κατοικούσαν Νεράιδες, οι οποίες πήγαιναν τα μεσάνυχτα στη Κρύα Βρύση στο «Παλιοκάτουνο» και λούζονταν, αλλά δεν τις είδε κανένας. Όλα λοιπόν προϊόντα της ανθρώπινης φαντασίας; Ή όχι;
Γ.Ν.Μ.
Πηγή: Εφημερίδα Κονιάκος ΑΦ 119 (ΟΚΤ-ΝΟΕ-ΔΕΚ 2021)