Ο αξέχαστος πατριώτης Κώστας Καψάλης διάβασε το φόβο, τη λαχτάρα και την αγωνία που ήσαν χαραγμένα στα πρόσωπα των συγχωριανών, για πολλά χρόνια μετά και είχε την έμπνευση να τα αποτυπώσει ποιητικά με Λιδωρικιώτικη λαλιά στο εξαίρετο ποίημα «Ολοκαύτωμα», για το κάψιμο του Λιδωρικίου από τους Γερμανούς κατακτητές τον Αύγουστο του ’44, το οποίο ερμηνεύει τόσο πετυχημένα ο τραγουδιστής Ν. Παπουτσής με τη μελωδική φωνή του.
Έτσι δημιουργήθηκε ένα τραγούδι, ένα μοιρολόι, ένας ύμνος για εμάς του Λιδωρικιώτες, για να μην
ξεχνάμε εκείνη την αποφράδα μέρα του Αυγούστου του ’44.
Θα ήταν καλό το τραγούδι να γραφτεί σε CD, και να κυκλοφορήσει στους Λιδωρικιώτες για να μπορούν να το ακούνε και εκτός του διαδικτύου και να ακούγεται κάθε Αύγουστο, όταν γίνονται εκδηλώσεις μνήμης από το Δήμο και άλλους φορείς. Και να βεβαιώσουμε τον αξέχαστο Κώστα Καψάλη, ότι… «ο Θεός το θέλησε και ξανάσμιξαν οι φαμελιές των Λιδωρικιωτών μετά την καταιγίδα»… Αξέχαστε Κώστα άφησες παρακαταθήκη.
Πηγή: Εφημερίδα Λιδωρικιώτης Ιούνιος 2021, ΑΦ 107
Στίχοι: Κ. Καψάλης Μουσική: Π. Βασιλείου Τραγούδι: Ν. Παπουτσής
••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••
Τρίτη χρονιάρα χάραζε, Τρίτη σημαδεμένη,
μέρα βαριά, βαριά γιορτή, του νηστευτή τ’Αι Γιάννη,
στ’Αυγούστου το τελείωμα και μεσ’στο πυρομάνι,
ποιός τάχατε να πίστευε,τέτοιο κακό να γένει.
Αποβραδίς κι’ολονυχτίς σκούζαν τα χαροπούλια,
και τα σκυλιά ουρλιάζονταν, για το κακό που ερχόταν,
κι’ενώ η Ελλάδα ολόκληρη, κρυφοσταυροκοπιόταν,
για να προβάλει ο αυγερινός, νύχτωσε κι ήρθε η πούλια.
Μέρες, βουβή η ρεματιά , βουβή σαν πεθαμένη,
δεν κελαιδάνε τα πουλιά,μήτε το λεν τ’αηδόνια,
κι’όλα της νύχτας τ’άγρια, ζουλάπια και τρυγώνια,
λουφάζουν μέσα στη βραδιά, πού' ναι φαρμακωμένη.
Μον’να πουλί , παράξενο, αλλοιώτικο απο τ’άλλα,
κατάκορφα στον πλάτανο, μοιρολογώντας, κλαίει
μ’ ανθρώπινη, βραχνή, λαλιά,το ριζικό μας λέει,
κι’ αντιλαλάει η φωνή , στου δέντρου την κουφάλα.
Ακούστε οι μεγαλύτεροι , οι γεροντοφτασμένοι,
στείλτε μαντάτο στα χωριά,στην ξενητειά χαμπέρι,
κάντε σταυρό στην Παναγιά, με το δεξί το χέρι,
το Λιδoρίκι θα σβυστεί, τρανό κακό θα γένει.
Όσοι έχουν γιό στην ξενητειά, κόρη αρρεβωνιασμένη,
να συμμαζέψουνε το βιός και τα προικιά αντάμα,
στους Άγιους και το Χριστό όλα να γίνουν τάμα,
γιατ’έρχεται καταστροφή, και γάμος δεν θα γένει.
Όλοι να φύγουν να κρυφτούν, για δεν υπάρχει ελπίδα,
να πάρουν τα πρεπούμενα , κονίσματα , στεφάνια ,
σαν τα ζουλάπια να κρυφτούν στα δάση , στα ρουμάνια ,
όσα ‘πομείναν ζωντανά στην έρμη την πατρίδα .
Στο ρογοβύζι τα παιδιά , οι γέροι ..καρκατσίδα ,
στη μια μασχάλη , το σταυρό , κι’ ένα ξερό καρβέλι,
κι’ένα παγούρι με νερό , και σαν Θεός το θέλει ,
να ξανασμίξει η φαμελιά , μετά την καταιγίδα .....
••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••••
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.